EUR-Lex Πρόσβαση στο δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Επιστροφή στην αρχική σελίδα του EUR-Lex

Το έγγραφο αυτό έχει ληφθεί από τον ιστότοπο EUR-Lex

Έγγραφο 32015O0035

Κατευθυντήρια γραμμή (ΕΕ) 2016/65 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 18ης Νοεμβρίου 2015, σχετικά με τις περικοπές αποτίμησης κατά την εφαρμογή του πλαισίου νομισματικής πολιτικής του Ευρωσυστήματος (ΕΚΤ/2015/35)

ΕΕ L 14 της 21.1.2016, σ. 30 έως 35 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

Νομικό καθεστώς του εγγράφου Ισχύει: Η πράξη αυτή έχει τροποποιηθεί. Τρέχουσα ενοποιημένη έκδοση: 29/06/2023

ELI: http://data.europa.eu/eli/guideline/2016/65/oj

21.1.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 14/30


ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΉΡΙΑ ΓΡΑΜΜΉ (ΕΕ) 2016/65 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΉΣ ΚΕΝΤΡΙΚΉΣ ΤΡΆΠΕΖΑΣ

της 18ης Νοεμβρίου 2015

σχετικά με τις περικοπές αποτίμησης κατά την εφαρμογή του πλαισίου νομισματικής πολιτικής του Ευρωσυστήματος (ΕΚΤ/2015/35)

ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 127 παράγραφος 2 πρώτη περίπτωση,

Έχοντας υπόψη το καταστατικό του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, και ιδίως το άρθρο 3.1 πρώτη περίπτωση, τα άρθρα 9.2, 12.1, 14.3 και 18.2 και το άρθρο 20 πρώτο εδάφιο,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Σύμφωνα με το άρθρο 18.1 του καταστατικού του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (εφεξής το «καταστατικό του ΕΣΚΤ»), η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) και οι εθνικές κεντρικές τράπεζες των κρατών μελών με νόμισμα το ευρώ (εφεξής οι «ΕθνΚΤ») μπορούν να διενεργούν πιστοδοτικές και πιστοληπτικές πράξεις με πιστωτικά ιδρύματα και άλλους φορείς της αγοράς, με επαρκή ασφάλεια προκειμένου για δάνεια. Οι γενικοί όροι υπό τους οποίους η ΕΚΤ και οι ΕθνΚΤ δέχονται να συμμετέχουν στις εν λόγω πράξεις του Ευρωσυστήματος και τα κριτήρια βάσει των οποίων καθορίζεται η καταλληλότητα των ασφαλειών που παρέχονται για τους σκοπούς διενέργειάς τους προβλέπονται στην κατευθυντήρια γραμμή (ΕΕ) 2015/510 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ/2014/60) (1).

(2)

Για την προστασία του Ευρωσυστήματος από τον κίνδυνο οικονομικής ζημίας σε περίπτωση αθέτησης υποχρέωσης αντισυμβαλλομένου, τα αποδεκτά περιουσιακά στοιχεία που παρέχονται ως ασφάλεια στο πλαίσιο των πιστοδοτικών πράξεων του Ευρωσυστήματος υπόκεινται στα μέτρα ελέγχου κινδύνων του τίτλου VI του τέταρτου μέρους της κατευθυντήριας γραμμής (ΕΕ) 2015/510 (ΕΚΤ/2014/60).

(3)

Οι διατάξεις σχετικά με την εφαρμογή αναθεωρήσεων στις περικοπές αποτίμησης ενδείκνυται να καθοριστούν σε διακριτή νομική πράξη. Με τον τρόπο αυτό θα μπορέσουν να περιληφθούν σε ένα συμπαγές και αυτοτελές κείμενο παράμετροι σχετικές με τον έλεγχο των κινδύνων και θα καθίσταται δυνατή η αποτελεσματική και έγκαιρη εφαρμογή των τροποποιήσεων του οικείου πλαισίου διατάξεων κατόπιν της έκδοσης σχετικών αποφάσεων του διοικητικού συμβουλίου,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΑ ΓΡΑΜΜΗ:

Άρθρο 1

Περικοπές αποτίμησης αποδεκτών εμπορεύσιμων περιουσιακών στοιχείων

1.   Σύμφωνα με τις διατάξεις του τίτλου VI του τέταρτου μέρους της κατευθυντήριας γραμμής (ΕΕ) 2015/510 (ΕΚΤ/2014/60), τα εμπορεύσιμα περιουσιακά στοιχεία υπόκεινται σε περικοπές αποτίμησης κατά τους ορισμούς του άρθρου 2 σημείο 97 της εν λόγω κατευθυντήριας γραμμής, το ύψος των οποίων καθορίζεται στον πίνακα 2 του παραρτήματος της παρούσας κατευθυντήριας γραμμής.

