EUR-Lex Πρόσβαση στο δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Επιστροφή στην αρχική σελίδα του EUR-Lex

Το έγγραφο αυτό έχει ληφθεί από τον ιστότοπο EUR-Lex

Έγγραφο 32014R1163

Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1163/2014 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 22ας Οκτωβρίου 2014 , σχετικά με τα εποπτικά τέλη (ΕΚΤ/2014/41)

ΕΕ L 311 της 31.10.2014, σ. 23 έως 31 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

Νομικό καθεστώς του εγγράφου Ισχύει: Η πράξη αυτή έχει τροποποιηθεί. Τρέχουσα ενοποιημένη έκδοση: 01/01/2020

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2014/1163/oj

31.10.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 311/23


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 1163/2014 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΉΣ ΚΕΝΤΡΙΚΉΣ ΤΡΆΠΕΖΑΣ

της 22ας Οκτωβρίου 2014

σχετικά με τα εποπτικά τέλη

(ΕΚΤ/2014/41)

ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 του Συμβουλίου, της 15ης Οκτωβρίου 2013, για την ανάθεση ειδικών καθηκόντων στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σχετικά με τις πολιτικές που αφορούν την προληπτική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων (1), και ιδίως το άρθρο 4 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο, το άρθρο 30 και το άρθρο 33 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο,

Έχοντας υπόψη τη δημόσια διαβούλευση και την ανάλυση που διενεργήθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 30 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 θεσπίζει ενιαίο εποπτικό μηχανισμό (ΕΕΜ) ο οποίος αποτελείται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) και τις εθνικές αρμόδιες αρχές (ΕΑΑ).

(2)

Σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1024/2013, η ΕΚΤ είναι υπεύθυνη για την αποτελεσματική και συνεπή λειτουργία του ΕΕΜ όσον αφορά όλα τα πιστωτικά ιδρύματα, τις χρηματοδοτικές εταιρείες συμμετοχών και τις μεικτές χρηματοοικονομικές εταιρείες συμμετοχών στο σύνολο των κρατών μελών της ζώνης του ευρώ, αλλά και σε κράτη μέλη εκτός ζώνης ευρώ τα οποία καθιερώνουν στενή συνεργασία με την ΕΚΤ. Οι κανόνες και διαδικασίες που διέπουν τη συνεργασία μεταξύ της ΕΚΤ, των ΕΑΑ και των εθνικών εντεταλμένων αρχών εντός του ΕΕΜ καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 468/2014 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (EKT/2014/17) (2).

(3)

Το άρθρο 30 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 προβλέπει την επιβολή από την ΕΚΤ ετήσιου εποπτικού τέλους στα πιστωτικά ιδρύματα τα οποία είναι εγκατεστημένα στα συμμετέχοντα κράτη μέλη και στα υποκαταστήματα πιστωτικών ιδρυμάτων εγκατεστημένων σε μη συμμετέχοντα κράτη μέλη τα οποία είναι εγκατεστημένα σε συμμετέχοντα κράτη μέλη. Τα τέλη που επιβάλλει η ΕΚΤ σκοπό έχουν να καλύπτουν, χωρίς να υπερβαίνουν, τις δαπάνες που τη βαρύνουν σε σχέση με τα καθήκοντα τα οποία της ανατίθενται δυνάμει των άρθρων 4 έως 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013.

(4)

Το ετήσιο εποπτικό τέλος θα πρέπει να αντιστοιχεί σε ποσό καταβλητέο σε ετήσια βάση από όλα τα πιστωτικά ιδρύματα τα οποία είναι εγκατεστημένα σε συμμετέχοντα κράτη μέλη και από τα υποκαταστήματα πιστωτικών ιδρυμάτων εγκατεστημένων σε μη συμμετέχοντα κράτη μέλη, τα οποία είναι εγκατεστημένα σε συμμετέχοντα κράτη μέλη, που υπόκεινται σε εποπτεία εντός του ΕΕΜ.

(5)

Η κατανομή των εποπτικών αρμοδιοτήτων μεταξύ της ΕΚΤ και των ΕΑΑ εντός του ΕΕΜ πραγματοποιείται με βάση τη σημασία των εποπτευόμενων οντοτήτων.

(6)

Η ΕΚΤ διαθέτει άμεση εποπτική αρμοδιότητα σε σχέση, αφενός, με εγκατεστημένα σε συμμετέχοντα κράτη μέλη σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα, χρηματοδοτικές εταιρείες συμμετοχών και μεικτές χρηματοοικονομικές εταιρείες συμμετοχών και, αφετέρου, με εγκατεστημένα σε συμμετέχοντα κράτη μέλη υποκαταστήματα πιστωτικών ιδρυμάτων εγκατεστημένων σε μη συμμετέχοντα κράτη μέλη.

(7)

Εξάλλου, η ΕΚΤ επιβλέπει τη λειτουργία του ΕΕΜ όσον αφορά όλα τα πιστωτικά ιδρύματα, σημαντικά ή λιγότερο σημαντικά. Η ΕΚΤ είναι ως προς όλα τα πιστωτικά ιδρύματα που είναι εγκατεστημένα στα συμμετέχοντα κράτη μέλη αποκλειστικά αρμόδια για τη χορήγηση και ανάκληση αδειών σχετικά με την ανάληψη δραστηριότητας πιστωτικού ιδρύματος και για την αξιολόγηση της απόκτησης και διάθεσης ειδικής συμμετοχής σε πιστωτικό ίδρυμα.

