Επιλογές αναζήτησης
Η ΕΚΤ Ενημέρωση Επεξηγήσεις Έρευνα & Εκδόσεις Στατιστικές Νομισματική πολιτική Το ευρώ Πληρωμές & Αγορές Θέσεις εργασίας
Προτάσεις
Εμφάνιση κατά

Τι είναι τα επιτόκια αναφοράς;

11 Ιουλίου 2019 (τελευταία ενημέρωση: 13 Σεπτεμβρίου 2024)

Τι είναι τα επιτόκια αναφοράς;

Τα επιτόκια αναφοράς είναι επιτόκια που επικαιροποιούνται τακτικά και διατίθενται στο ευρύ κοινό. Αποτελούν μια χρήσιμη βάση για όλα τα είδη χρηματοοικονομικών συμβάσεων, όπως τα ενυπόθηκα στεγαστικά δάνεια, οι τραπεζικές υπεραναλήψεις και άλλες πιο περίπλοκες χρηματοοικονομικές συναλλαγές.

Υπολογίζονται από ένα ανεξάρτητο όργανο, συνήθως προκειμένου να αποτυπώνεται το κόστος άντλησης κεφαλαίων σε διαφορετικές αγορές. Για παράδειγμα, μπορεί να αποτυπώνουν το κόστος με το οποίο οι τράπεζες δανείζουν κεφάλαια η μία στην άλλη. Εναλλακτικά, μπορεί να αποτυπώνουν το πόσο στοιχίζει στις τράπεζες η άντληση κεφαλαίων από άλλες πηγές, όπως συνταξιοδοτικά ταμεία, ασφαλιστικές επιχειρήσεις και αμοιβαία κεφάλαια της αγοράς χρήματος.

Αυτό σημαίνει ότι τα επιτόκια αναφοράς διαδραματίζουν καίριο ρόλο στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, στο τραπεζικό σύστημα και στην οικονομία συνολικά. Τι είναι όμως αυτό που τα κάνει τόσο σημαντικά; Και γιατί αναμορφώθηκαν;

Γιατί τα επιτόκια αναφοράς είναι σημαντικά;

Χρησιμοποιούνται ευρέως στην οικονομία μας

Τα επιτόκια αναφοράς χρησιμοποιούνται ευρέως από πρόσωπα και οργανισμούς σε όλο το οικονομικό σύστημα.

Για παράδειγμα, τα χρησιμοποιούν οι τράπεζες όταν χορηγούν δάνεια σε ιδιώτες ή σε εταιρικούς πελάτες τους.

Η τράπεζα μπορεί να αποφασίσει να δανείσει χρήματα σε μια επιχείρηση με συμφωνηθέν επιτόκιο που ορίζεται ίσο με συγκεκριμένο επιτόκιο αναφοράς συν 2%, δηλαδή ο τόκος που θα καταβάλει η επιχείρηση θα είναι υψηλότερος κατά 2% από το τρέχον επιτόκιο αναφοράς. Δηλαδή, το κόστος του δανείου αυξάνεται αν αυξηθεί το επιτόκιο αναφοράς και μειώνεται αν μειωθεί το επιτόκιο αναφοράς. Στην περίπτωση αυτή, ο δείκτης αναφοράς μπορεί να είναι ένα αξιόπιστο, ανεξάρτητο και σχετικά απλό σημείο αναφοράς για όλους τους ενδιαφερομένους.

Επιχειρήσεις, τράπεζες και άλλοι οργανισμοί χρησιμοποιούν επίσης τα επιτόκια αναφοράς για να αποτιμούν τα στοιχεία του ισολογισμού τους. Με άλλα λόγια, χάρη σε αυτά τα επιτόκια οι λογιστές μπορούν να υπολογίζουν πιο εύκολα την αξία των εν λόγω οργανισμών (πιο συγκεκριμένα, την αξία των χρηματοοικονομικών στοιχείων ενεργητικού τους).