2.   Η περικοπή αποτίμησης του εκάστοτε περιουσιακού στοιχείου εξαρτάται από τους ακόλουθους παράγοντες:

α)

την κατηγορία περικοπής αποτίμησης στην οποία κατανέμεται το περιουσιακό στοιχείο σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 2·

β)

την εναπομένουσα διάρκεια του περιουσιακού στοιχείου·

γ)

τη δομή τοκομεριδίου του περιουσιακού στοιχείου·

δ)

την πιστοληπτική βαθμίδα του περιουσιακού στοιχείου.

Άρθρο 2

Καθορισμός κατηγοριών περικοπών αποτίμησης εμπορεύσιμων περιουσιακών στοιχείων

Τα εμπορεύσιμα περιουσιακά στοιχεία κατανέμονται σε μία από τις ακόλουθες πέντε κατηγορίες περικοπών αποτίμησης, ανάλογα με την κατηγορία του εκδότη ή/και το είδος του περιουσιακού στοιχείου, όπως αποτυπώνονται στον πίνακα 1 του παραρτήματος της παρούσας κατευθυντήριας γραμμής:

α)

χρεόγραφα που εκδίδονται από κεντρικές κυβερνήσεις, πιστοποιητικά χρέους της ΕΚΤ και πιστοποιητικά χρέους που εκδίδονται από ΕθνΚΤ πριν από την ημερομηνία υιοθέτησης του ευρώ στο οικείο κράτος μέλος με νόμισμα το ευρώ υπάγονται στην κατηγορία περικοπών αποτίμησης Ι·

β)

χρεόγραφα που εκδίδονται από τοπικές και περιφερειακές κυβερνήσεις, από οντότητες που το Ευρωσύστημα κατατάσσει στους ειδικούς φορείς-εκδότες χρεογράφων, από πολυμερείς τράπεζες ανάπτυξης και διεθνείς οργανισμούς, καθώς και καλυμμένες ομολογίες τύπου «jumbo», υπάγονται στην κατηγορία περικοπών αποτίμησης ΙΙ·

γ)

παραδοσιακές καλυμμένες ομολογίες, λοιπές καλυμμένες ομολογίες και χρεόγραφα που εκδίδονται από μη χρηματοοικονομικές εταιρείες υπάγονται στην κατηγορία περικοπών αποτίμησης ΙΙΙ·

δ)

μη εξασφαλισμένα χρεόγραφα που εκδίδονται από πιστωτικά ιδρύματα και χρηματοοικονομικές εταιρείες πλην των πιστωτικών ιδρυμάτων υπάγονται στην κατηγορία περικοπών αποτίμησης IV·

ε)

τιτλοποιημένες απαιτήσεις υπάγονται στην κατηγορία περικοπών αποτίμησης V, ανεξάρτητα από την κατάταξη του εκδότη.

Άρθρο 3

Περικοπές αποτίμησης εμπορεύσιμων περιουσιακών στοιχείων

1.   Οι περικοπές αποτίμησης των εμπορεύσιμων περιουσιακών στοιχείων των κατηγοριών Ι έως IV καθορίζονται με βάση:

α)

την κατανομή του εκάστοτε περιουσιακού στοιχείου στην πιστοληπτική βαθμίδα 1, 2 ή 3 κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στον πίνακα 2 του παραρτήματος της παρούσας κατευθυντήριας γραμμής·

β)

την εναπομένουσα διάρκεια του περιουσιακού στοιχείου κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στις παραγράφους 3 και 4·

γ)

τη δομή τοκομεριδίου του περιουσιακού στοιχείου κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στις παραγράφους 3 και 4.

2.   Τα εμπορεύσιμα περιουσιακά στοιχεία της κατηγορίας V υπόκεινται σε περικοπή αποτίμησης 10 %, ανεξάρτητα από την εναπομένουσα διάρκειά τους ή τη δομή του τοκομεριδίου.