(8)

Οι ΕΑΑ είναι αρμόδιες για την άμεση εποπτεία των λιγότερο σημαντικών οντοτήτων, υπό την επιφύλαξη της εξουσίας της ΕΚΤ να ασκεί η ίδια την άμεση εποπτεία τους σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, εφόσον τούτο κρίνεται απαραίτητο για τη συνεπή εφαρμογή υψηλών εποπτικών κανόνων. Στον επιμερισμό του ποσού που ανακτάται μέσω της επιβολής εποπτικών τελών μεταξύ των κατηγοριών σημαντικών και λιγότερο σημαντικών εποπτευόμενων οντοτήτων λαμβάνονται υπόψη η ως άνω κατανομή των εποπτικών αρμοδιοτήτων εντός του ΕΕΜ και οι συναφείς δαπάνες που βαρύνουν την ΕΚΤ.

(9)

Το άρθρο 33 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 υποχρεώνει την ΕΚΤ να δημοσιεύει, με τη μορφή κανονισμών και αποφάσεων, τις αναλυτικές επιχειρησιακές ρυθμίσεις για την εκτέλεση των καθηκόντων που της ανατίθενται με τον εν λόγω κανονισμό.

(10)

Σύμφωνα με το άρθρο 30 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013, τα τέλη πρόκειται να βασίζονται σε αντικειμενικά κριτήρια που αφορούν τη σπουδαιότητα και το προφίλ κινδύνου των πιστωτικών ιδρυμάτων, συμπεριλαμβανομένων των σταθμισμένων βάσει κινδύνου στοιχείων του ενεργητικού.

(11)

Τα τέλη πρόκειται να υπολογίζονται στο υψηλότερο επίπεδο ενοποίησης στα συμμετέχοντα κράτη μέλη. Αυτό σημαίνει ότι στην περίπτωση πιστωτικών ιδρυμάτων που ανήκουν σε εποπτευόμενο όμιλο εγκατεστημένο σε συμμετέχοντα κράτη μέλη θα υπολογίζεται ενιαίο τέλος, το οποίο θα καταβάλλεται σε επίπεδο ομίλου.

(12)

Στον υπολογισμό του ετήσιου εποπτικού τέλους δεν θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη θυγατρικές εγκατεστημένες σε μη συμμετέχοντα κράτη μέλη. Εν προκειμένω, για τον καθορισμό των συναφών συντελεστών υπολογισμού τέλους ορισμένου εποπτευόμενου ομίλου θα πρέπει να παρέχονται υποενοποιημένα δεδομένα για όλες τις θυγατρικές και τις εργασίες που ελέγχονται από τη μητρική επιχείρηση στα συμμετέχοντα κράτη μέλη. Ωστόσο, επειδή το κόστος παραγωγής των υποενοποιημένων αυτών δεδομένων ενδέχεται να είναι υψηλό, οι εποπτευόμενες οντότητες θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να προκρίνουν τον υπολογισμό τέλους με βάση δεδομένα παρεχόμενα στο υψηλότερο επίπεδο ενοποίησης στα συμμετέχοντα κράτη μέλη, περιλαμβανομένων των θυγατρικών που είναι εγκατεστημένες σε μη συμμετέχοντα κράτη μέλη, έστω κι αν αυτό ενδέχεται να συνεπάγεται υψηλότερο τέλος.

(13)

Τα ιδρύματα του άρθρου 2 παράγραφος 5 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3) εξαιρούνται από τα εποπτικά καθήκοντα που ανατίθενται στην ΕΚΤ σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 και, ως εκ τούτου, δεν υπόκεινται στην επιβολή τελών από την τελευταία.

(14)

Ο κανονισμός έχει γενική ισχύ, είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε όλα τα κράτη μέλη της ζώνης του ευρώ. Είναι συνεπώς το ενδεδειγμένο νομικό εργαλείο για τον καθορισμό των επιχειρησιακών ρυθμίσεων προς εφαρμογή του άρθρου 30 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013.

(15)

Σύμφωνα με το άρθρο 30 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013, ο παρών κανονισμός δεν θίγει το δικαίωμα των ΕΑΑ να εισπράττουν τέλη σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο και, στον βαθμό που τα καθήκοντα εποπτείας δεν έχουν ανατεθεί στην ΕΚΤ, ή σε ό,τι αφορά το κόστος συνεργασίας με την ΕΚΤ, το κόστος συνδρομής της ΕΚΤ και το κόστος ενεργειών σύμφωνα με τις οδηγίες της, σύμφωνα με τη σχετική ενωσιακή νομοθεσία και με την επιφύλαξη των ρυθμίσεων για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013, συμπεριλαμβανομένων των άρθρων 6 και 12 αυτού,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΜΕΡΟΣ I

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

1.   Ο παρών κανονισμός καθορίζει:

α)

τις ρυθμίσεις για τον υπολογισμό του συνολικού ποσού των ετήσιων εποπτικών τελών που επιβάλλονται σε σχέση με εποπτευόμενες οντότητες και εποπτευόμενους ομίλους·

β)

τη μεθοδολογία και τα κριτήρια υπολογισμού του ετήσιου εποπτικού τέλους που πρόκειται να βαρύνει κάθε εποπτευόμενη οντότητα και εποπτευόμενο όμιλο·

γ)

τη διαδικασία είσπραξης των ετήσιων εποπτικών τελών από την ΕΚΤ.