Τα επιτόκια αναφοράς χρησιμοποιούνται επίσης σε πιο περίπλοκες χρηματοοικονομικές συναλλαγές, όπως η έκδοση τίτλων με κυμαινόμενα επιτόκια, τα δικαιώματα προαίρεσης (options), τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης (forward contracts) και οι πράξεις ανταλλαγής (swaps).

Ας εξετάσουμε, για παράδειγμα, μια πράξη ανταλλαγής επιτοκίων. Σε πολύ γενικούς όρους, πρόκειται για μια συναλλαγή με δύο συμβαλλόμενα μέρη στο πλαίσιο της οποίας το ένα μέρος συμφωνεί να καλύψει τους τόκους που καταβάλλει το άλλο μέρος. Σε πράξεις ανταλλαγής επιτοκίων σαν αυτές, με το επιτόκιο αναφοράς μπορεί να καθοριστεί τουλάχιστον ένα από τα επιτόκια που αποτελούν αντικείμενο της ανταλλαγής. Με αυτόν τον τρόπο επιτυγχάνεται διαφάνεια για όλα τα συμβαλλόμενα μέρη, η σύμβαση τυποποιείται ως έναν βαθμό και, ως αποτέλεσμα, διευκολύνονται οι διαπραγματεύσεις μεταξύ των μερών.

Τα επιτόκια αναφοράς μπορούν να χρησιμοποιηθούν, μεταξύ άλλων, για τον υπολογισμό ποινών λόγω υπερανάληψης σε τρεχούμενους λογαριασμούς, για τον υπολογισμό του τόκου που καταβάλλεται σε ορισμένες καταθέσεις λιανικής και για τη συμφωνία ως προς το ύψος του επιτοκίου σε ενυπόθηκα στεγαστικά δάνεια και δανειακές συμβάσεις λιανικής.

Τα επιτόκια αναφοράς βοηθούν τις κεντρικές τράπεζες να εκτελέσουν το έργο τους

Τα επιτόκια αναφοράς μπορούν επίσης να συνεισφέρουν στο έργο των κεντρικών τραπεζών. Εμείς στην ΕΚΤ, για παράδειγμα, μπορούμε να χρησιμοποιούμε τα επιτόκια αναφοράς στο πλαίσιο της αποστολής που μας έχει ανατεθεί για διατήρηση της σταθερότητας των τιμών στη ζώνη του ευρώ.

Αν το επιτόκιο αναφοράς αποτυπώνει σωστά τα επιτόκια με τα οποία οι τράπεζες χορηγούν και λαμβάνουν δάνεια, αυτό μπορεί να μας βοηθήσει να κατανοήσουμε καλύτερα τη λειτουργία των χρηματοπιστωτικών αγορών και τη διαθεσιμότητα χρήματος στη ζώνη του ευρώ. Μπορεί να συνεισφέρει στη λήψη αποφάσεων νομισματικής πολιτικής: αν γνωρίζουμε πόσο εύκολη είναι η πρόσβαση των τραπεζών σε χρήμα, μπορούμε να εκτιμήσουμε την ικανότητα των τραπεζών να διοχετεύουν αυτό το χρήμα στην οικονομία με τη μορφή δανείων προς ιδιώτες και επιχειρήσεις. Και όλοι αυτοί οι παράγοντες επηρεάζουν εν τέλει τα επίπεδα των τιμών.

Επίσης, όταν γνωρίζουμε τα τρέχοντα επιτόκια αναφοράς μπορούμε να παρακολουθούμε τις επιδράσεις των αποφάσεων νομισματικής πολιτικής στην πράξη. Εάν η ΕΚΤ αποφασίσει να αυξήσει ή να μειώσει τα επιτόκια, για παράδειγμα, μπορούμε να καταγράψουμε τις επιδράσεις αυτών των αποφάσεων παρακολουθώντας τις μεταβολές των επιτοκίων αναφοράς για το ευρώ.