3.   Στην περίπτωση των περιουσιακών στοιχείων μηδενικού ή σταθερού τοκομεριδίου η εναπομένουσα διάρκεια που λαμβάνεται υπόψη για την εφαρμογή της περικοπής αποτίμησης του περιουσιακού στοιχείου είναι η εναπομένουσα διάρκειά του.

4.   Στην περίπτωση των περιουσιακών στοιχείων κυμαινόμενου τοκομεριδίου η περικοπή αποτίμησης είναι εκείνη που εφαρμόζεται στα εμπορεύσιμα περιουσιακά στοιχεία σταθερού επιτοκίου με εναπομένουσα διάρκεια έως ενός έτους, εκτός από τις ακόλουθες περιπτώσεις και με την επιφύλαξη της παραγράφου 2:

α)

τα τοκομερίδια κυμαινόμενου επιτοκίου με περίοδο επανακαθορισμού μεγαλύτερη του έτους θεωρούνται σταθερού επιτοκίου, η δε διάρκεια που λαμβάνεται υπόψη για την περικοπή αποτίμησης είναι η εναπομένουσα διάρκεια του περιουσιακού στοιχείου·

β)

η διάρκεια που λαμβάνεται υπόψη για την περικοπή αποτίμησης που εφαρμόζεται στα τοκομερίδια κυμαινόμενου επιτοκίου που συνδέονται με δείκτη πληθωρισμού της ζώνης του ευρώ ως δείκτη αναφοράς είναι η εναπομένουσα διάρκεια του περιουσιακού στοιχείου·

γ)

η περικοπή αποτίμησης που εφαρμόζεται στα περιουσιακά στοιχεία με περισσότερα του ενός είδη δομής τοκομεριδίου εξαρτάται μόνο από τη δομή τοκομεριδίου που ισχύει για την εναπομένουσα διάρκεια του περιουσιακού στοιχείου και ισούται με την υψηλότερη μεταξύ εκείνων που εφαρμόζονται στα εμπορεύσιμα περιουσιακά στοιχεία της ίδιας εναπομένουσας διάρκειας και πιστοληπτικής βαθμίδας. Για τον σκοπό αυτόν λαμβάνεται υπόψη οποιοδήποτε είδος δομής τοκομεριδίου ισχύει για την εναπομένουσα διάρκεια ζωής του περιουσιακού στοιχείου.

Άρθρο 4

Πρόσθετες περικοπές αποτίμησης συγκεκριμένων ειδών εμπορεύσιμων περιουσιακών στοιχείων

Επιπλέον των περικοπών αποτίμησης του άρθρου 3 της παρούσας κατευθυντήριας γραμμής, σε συγκεκριμένα είδη εμπορεύσιμων περιουσιακών στοιχείων εφαρμόζονται οι ακόλουθες πρόσθετες περικοπές αποτίμησης:

α)

τιτλοποιημένες απαιτήσεις, καλυμμένες ομολογίες και μη εξασφαλισμένα χρεόγραφα που εκδίδονται από πιστωτικά ιδρύματα και επί των οποίων εφαρμόζεται μείωση αποτίμησης σύμφωνα με τους κανόνες του άρθρου 134 της κατευθυντήριας γραμμής (ΕΕ) 2015/510 (ΕΚΤ/2014/60) υπόκεινται σε πρόσθετη περικοπή αποτίμησης υπό τη μορφή μείωσης αποτίμησης (valuation markdown) ίσης προς 5 %·

β)

καλυμμένες ομολογίες ιδίας χρήσης υπόκεινται σε πρόσθετη περικοπή αποτίμησης ίση προς i) 8 %, εφαρμοζόμενη επί της αξίας των χρεογράφων των πιστοληπτικών βαθμίδων 1 και 2, και ii) 12 %, εφαρμοζόμενη επί της αξίας των χρεογράφων της πιστοληπτικής βαθμίδας 3·

γ)

ως «ίδια χρήση» για τους σκοπούς του ως άνω στοιχείου β) νοείται η παροχή ή χρήση από ορισμένο αντισυμβαλλόμενο καλυμμένων ομολογιών τις οποίες εκδίδει ή για τις οποίες εγγυάται ο ίδιος ή οντότητα που συνδέεται με αυτόν με στενούς δεσμούς κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 138 της κατευθυντήριας γραμμής (ΕΕ) 2015/510 (ΕΚΤ/2014/60)·