2.   Το συνολικό ποσό των ετήσιων εποπτικών τελών περιλαμβάνει το ετήσιο εποπτικό τέλος σε σχέση με κάθε σημαντική και λιγότερο σημαντική εποπτευόμενη οντότητα ή κάθε σημαντικό και λιγότερο σημαντικό εποπτευόμενο όμιλο και υπολογίζεται από την ΕΚΤ στο υψηλότερο επίπεδο ενοποίησης στα συμμετέχοντα κράτη μέλη.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Εκτός αν άλλως ορίζεται, για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού ισχύουν οι ορισμοί που περιλαμβάνονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 και στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 468/2014 (ΕΚΤ/2014/17), σε συνδυασμό με τους ακόλουθους ορισμούς:

1.   «ετήσιο εποπτικό τέλος»: τέλος καταβλητέο σε σχέση με κάθε εποπτευόμενη οντότητα και εποπτευόμενο όμιλο και υπολογιζόμενο σύμφωνα με τις ρυθμίσεις του άρθρου 10 παράγραφος 6·

2.   «ετήσιο κόστος»: ποσό το οποίο καθορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 5 και είναι ανακτητέο από την ΕΚΤ μέσω των ετήσιων εποπτικών τελών για δεδομένη περίοδο επιβολής τέλους·

3.   «οφειλέτης εποπτικού τέλους»: υπόχρεο καταβολής τέλους πιστωτικό ίδρυμα ή υπόχρεο καταβολής τέλους υποκατάστημα κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 4, προς το οποίο απευθύνεται η ειδοποίηση καταβολής τέλους·

4.   «συντελεστές υπολογισμού τέλους»: δεδομένα τα οποία ορίζονται στο άρθρο 10 παράγραφος 3 στοιχείο α) και χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό του ετήσιου εποπτικού τέλους σε σχέση με εποπτευόμενη οντότητα ή εποπτευόμενο όμιλο·

5.   «ειδοποίηση καταβολής τέλους»: ειδοποίηση απευθυνόμενη προς τον οφειλέτη εποπτικού τέλους, η οποία καθορίζει το καταβλητέο από αυτόν ετήσιο εποπτικό τέλος σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό·

6.   «υπόχρεο καταβολής τέλους πιστωτικό ίδρυμα»: πιστωτικό ίδρυμα εγκατεστημένο σε συμμετέχον κράτος μέλος·

7.   «υπόχρεο καταβολής τέλους υποκατάστημα»: υποκατάστημα πιστωτικού ιδρύματος εγκατεστημένου σε μη συμμετέχον κράτος μέλος, το οποίο είναι εγκατεστημένο σε συμμετέχον κράτος μέλος·

8.   «περίοδος επιβολής τέλους»: ημερολογιακό έτος·

9.   «πρώτη περίοδος επιβολής τέλους»: το χρονικό διάστημα μεταξύ της ημερομηνίας ανάληψης από την ΕΚΤ των καθηκόντων που της ανατίθενται με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 και του τέλους του ημερολογιακού έτους εντός του οποίου αυτή αναλαμβάνει τα ως άνω καθήκοντα·

10.   «όμιλος υπόχρεων καταβολής τέλους οντοτήτων»: i) εποπτευόμενος όμιλος και ii) περισσότερα υπόχρεα καταβολής τέλους υποκαταστήματα που λογίζονται ως ένα υποκατάστημα σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 3·

11.   «κράτος μέλος»: κράτος μέλος της Ένωσης·

12.   «σύνολο στοιχείων ενεργητικού»: η συνολική αξία των στοιχείων ενεργητικού που καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 51 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 468/2014 (ΕΚΤ/2014/17). Το σύνολο στοιχείων ενεργητικού στην περίπτωση ομίλου υπόχρεων καταβολής τέλους οντοτήτων δεν καταλαμβάνει θυγατρικές εγκατεστημένες σε μη συμμετέχοντα κράτη μέλη και τρίτες χώρες·

13.   «συνολική έκθεση σε κίνδυνο»: προκειμένου για όμιλο υπόχρεων καταβολής τέλους οντοτήτων και για υπόχρεο καταβολής τέλους πιστωτικό ίδρυμα που δεν ανήκει σε τέτοιο όμιλο, το ποσό που καθορίζεται στο υψηλότερο επίπεδο ενοποίησης στα συμμετέχοντα κράτη μέλη και υπολογίζεται βάσει του άρθρου 92 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4).

Άρθρο 3

Γενική υποχρέωση καταβολής του ετήσιου εποπτικού τέλους

1.   Για κάθε περίοδο επιβολής τέλους η ΕΚΤ επιβάλλει ετήσιο εποπτικό τέλος σε σχέση με κάθε εποπτευόμενη οντότητα και εποπτευόμενο όμιλο.

2.   Το ετήσιο εποπτικό τέλος κάθε εποπτευόμενης οντότητας και εποπτευόμενου ομίλου θα προσδιορίζεται σε ειδοποίηση καταβολής τέλους απευθυνόμενη προς τον οφειλέτη εποπτικού τέλους και πληρωτέα από εκείνον. Ο οφειλέτης εποπτικού τέλους θα είναι ο αποδέκτης της εν λόγω ειδοποίησης και κάθε ειδοποίησης ή κοινοποίησης προερχόμενης από την ΕΚΤ αναφορικά με εποπτικά τέλη. Ο οφειλέτης εποπτικού τέλους θα είναι υπεύθυνος για την καταβολή του ετήσιου εποπτικού τέλους.