Γιατί πραγματοποιήθηκαν μεταρρυθμίσεις στα επιτόκια αναφοράς και τι ακριβώς σημαίνει αυτό;

Τα επιτόκια αναφοράς είναι χρήσιμα όσο θεωρούνται αξιόπιστα και αντικειμενικά – ιδανικά, θα πρέπει να υπολογίζονται με διαφάνεια και το κοινό θα πρέπει να έχει εύκολη πρόσβαση σε αυτά. Αν μια σύμβαση βασίζεται σε ένα αξιόπιστο επιτόκιο αναφοράς, κανένα μέρος δεν μπορεί να επηρεάσει το επιτόκιο που έχει συμφωνηθεί. Αυτό σημαίνει ότι ένα αξιόπιστο επιτόκιο αναφοράς μπορεί να διασφαλίσει ότι η αξία του συμβολαίου παραμένει αντικειμενική και αδιαμφισβήτητη.

Δεδομένης της οικονομικής σημασίας των επιτοκίων αναφοράς, είναι παρά πολύ σημαντικό η αξιοπιστία τους να διασφαλίζεται από σαφείς δομές διακυβέρνησης και διαφανείς μεθοδολογίες.

Με αυτό κατά νου πραγματοποιήθηκαν σημαντικές μεταρρυθμίσεις τα τελευταία χρόνια στα ευρωπαϊκά επιτόκια αναφοράς. Μεγάλος μέρος της διαδικασίας μεταρρυθμίσεων οφείλεται στην έκδοση του κανονισμού της ΕΕ για τους δείκτες αναφοράς, ο οποίος δημοσιεύθηκε το 2016 και τέθηκε σε ισχύ τον Ιανουάριο του 2018.

Τα ευρωπαϊκά επιτόκια αναφοράς που σήμερα χρησιμοποιούνται ευρέως
STR

Το βραχυπρόθεσμο επιτόκιο του ευρώ (euro short-term rate - €STR) αντανακλά το κόστος δανεισμού χονδρικής, διάρκειας μίας ημέρας, για μη εξασφαλισμένες τοποθετήσεις σε ευρώ των τραπεζών που είναι εγκατεστημένες στη ζώνη του ευρώ. Το €STR δημοσιεύεται για κάθε εργάσιμη ημέρα του TARGET με βάση τις συναλλαγές οι οποίες διενεργούνται και διακανονίζονται την προηγούμενη εργάσιμη ημέρα του TARGET (ημερομηνία παροχής στοιχείων «T») με ημερομηνία λήξης T+1 και οι οποίες θεωρούνται ουδέτερες συναλλαγές, αποτυπώνοντας επομένως τα επιτόκια της αγοράς με όρους αντικειμενικότητας. Το €STR αντικατέστησε το EONIA, το προηγούμενο επιτόκιο αναφοράς του ευρώ για τοποθετήσεις διάρκειας μίας ημέρας το οποίο υπολογιζόταν από την ΕΚΤ για λογαριασμό του Ευρωπαϊκού Ιδρύματος Χρηματαγορών (European Money Markets Institute – EMMI). Αυτό συνέβη αφότου μια ομάδα εργασίας του ιδιωτικού τομέα για τα επιτόκια μηδενικού κινδύνου συνέστησε στους συμμετέχοντες στην αγορά να αντικαταστήσουν σταδιακά το ΕΟΝΙΑ με το νέο €STR, το οποίο η ΕΚΤ ξεκίνησε να δημοσιεύει από τις 2 Οκτωβρίου 2019. Το ΕΟΝΙΑ σταμάτησε να δημοσιεύεται στις 3 Ιανουαρίου 2022. 