δ)

εάν η εφαρμογή πρόσθετης περικοπής αποτίμησης κατά το ως άνω στοιχείο β) δεν είναι δυνατή στην περίπτωση συστήματος διαχείρισης ασφαλειών ΕθνΚΤ, φορέα τριμερούς διαχείρισης ασφαλειών ή του συστήματος TARGET2-Securities για σκοπούς αυτόματης πίστωσης με ταυτόχρονη παροχή ασφάλειας, η πρόσθετη περικοπή αποτίμησης στα εν λόγω συστήματα ή στην εν λόγω πλατφόρμα εφαρμόζεται επί της συνολικής αξίας έκδοσης των καλυμμένων ομολογιών που μπορούν να υπόκεινται σε ίδια χρήση.

Άρθρο 5

Περικοπές αποτίμησης αποδεκτών μη εμπορεύσιμων περιουσιακών στοιχείων

1.   Οι δανειακές απαιτήσεις σταθερού επιτοκίου και οι δανειακές απαιτήσεις τιμαριθμοποιημένου επιτοκίου υπόκεινται σε ειδικές περικοπές αποτίμησης που καθορίζονται με βάση την εναπομένουσα διάρκεια, την πιστοληπτική βαθμίδα και τη μεθοδολογία αποτίμησης που εφαρμόζει η ΕθνΚΤ, κατά τα οριζόμενα στον πίνακα 3 του παραρτήματος της παρούσας κατευθυντήριας γραμμής.

2.   Οι δανειακές απαιτήσεις κυμαινόμενου επιτοκίου υπόκεινται στην περικοπή αποτίμησης που εφαρμόζεται στο κλιμάκιο εναπομένουσας διάρκειας έως ενός έτους για τις απαιτήσεις σταθερού επιτοκίου της ίδιας πιστοληπτικής βαθμίδας και μεθοδολογίας αποτίμησης με αυτές που εφαρμόζει η ΕθνΚΤ. Το επιτόκιο θεωρείται κυμαινόμενο αν συνδέεται με ένα επιτόκιο αναφοράς και η περίοδος επανακαθορισμού του δεν είναι μεγαλύτερη του έτους. Όταν η περίοδος επανακαθορισμού είναι μεγαλύτερη του έτους, η δανειακή απαίτηση θεωρείται σταθερού επιτοκίου και, προκειμένου να εφαρμοστεί η περικοπή αποτίμησης, λαμβάνεται υπόψη η εναπομένουσα διάρκειά της.

3.   Η περικοπή αποτίμησης που εφαρμόζεται στις δανειακές απαιτήσεις με περισσότερα του ενός είδη επιτοκίων εξαρτάται μόνο από τα επιτόκια που εφαρμόζονται σε πληρωμές τόκων κατά την εναπομένουσα διάρκεια της δανειακής απαίτησης. Εφόσον αυτά υπάγονται σε περισσότερα του ενός είδη, θεωρούνται σταθερά και, προκειμένου να εφαρμοστεί η περικοπή αποτίμησης, λαμβάνεται υπόψη η εναπομένουσα διάρκεια της δανειακής απαίτησης.

4.   Στις δανειακές απαιτήσεις μηδενικού τοκομεριδίου εφαρμόζεται η αντίστοιχη περικοπή αποτίμησης των δανειακών απαιτήσεων σταθερού επιτοκίου.

5.   Τα μη εμπορεύσιμα χρεόγραφα που εξασφαλίζονται με υποθήκη (retail mortgage-backed debt instruments — RMBD) υπόκεινται σε περικοπή αποτίμησης 39,5 %.

6.   Οι καταθέσεις καθορισμένης διάρκειας δεν υπόκεινται σε περικοπές αποτίμησης.