3.   Δύο ή περισσότερα υπόχρεα καταβολής τέλους υποκαταστήματα του ίδιου πιστωτικού ιδρύματος που είναι εγκατεστημένα στο ίδιο συμμετέχον κράτος μέλος λογίζονται ως ένα υποκατάστημα. Δεν λογίζονται ως ένα υποκατάστημα υπόχρεα καταβολής τέλους υποκαταστήματα του ίδιου πιστωτικού ιδρύματος που είναι εγκατεστημένα σε διαφορετικά συμμετέχοντα κράτη μέλη.

4.   Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού τα υπόχρεα καταβολής τέλους υποκαταστήματα λογίζονται ως οντότητες διακριτές από τις θυγατρικές του ίδιου πιστωτικού ιδρύματος που είναι εγκατεστημένες στο ίδιο κράτος μέλος.

Άρθρο 4

Οφειλέτης εποπτικού τέλους

1.   Οφειλέτης εποπτικού τέλους ως προς το ετήσιο εποπτικό τέλος είναι:

α)

προκειμένου για υπόχρεο καταβολής τέλους πιστωτικό ίδρυμα που δεν ανήκει σε εποπτευόμενο όμιλο, το υπόχρεο καταβολής τέλους πιστωτικό ίδρυμα·

β)

προκειμένου για υπόχρεο καταβολής τέλους υποκατάστημα που δεν ομαδοποιείται με άλλο τέτοιο υποκατάστημα, το υπόχρεο καταβολής τέλους υποκατάστημα·

γ)

προκειμένου για εποπτευόμενο όμιλο υπόχρεων καταβολής τέλους οντοτήτων, ο οφειλέτης εποπτικού τέλους που καθορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2.

2.   Με την επιφύλαξη των ρυθμίσεων που ισχύουν εντός του εκάστοτε ομίλου υπόχρεων καταβολής τέλους οντοτήτων όσον αφορά τον επιμερισμό του κόστους, ένας όμιλος υπόχρεων καταβολής τέλους οντοτήτων λογίζεται ως μία μονάδα. Κάθε τέτοιος όμιλος ορίζει τον οφειλέτη εποπτικού τέλους για λογαριασμό ολόκληρου του ομίλου και γνωστοποιεί την ταυτότητά του στην ΕΚΤ. Ο οφειλέτης εποπτικού τέλους πρέπει να είναι εγκατεστημένος σε συμμετέχον κράτος μέλος. Η ως άνω γνωστοποίηση θεωρείται έγκυρη μόνο εφόσον:

α)

αναφέρει τις επωνυμίες όλων των εποπτευόμενων οντοτήτων του ομίλου τις οποίες αφορά η ίδια η γνωστοποίηση·

β)

υπογράφεται εκ μέρους όλων των εποπτευόμενων οντοτήτων του ομίλου·

γ)

περιέρχεται στην ΕΚΤ το αργότερο την 1η Ιουλίου κάθε έτους, προκειμένου να ληφθεί υπόψη για την έκδοση της ειδοποίησης καταβολής τέλους σε σχέση με την επόμενη περίοδο επιβολής τέλους.

Εάν η ΕΚΤ λάβει εμπρόθεσμα περισσότερες γνωστοποιήσεις ανά όμιλο υπόχρεων καταβολής τέλους οντοτήτων, υπερισχύει η γνωστοποίηση την οποία λαμβάνει τελευταία πριν από την εκπνοή της προθεσμίας.

3.   Υπό την επιφύλαξη της παραγράφου 2 η ΕΚΤ επιφυλάσσεται του δικαιώματος να καθορίζει τον οφειλέτη εποπτικού τέλους.

ΜΕΡΟΣ II

ΔΑΠΑΝΕΣ ΚΑΙ ΚΟΣΤΟΣ

Άρθρο 5

Ετήσιο κόστος

1.   Το ετήσιο κόστος αποτελεί τη βάση καθορισμού των ετήσιων εποπτικών τελών και ανακτάται μέσω της καταβολής των ετήσιων αυτών εποπτικών τελών.

2.   Το ύψος του ετήσιου κόστους καθορίζεται με βάση το ύψος των ετήσιων δαπανών που περιλαμβάνουν τυχόν δαπάνες που βαρύνουν την ΕΚΤ κατά την οικεία περίοδο επιβολής τέλους και σχετίζονται άμεσα ή έμμεσα με τα εποπτικά της καθήκοντα.

Το συνολικό ποσό των ετήσιων εποπτικών τελών καλύπτει, χωρίς να υπερβαίνει, τις δαπάνες που βαρύνουν την ΕΚΤ σε σχέση με τα εποπτικά της καθήκοντα κατά την οικεία περίοδο επιβολής τέλους.

3.   Κατά τον καθορισμό του ετήσιου κόστους η ΕΚΤ λαμβάνει υπόψη:

α)

τυχόν τέλη αναγόμενα σε προηγούμενες περιόδους επιβολής τέλους, η είσπραξη των οποίων δεν είναι βέβαιη·

β)

τυχόν ποσά τόκων εισπραττόμενα σύμφωνα με το άρθρο 14·

γ)

τυχόν ποσά εισπραττόμενα ή επιστρεφόμενα σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 3.

Άρθρο 6

Εκτίμηση και καθορισμός του ετήσιου κόστους

1.   Με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων υποβολής εκθέσεων βάσει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013, έως το τέλος κάθε ημερολογιακού έτους η ΕΚΤ υπολογίζει το εκτιμώμενο ετήσιο κόστος σε σχέση με την περίοδο επιβολής τέλους για το επόμενο ημερολογιακό έτος.

2.   Η ΕΚΤ καθορίζει το πραγματικό ετήσιο κόστος για δεδομένη περίοδο επιβολής τέλους εντός τεσσάρων μηνών από τη λήξη της.