EURIBOR

Το EURIBOR είναι ένα επιτόκιο αναφοράς της αγοράς για μη εξασφαλισμένες τοποθετήσεις, το οποίο υπολογίζεται για διάφορες διάρκειες (μίας εβδομάδας, ενός μήνα, τριών, έξι και δώδεκα μηνών). Τη διαχείρισή του έχει αναλάβει το Ευρωπαϊκό Ίδρυμα Χρηματαγορών (European Money Markets Institute – EMMI). Προκειμένου να επιτευχθεί συμμόρφωση του επιτοκίου αναφοράς με τον κανονισμό της ΕΕ για τους δείκτες αναφοράς, το Ευρωπαϊκό Ίδρυμα Χρηματαγορών διευκρίνισε ότι το EURIBOR ορίζεται ως το επιτόκιο με το οποίο οι τράπεζες που είναι εγκατεστημένες σε χώρες που ήταν ή εξακολουθούν να είναι μέλη της ΕΕ και της Ευρωπαϊκής Ζώνης Ελεύθερων Συναλλαγών μπορούν να αποκτούν κεφάλαια μέσω της χονδρικής αγοράς χωρίς την παροχή εξασφαλίσεων. Το EURIBOR εφαρμόζει τη λεγόμενη υβριδική μεθοδολογία. Αυτή η μέθοδος υπολογισμού χρησιμοποιεί όσο το δυνατόν περισσότερο επιλέξιμες συναλλαγές στην μη εξασφαλισμένη αγορά, και παράλληλα εκτιμήσεις βάσει υποδειγμάτων που στηρίζονται σε συναλλαγές από ένα φάσμα αγορών στενά συνδεόμενων με τη μη εξασφαλισμένη αγορά χρήματος του ευρώ στις περιπτώσεις κατά τις οποίες δεν διατίθενται επιλέξιμες συναλλαγές.

Το 2017 η ΕΚΤ αποφάσισε να δημιουργήσει το βραχυπρόθεσμο επιτόκιο για το ευρώ (euro short-term rate – €STR) –ένα νέο επιτόκιο αναφοράς που έγινε διαθέσιμο από τις 2 Οκτωβρίου 2019– με σκοπό αυτό το επιτόκιο να μπορεί να λειτουργήσει ως μηχανισμός ασφαλείας (backstop) σε περίπτωση που ο ιδιωτικός τομέας δεν κατάφερνε να διατηρήσει το δικό του επιτόκιο αναφοράς, διάρκειας μίας ημέρας, δηλ. το EONIA.

Το 2018 μια ομάδα εργασίας του ιδιωτικού τομέα για τα επιτόκια μηδενικού κινδύνου του ευρώ συνέστησε την αντικατάσταση του EONIA από το €STR, λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις της αγοράς.

To €STR πιο αναλυτικά

Το €STR έχει σχεδιαστεί προκειμένου να αποτυπώνει το ποσό που πρέπει να καταβάλλει μια τράπεζα όταν δανείζεται χρήματα από διάφορους χρηματοπιστωτικούς αντισυμβαλλομένους, για μία ημέρα, χωρίς την παροχή εξασφαλίσεων (οι συναλλαγές αυτές αποκαλούνται ορισμένες φορές «μη εξασφαλισμένες»). Αυτοί οι αντισυμβαλλόμενοι μπορεί να είναι μεταξύ άλλων τράπεζες, αμοιβαία κεφάλαια της αγοράς χρήματος, εταιρείες επενδύσεων ή συνταξιοδοτικά ταμεία και άλλοι χρηματοοικονομικοί φορείς, συμπεριλαμβανομένων των κεντρικών τραπεζών.

Επομένως, πρόκειται για ένα επιτόκιο με ευρύτερο πεδίο εφαρμογής σε σχέση με το EONIA, το οποίο εξέταζε μόνο συναλλαγές μεταξύ τραπεζών. Επιπλέον, σε σύγκριση με το EONIA, τα δεδομένα για πραγματικές συναλλαγές, που χρησιμοποιούνται από την ΕΚΤ για τον υπολογισμό του €STR, παρέχονται από μεγαλύτερο αριθμό τραπεζών. Αυτό το διευρυμένο πεδίο εφαρμογής προστατεύει από τη χειραγώγηση και βοηθά ώστε το €STR να αποτυπώνει αξιόπιστα την τιμή με την οποία αντλούνται κεφάλαια, χωρίς την παροχή εξασφαλίσεων, σε όλη τη ζώνη του ευρώ.

Για περισσότερες λεπτομέρειες, μπορείτε να διαβάσετε τη μεθοδολογία και τις πολιτικές για το βραχυπρόθεσμο επιτόκιο του ευρώ (€STR), οι οποίες δημοσιεύθηκαν τον Ιούνιο του 2018. Μπορείτε επίσης να ανατρέξετε στις σχετικές ερωτήσεις και απαντήσεις.