7.   Κάθε δανειακή απαίτηση του χαρτοφυλακίου ασφαλειών ενός μη εμπορεύσιμου χρεογράφου καλυπτόμενου από αποδεκτές δανειακές απαιτήσεις (debt instrument backed by eligible credit claims — DECC) υπόκειται στην εφαρμογή περικοπής αποτίμησης σε ατομική βάση σύμφωνα με τους κανόνες των παραγράφων 1 έως 4. Η συνολική αξία των υποκείμενων δανειακών απαιτήσεων του χαρτοφυλακίου ασφαλειών μετά την εφαρμογή περικοπών αποτίμησης πρέπει ανά πάσα στιγμή να παραμένει ίση ή μεγαλύτερη της αξίας του ανεξόφλητου κεφαλαίου του DECC. Εάν η συνολική αξία υπολείπεται του κατώτατου ορίου του προηγούμενου εδαφίου, το DECC αποτιμάται με μηδενική αξία.

Άρθρο 6

Έναρξη παραγωγής αποτελεσμάτων και εφαρμογή

1.   Η παρούσα κατευθυντήρια γραμμή αρχίζει να παράγει αποτελέσματα την ημέρα της κοινοποίησής της στις εθνικές κεντρικές τράπεζες των κρατών μελών με νόμισμα το ευρώ.

2.   Οι εθνικές κεντρικές τράπεζες των κρατών μελών με νόμισμα το ευρώ λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα προκειμένου να συμμορφωθούν με την παρούσα κατευθυντήρια γραμμή και τα εφαρμόζουν από την 25η Ιανουαρίου 2016. Κοινοποιούν στην ΕΚΤ το αργότερο στις 5 Ιανουαρίου 2016 τα κείμενα και τα μέσα που αφορούν τα εν λόγω μέτρα.

Άρθρο 7

Αποδέκτες

Η παρούσα κατευθυντήρια γραμμή απευθύνεται στις εθνικές κεντρικές τράπεζες των κρατών μελών που έχουν υιοθετήσει το ευρώ.

Φρανκφούρτη, 18 Νοεμβρίου 2015.

Για το διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ

Ο Πρόεδρος της ΕΚΤ

Mario DRAGHI


(1)  Κατευθυντήρια γραμμή (ΕΕ) 2015/510 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 19ης Δεκεμβρίου 2014, σχετικά με την εφαρμογή του πλαισίου νομισματικής πολιτικής του Ευρωσυστήματος (κατευθυντήρια γραμμή γενικής τεκμηρίωσης) (ΕΚΤ/2014/60) (ΕΕ L 91 της 2.4.2015, σ. 3).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Πίνακας 1

Κατηγορίες περικοπών αποτίμησης εμπορεύσιμων περιουσιακών στοιχείων με βάση την κατηγορία του εκδότη ή/και το είδος του περιουσιακού στοιχείου

Κατηγορία I

Κατηγορία II

Κατηγορία III

Κατηγορία IV

Κατηγορία V

χρεόγραφα που εκδίδονται από κεντρικές κυβερνήσεις

πιστοποιητικά χρέους της ΕΚΤ

πιστοποιητικά χρέους που εκδίδονται από ΕθνΚΤ πριν από την ημερομηνία υιοθέτησης του ευρώ στο οικείο κράτος μέλος

χρεόγραφα που εκδίδονται από τοπικές και περιφερειακές κυβερνήσεις

χρεόγραφα που εκδίδονται από οντότητες που κατατάσσονται στους ειδικούς φορείς-εκδότες χρεογράφων από το Ευρωσύστημα

χρεόγραφα που εκδίδονται από πολυμερείς τράπεζες ανάπτυξης και διεθνείς οργανισμούς

καλυμμένες ομολογίες τύπου «jumbo»

παραδοσιακές καλυμμένες ομολογίες και λοιπές καλυμμένες ομολογίες

χρεόγραφα που εκδίδονται από μη χρηματοοικονομικές εταιρείες

μη εξασφαλισμένα χρεόγραφα που εκδίδονται από πιστωτικά ιδρύματα

μη εξασφαλισμένα χρεόγραφα που εκδίδονται από χρηματοοικονομικές εταιρείες πλην των πιστωτικών ιδρυμάτων

τιτλοποιημένες απαιτήσεις (asset-backed securities)


Πίνακας 2

Περικοπές αποτίμησης αποδεκτών εμπορεύσιμων περιουσιακών στοιχείων

 

Κατηγορίες περικοπών αποτίμησης

Πιστοληπτική διαβάθμιση

Εναπομένουσα διάρκεια (έτη) (1)