3.   Το εκτιμώμενο ετήσιο κόστος και το πραγματικό ετήσιο κόστος λαμβάνονται ως βάση για τον υπολογισμό του συνολικού ποσού των ετήσιων εποπτικών τελών που προβλέπεται στο άρθρο 9 παράγραφος 1.

ΜΕΡΟΣ III

ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΤΗΣΙΟΥ ΕΠΟΠΤΙΚΟΥ ΤΕΛΟΥΣ

Άρθρο 7

Νέες εποπτευόμενες οντότητες ή μεταβολή ιδιότητας

1.   Όταν μια εποπτευόμενη οντότητα ή ένας εποπτευόμενος όμιλος εποπτεύεται μόνο για τμήμα της περιόδου επιβολής τέλους, το ετήσιο εποπτικό τέλος υπολογίζεται με βάση τον αριθμό των μηνών της εν λόγω περιόδου, καθ' όλη τη διάρκεια των οποίων εποπτεύεται η οντότητα ή ο όμιλος.

2.   Όταν, κατόπιν σχετικής απόφασης της ΕΚΤ, η ιδιότητα μιας εποπτευόμενης οντότητας ή ενός εποπτευόμενου ομίλου μεταβάλλεται από σημαντική(-ό) σε λιγότερο σημαντική(-ό) ή αντίστροφα, το ετήσιο εποπτικό τέλος υπολογίζεται με βάση τον αριθμό των μηνών, την τελευταία ημέρα των οποίων η εποπτευόμενη οντότητα ή ο εποπτευόμενος όμιλος διατηρούσε, κατά περίπτωση, την αντίστοιχη ιδιότητα.

3.   Όταν το ποσό του επιβαλλόμενου ετήσιου εποπτικού τέλους διαφέρει από το υπολογιζόμενο σύμφωνα με τις παραγράφους 1 ή 2, η ΕΚΤ, κατά περίπτωση, επιστρέφει τη διαφορά στον οφειλέτη εποπτικού τέλους ή τιμολογεί το επιπλέον ποσό που προκύπτει ως καταβλητέο από αυτόν.

Άρθρο 8

Επιμερισμός του ετήσιου κόστους μεταξύ σημαντικών και λιγότερο σημαντικών εποπτευόμενων οντοτήτων

1.   Για τον υπολογισμό του καταβλητέου ετήσιου εποπτικού τέλους σε σχέση με κάθε εποπτευόμενη οντότητα και εποπτευόμενο όμιλο, το ετήσιο κόστος διαχωρίζεται σε δύο μέρη που αντιστοιχούν στην κατηγορία των εποπτευόμενων οντοτήτων και των εποπτευόμενων ομίλων, ως εξής:

α)

ετήσιο κόστος η ανάκτηση του οποίου θα προέλθει από σημαντικές εποπτευόμενες οντότητες·

β)

ετήσιο κόστος η ανάκτηση του οποίου θα προέλθει από λιγότερο σημαντικές εποπτευόμενες οντότητες.

2.   Ο διαχωρισμός του ετήσιου κόστους κατά την παράγραφο 1 βασίζεται στον επιμερισμό του κόστους μεταξύ των οικείων λειτουργικών μονάδων που ασκούν την άμεση εποπτεία των σημαντικών εποπτευόμενων οντοτήτων και την έμμεση εποπτεία των λιγότερο σημαντικών εποπτευόμενων οντοτήτων.

Άρθρο 9

Επιβλητέο ποσό

1.   Το συνολικό ποσό των ετήσιων εποπτικών τελών που επιβάλλει η ΕΚΤ ισούται με το άθροισμα:

α)

του εκτιμώμενου ετήσιου κόστους που αντιστοιχεί στην τρέχουσα περίοδο επιβολής τέλους, υπολογιζόμενου βάσει του εγκεκριμένου προϋπολογισμού για τη συγκεκριμένη περίοδο επιβολής τέλους·

β)

τυχόν πλεονάσματος ή ελλείμματος αναγόμενου στην προηγούμενη περίοδο επιβολής τέλους, το οποίο προκύπτει διά της αφαίρεσης του πραγματικού ετήσιου κόστους της προηγούμενης αυτής περιόδου από το εκτιμώμενο ετήσιο κόστος που επιβλήθηκε κατά την ίδια περίοδο.

2.   Για κάθε κατηγορία εποπτευόμενων οντοτήτων και ομίλων η ΕΚΤ αποφασίζει για το συνολικό ποσό που καθίσταται επιβλητέο με τη μορφή ετήσιων εποπτικών τελών, το οποίο δημοσιεύει στον δικτυακό της τόπο έως την 30ή Απριλίου της αντίστοιχης περιόδου επιβολής τέλους.

Άρθρο 10

Ετήσιο εποπτικό τέλος καταβλητέο σε σχέση με εποπτευόμενες οντότητες ή εποπτευόμενους ομίλους

1.   Το καταβλητέο ετήσιο εποπτικό τέλος σε σχέση με μια σημαντική εποπτευόμενη οντότητα ή έναν σημαντικό εποπτευόμενο όμιλο καθορίζεται με επιμερισμό του ποσού που πρόκειται να επιβληθεί στην οικεία κατηγορία σημαντικών εποπτευόμενων οντοτήτων και ομίλων μεταξύ των συγκεκριμένων σημαντικών εποπτευόμενων οντοτήτων και ομίλων βάσει των αντίστοιχων συντελεστών υπολογισμού τέλους.

2.   Το καταβλητέο ετήσιο εποπτικό τέλος σε σχέση με μια λιγότερο σημαντική εποπτευόμενη οντότητα ή έναν λιγότερο σημαντικό εποπτευόμενο όμιλο καθορίζεται με επιμερισμό του ποσού που πρόκειται να επιβληθεί στην οικεία κατηγορία λιγότερο σημαντικών εποπτευόμενων οντοτήτων και ομίλων μεταξύ των συγκεκριμένων λιγότερο σημαντικών εποπτευόμενων οντοτήτων και ομίλων βάσει των αντίστοιχων συντελεστών υπολογισμού τέλους.

3.   Οι συντελεστές υπολογισμού τέλους στο υψηλότερο επίπεδο ενοποίησης στα συμμετέχοντα κράτη μέλη υπολογίζονται ως ακολούθως.

α)

Οι συντελεστές υπολογισμού τέλους βάσει των οποίων καθορίζεται το καταβλητέο ετήσιο εποπτικό τέλος σε σχέση με κάθε εποπτευόμενη οντότητα ή όμιλο αντιστοιχούν στο ποσό των ακόλουθων στοιχείων, ως έχει την ημερομηνία αναφοράς,:

i)

σύνολο στοιχείων ενεργητικού·

ii)

συνολική έκθεση σε κίνδυνο. Στην περίπτωση υπόχρεου καταβολής τέλους υποκαταστήματος, η συνολική έκθεση σε κίνδυνο θεωρείται μηδενική.

β)

Τα δεδομένα σχετικά με τους συντελεστές υπολογισμού τέλους καθορίζονται και συλλέγονται σύμφωνα με απόφαση της ΕΚΤ η οποία καθορίζει την εφαρμοστέα μεθοδολογία και τις διαδικασίες. Η απόφαση δημοσιεύεται στον δικτυακό τόπο της ΕΚΤ.

γ)

Για τους σκοπούς υπολογισμού των συντελεστών υπολογισμού τέλους, οι εποπτευόμενοι όμιλοι θα πρέπει κατά κανόνα να εξαιρούν τα στοιχεία ενεργητικού θυγατρικών εγκατεστημένων σε μη συμμετέχοντα κράτη μέλη και τρίτες χώρες. Εναπόκειται στους εποπτευόμενους ομίλους να μην εξαιρούν τα εν λόγω στοιχεία ενεργητικού για τον υπολογισμό των συντελεστών υπολογισμού τέλους.

δ)

Προκειμένου για εποπτευόμενες οντότητες ή εποπευόμενους ομίλους που ταξινομούνται ως λιγότερο σημαντικές(-οί) βάσει του άρθρου 6 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013, ο συντελεστής υπολογισμού τέλους του συνόλου στοιχείων ενεργητικού δεν υπερβαίνει τα 30 δισεκατ. ευρώ.

ε)

Αναφορικά με τους συντελεστές υπολογισμού τέλους χρησιμοποιείται η ακόλουθη σχετική στάθμιση:

i)

σύνολο στοιχείων ενεργητικού: 50 %;

ii)

συνολική έκθεση σε κίνδυνο: 50 %.

4.   Οι οφειλέτες εποπτικού τέλους υποβάλλουν τους συντελεστές υπολογισμού τέλους με ημερομηνία αναφοράς την 31η Δεκεμβρίου του προηγούμενου της υποβολής έτους και παρέχουν στην οικεία ΕΑΑ τα δεδομένα που απαιτούνται για τον υπολογισμό των ετήσιων εποπτικών τελών από την ΕΚΤ έως το κλείσιμο των εργασιών της 1ης Ιουλίου του έτους που έπεται εκείνου της ως άνω ημερομηνίας αναφοράς ή της επόμενης εργάσιμης ημέρας, εάν η 1η Ιουλίου δεν είναι εργάσιμη. Σε περιπτώσεις που οι εποπτευόμενες οντότητες καταρτίζουν τους ετήσιους λογαριασμούς τους με βάση το τέλος της χρήσης για λογιστικούς σκοπούς, η οποία διαφέρει από το ημερολογιακό έτος, οι οφειλέτες εποπτικού τέλους μπορούν να υποβάλλουν τους ως άνω συντελεστές με ημερομηνία αναφοράς του τέλους ης εφαρμοζόμενης από αυτούς χρήσης για λογιστικούς σκοπούς. Οι ΕΑΑ παρέχουν στην ΕΚΤ τα εν λόγω δεδομένα σύμφωνα με τις διαδικασίες που αυτή καθορίζει. Το άθροισμα του συνόλου στοιχείων ενεργητικού και το άθροισμα της συνολικής έκθεσης σε κίνδυνο όλων των οφειλετών εποπτικού τέλους δημοσιεύονται στον δικτυακό τόπο της ΕΚΤ.

5.   Σε περίπτωση που ορισμένος οφειλέτης εποπτικού τέλους δεν υποβάλλει τους συντελεστές υπολογισμού τέλους, η ΕΚΤ προβαίνει στον καθορισμό τους σύμφωνα με τη μεθοδολογία που προβλέπεται στη σχετική απόφασή της. Η παράλειψη υποβολής των συντελεστών υπολογισμού τέλους κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 4 θεωρείται παράβαση των διατάξεων του παρόντος κανονισμού.

6.   Το ετήσιο εποπτικό τέλος που είναι καταβλητέο από κάθε οφειλέτη εποπτικού τέλους υπολογίζεται ως ακολούθως.

α)

Το ετήσιο εποπτικό τέλος αντιστοιχεί στο άθροισμα της ελάχιστης συνιστώσας του τέλους και της μεταβλητής συνιστώσας του τέλους.