Κατηγορία I

Κατηγορία II

Κατηγορία III

Κατηγορία IV

Κατηγορία V

σταθερό τοκομερίδιο

μηδενικό τοκομερίδιο

σταθερό τοκομερίδιο

μηδενικό τοκομερίδιο

σταθερό τοκομερίδιο

μηδενικό τοκομερίδιο

σταθερό τοκομερίδιο

μηδενικό τοκομερίδιο

 

Βαθμίδες 1 και 2

[0-1)

0,5

0,5

1,0

1,0

1,0

1,0

6,5

6,5

10,0

[1-3)

1,0

2,0

1,5

2,5

2,0

3,0

8,5

9,0

[3-5)

1,5

2,5

2,5

3,5

3,0

4,5

11,0

11,5

[5-7)

2,0

3,0

3,5

4,5

4,5

6,0

12,5

13,5

[7-10)

3,0

4,0

4,5

6,5

6,0

8,0

14,0

15,5

[10,∞)

5,0

7,0

8,0

10,5

9,0

13,0

17,0

22,5

 

Κατηγορίες περικοπών αποτίμησης

Πιστοληπτική διαβάθμιση

Εναπομένουσα διάρκεια (έτη) (1)

Κατηγορία I

Κατηγορία II

Κατηγορία III

Κατηγορία IV

Κατηγορία V

σταθερό τοκομερίδιο

μηδενικό τοκομερίδιο

σταθερό τοκομερίδιο

μηδενικό τοκομερίδιο

σταθερό τοκομερίδιο

μηδενικό τοκομερίδιο

σταθερό τοκομερίδιο

μηδενικό τοκομερίδιο

 

Βαθμίδα 3

[0-1)

6,0

6,0

7,0

7,0

8,0

8,0

13,0

13,0

μη αποδεκτά

[1-3)

7,0

8,0

10,0

14,5

15,0

16,5

24,5

26,5

[3-5)

9,0

10,0

15,5

20,5

22,5

25,0

32,5

36,5

[5-7)

10,0

11,5

16,0

22,0

26,0

30,0

36,0

40,0

[7-10)

11,5

13,0

18,5

27,5

27,0

32,5

37,0

42,5

[10,∞)

13,0

16,0

22,5

33,0

27,5

35,0

37,5

44,0


Πίνακας 3

Περικοπές αποτίμησης δανειακών απαιτήσεων σταθερού επιτοκίου

 

Μεθοδολογία αποτίμησης

Πιστοληπτική διαβάθμιση

Εναπομένουσα διάρκεια (έτη) (2)

Σταθερό επιτόκιο και αποτίμηση με βάση θεωρητική τιμή που καθορίζεται από την ΕθνΚΤ

Σταθερό επιτόκιο και αποτίμηση ανάλογα με το ανεξόφλητο υπόλοιπο που καθορίζεται από την ΕθνΚΤ

Βαθμίδες 1 και 2

[0-1)

10,0

12,0

[1-3)

12,0

16,0

[3-5)

14,0

21,0

[5-7)

17,0

27,0

[7-10)

22,0

35,0

[10,∞)

30,0

45,0

 

Μεθοδολογία αποτίμησης

Πιστοληπτική διαβάθμιση

Εναπομέ-νουσα διάρκεια (έτη) (2)

Σταθερό επιτόκιο και αποτίμηση με βάση θεωρητική τιμή που καθορίζεται από την ΕθνΚΤ

Σταθερό επιτόκιο και αποτίμηση ανάλογα με το ανεξόφλητο υπόλοιπο που καθορίζεται από την ΕθνΚΤ

Βαθμίδα 3

[0-1)

17,0

19,0

[1-3)

29,0

34,0

[3-5)

37,0

46,0

[5-7)

39,0

52,0

[7-10)

40,0

58,0

[10,∞)

42,0

65,0


(1)  δηλαδή [0-1) εναπομένουσα διάρκεια μικρότερη του έτους, [1-3) εναπομένουσα διάρκεια τουλάχιστον ενός έτους και μικρότερη των τριών ετών κ.λπ.

(2)  δηλαδή [0-1) εναπομένουσα διάρκεια μικρότερη του έτους, [1-3) εναπομένουσα διάρκεια τουλάχιστον ενός έτους και μικρότερη των τριών ετών κ.λπ.


Επάνω