β)

Η ελάχιστη συνιστώσα του τέλους υπολογίζεται ως σταθερό ποσοστό επί του συνολικού ποσού των ετήσιων εποπτικών τελών για κάθε κατηγορία εποπτευόμενων οντοτήτων και ομίλων, όπως αυτά καθορίζονται κατά τα άρθρα 8 και 9. Το σταθερό ποσοστό για την κατηγορία των σημαντικών εποπτευόμενων οντοτήτων και ομίλων είναι 10 %. Το εν λόγω ποσό επιμερίζεται εξίσου μεταξύ όλων των οφειλετών εποπτικού τέλους. Για σημαντικές εποπτευόμενες οντότητες και ομίλους με σύνολο στοιχείων ενεργητικού έως και 10 δισεκατ. ευρώ η ελάχιστη συνιστώσα του τέλους διαιρείται διά του δύο. Για την κατηγορία των λιγότερο σημαντικών εποπτευόμενων οντοτήτων και ομίλων το σταθερό ποσοστό είναι 10 %. Το εν λόγω ποσό επιμερίζεται εξίσου μεταξύ όλων των οφειλετών εποπτικού τέλους. Η ελάχιστη συνιστώσα του τέλους αντιστοιχεί στο κατώτερο όριο του ετήσιου εποπτικού τέλους ανά οφειλέτη εποπτικού τέλους.

γ)

Η μεταβλητή συνιστώσα του τέλους αντιστοιχεί στη διαφορά μεταξύ του συνολικού ποσού των ετήσιων εποπτικών τελών για κάθε κατηγορία εποπτευόμενων οντοτήτων, όπως αυτά καθορίζονται κατά τα άρθρα 8 και 9, και της ελάχιστης συνιστώσας του τέλους για την ίδια κατηγορία οντοτήτων. Η μεταβλητή συνιστώσα του τέλους επιμερίζεται μεταξύ των συγκεκριμένων οφειλετών εποπτικού τέλους κάθε κατηγορίας ανάλογα με το μερίδιο του κάθε οφειλέτη στο άθροισμα των σταθμισμένων συντελεστών υπολογισμού τέλους όλων των οφειλετών εποπτικού τέλους, όπως αυτοί καθορίζονται κατά την παράγραφο 3.

Με βάση τον υπολογισμό που διενεργείται σύμφωνα με τις προηγούμενες παραγράφους και τους συντελεστές υπολογισμού τέλους που υποβάλλονται σύμφωνα με την ως άνω παράγραφο 4, η ΕΚΤ αποφασίζει για το ετήσιο εποπτικό τέλος που είναι καταβλητέο από κάθε οφειλέτη εποπτικού τέλους. Το καταβλητέο ετήσιο εποπτικό τέλος θα γνωστοποιείται στον εκάστοτε οφειλέτη μέσω της ειδοποίησης καταβολής τέλους.

ΜΕΡΟΣ IV

ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΜΕ ΤΙΣ ΕΑΑ

Άρθρο 11

Συνεργασία με τις ΕΑΑ

1.   Πριν από τη λήψη απόφασης για το οριστικό ύψος των εποπτικών τελών η ΕΚΤ επικοινωνεί με τις ΕΑΑ, προκειμένου να διασφαλίζεται ότι η άσκηση εποπτείας παραμένει αποδοτική από άποψη κόστους και εύλογη για όλα τα επηρεαζόμενα πιστωτικά ιδρύματα και υποκαταστήματα. Η ΕΚΤ, σε συνεργασία με τις ΕΑΑ, σχεδιάζει και υλοποιεί προς τούτο κατάλληλο δίαυλο επικοινωνίας.

2.   Οι ΕΑΑ συνδράμουν την ΕΚΤ στην επιβολή τελών, εφόσον η ίδια το ζητήσει.

3.   Στην περίπτωση πιστωτικών ιδρυμάτων εγκατεστημένων σε συμμετέχον κράτος μέλος εκτός ζώνης ευρώ, του οποίου η στενή συνεργασία με την ΕΚΤ δεν έχει ανασταλεί ή λυθεί, η ΕΚΤ απευθύνει προς την ΕΑΑ του εν λόγω κράτους μέλους οδηγίες για τη συλλογή των συντελεστών υπολογισμού τέλους και την τιμολόγηση του ετήσιου εποπτικού τέλους.

ΜΕΡΟΣ V

ΤΙΜΟΛΟΓΗΣΗ

Άρθρο 12

Ειδοποίηση καταβολής τέλους

1.   Η ΕΚΤ εκδίδει ειδοποίηση καταβολής τέλους απευθυνόμενη προς κάθε οφειλέτη εποπτικού τέλους σε ετήσια βάση.

2.   Η ειδοποίηση καταβολής τέλους καθορίζει τα μέσα καταβολής του ετήσιου εποπτικού τέλους. Ο οφειλέτης εποπτικού τέλους συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις της ειδοποίησης όσον αφορά την καταβολή του ετήσιου εποπτικού τέλους.

3.   Το ποσό που οφείλεται βάσει της ειδοποίησης καταβολής τέλους καταβάλλεται από τον οφειλέτη εποπτικού τέλους εντός 35 ημερών από την ημερομηνία έκδοσής της.

Άρθρο 13

Γνωστοποίηση της ειδοποίησης καταβολής τέλους

1.   Ο οφειλέτης εποπτικού τέλους ευθύνεται για την ενημέρωση των στοιχείων επικοινωνίας που απαιτούνται για τους σκοπούς υποβολής της ειδοποίησης καταβολής τέλους και γνωστοποιεί στην ΕΚΤ κάθε μεταβολή στα στοιχεία επικοινωνίας (δηλαδή όνομα, λειτουργία, οργανωτική μονάδα, διεύθυνση, διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, αριθμό τηλεφώνου, αριθμό φαξ). Ο οφειλέτης εποπτικού τέλους γνωστοποιεί στην ΕΚΤ κάθε μεταβολή στα στοιχεία επικοινωνίας έως την 1η Ιουλίου κάθε περιόδου επιβολής τέλους. Τα εν λόγω στοιχεία επικοινωνίας παραπέμπουν σε φυσικό πρόσωπο ή, κατά προτίμηση, σε λειτουργική μονάδα εντός της οργανωτικής δομής του οφειλέτη εποπτικού τέλους.

2.   Η ΕΚΤ γνωστοποιεί την ειδοποίηση καταβολής τέλους με οποιονδήποτε από τους ακόλουθους τρόπους: α) με ηλεκτρονικά ή αντίστοιχα μέσα επικοινωνίας· β) με τηλεομοιοτυπία· γ) με υπηρεσία ταχυμεταφοράς· δ) με συστημένη επιστολή με απόδειξη παραλαβής· ε) με επίδοση ή εγχείριση της ειδοποίησης. Ανυπόγραφη ειδοποίηση καταβολής τέλους είναι έγκυρη.

Άρθρο 14

Τοκισμός σε περίπτωση μη πληρωμής

Με την επιφύλαξη κάθε άλλου επανορθωτικού μέτρου που διαθέτει η ΕΚΤ, το ανεξόφλητο ποσό του ετήσιου εποπτικού τέλους σε περίπτωση μερικής πληρωμής, μη πληρωμής ή μη συμμόρφωσης με τους όρους πληρωμής που καθορίζονται στην ειδοποίηση καταβολής τέλους τοκίζεται σε ημερήσια βάση με επιτόκιο που ισούται με το επιτόκιο των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης που εφαρμόζει η ΕΚΤ, προσαυξημένο κατά 8 εκατοστιαίες μονάδες, από την ημερομηνία κατά την οποία το καταβλητέο ποσό καθίσταται ληξιπρόθεσμο.

ΜΕΡΟΣ VI

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 15

Κυρώσεις

Σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων του παρόντος κανονισμού η ΕΚΤ δύναται να επιβάλλει κυρώσεις σε εποπτευόμενες οντότητες σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2532/98 του Συμβουλίου (5) και, συμπληρωματικά, με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 468/2014 (EKT/2014/17).

Άρθρο 16

Μεταβατικές διατάξεις

1.   Η ειδοποίηση καταβολής τέλους για την πρώτη περίοδο επιβολής τέλους εκδίδεται μαζί με την ειδοποίηση καταβολής τέλους για την περίοδο επιβολής τέλους του 2015.

2.   Προκειμένου να καταστεί δυνατή η έναρξη της είσπραξης του ετήσιου εποπτικού τέλους από την ΕΚΤ, κάθε όμιλος υπόχρεων καταβολής τέλους οντοτήτων ορίζει τον οφειλέτη εποπτικού τέλους για λογαριασμό του ομίλου και γνωστοποιεί την ταυτότητά του στην ΕΚΤ έως τις 31 Δεκεμβρίου 2014, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 2.

3.   Ο οφειλέτης εποπτικού τέλους υποβάλλει τα στοιχεία του άρθρου 13 παράγραφος 1 για πρώτη φορά έως την 1η Μαρτίου 2015.

Άρθρο 17

Υποβολή εκθέσεων και επανεξέταση

1.   Σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013, η ΕΚΤ υποβάλλει σε ετήσια βάση έκθεση σχετικά με την προβλεπόμενη εξέλιξη της δομής και του ύψους των ετήσιων εποπτικών τελών στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την Ευρωομάδα.

2.   Έως το 2017 η ΕΚΤ επανεξετάζει τον παρόντα κανονισμό, ιδίως όσον αφορά τη μεθοδολογία και τα κριτήρια υπολογισμού των επιβλητέων ετήσιων εποπτικών τελών για κάθε εποπτευόμενη οντότητα και όμιλο.

Άρθρο 18

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα στα κράτη μέλη σύμφωνα με τις Συνθήκες.

Φρανκφούρτη, 22 Οκτωβρίου 2014.

Για το διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ

Ο Πρόεδρος της ΕΚΤ

Mario DRAGHI


(1)  ΕΕ L 287 της 29.10.2013, σ. 63.

(2)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 468/2014 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 16ης Απριλίου 2014, που θεσπίζει το πλαίσιο συνεργασίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, των εθνικών αρμόδιων αρχών και των εθνικών εντεταλμένων αρχών εντός του ενιαίου εποπτικού μηχανισμού (κανονισμός για το πλαίσιο ΕΕΜ) (ΕΚΤ/2014/17) (ΕΕ L 141 της 14.5.2014, σ. 1).

(3)  Οδηγία 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με την πρόσβαση στη δραστηριότητα πιστωτικών ιδρυμάτων και την προληπτική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων, για την τροποποίηση της οδηγίας 2002/87/ΕΚ και για την κατάργηση των οδηγιών 2006/48/ΕΚ και 2006/49/ΕΚ (ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 338).

(4)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 1).

(5)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2532/98 του Συμβουλίου, της 23ης Νοεμβρίου 1998, σχετικά με τις εξουσίες της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για επιβολή κυρώσεων (ΕΕ L 318 της 27.11.1998, σ. 4.).


Επάνω