EUR-Lex Πρόσβαση στο δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Επιστροφή στην αρχική σελίδα του EUR-Lex

Το έγγραφο αυτό έχει ληφθεί από τον ιστότοπο EUR-Lex

Έγγραφο 32010O0030

2010/794/ΕΕ: Κατευθυντήρια γραμμή της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 13ης Δεκεμβρίου 2010 , που τροποποιεί την κατευθυντήρια γραμμή ΕΚΤ/2000/7 σχετικά με τα μέσα και τις διαδικασίες νομισματικής πολιτικής του Ευρωσυστήματος (ΕΚΤ/2010/30)

ΕΕ L 336 της 21.12.2010, σ. 63 έως 67 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

Νομικό καθεστώς του εγγράφου Δεν ισχύει πλέον, Ημερομηνία λήξης ισχύος: 31/12/2011; καταργήθηκε από 32011O0014

ELI: http://data.europa.eu/eli/guideline/2010/794/oj

21.12.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 336/63


ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΉΡΙΑ ΓΡΑΜΜΉ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΉΣ ΚΕΝΤΡΙΚΉΣ ΤΡΆΠΕΖΑΣ

της 13ης Δεκεμβρίου 2010

που τροποποιεί την κατευθυντήρια γραμμή ΕΚΤ/2000/7 σχετικά με τα μέσα και τις διαδικασίες νομισματικής πολιτικής του Ευρωσυστήματος

(ΕΚΤ/2010/30)

(2010/794/ΕΕ)

ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ,

Έχοντας υπόψη τη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 127 παράγραφος 2 πρώτη περίπτωση,

Έχοντας υπόψη το καταστατικό του ευρωπαϊκού συστήματος κεντρικών τραπεζών και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, και ιδίως τα άρθρα 12.1 και 14.3, σε συνδυασμό με το άρθρο 3.1 πρώτη περίπτωση, το άρθρο 18.2 και το άρθρο 20 πρώτη παράγραφος,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η επίτευξη της ενιαίας νομισματικής πολιτικής συνεπάγεται την ανάγκη καθορισμού των μέσων και διαδικασιών που θα χρησιμοποιεί για την ομοιόμορφη εφαρμογή της εν λόγω πολιτικής σε όλα τα συμμετέχοντα κράτη μέλη το Ευρωσύστημα, το οποίο αποτελείται από τις εθνικές κεντρικές τράπεζες (ΕθνΚΤ) των κρατών μελών με νόμισμα το ευρώ (εφεξής τα «συμμετέχοντα κράτη μέλη») και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ).

(2)

Η ΕΚΤ έχει την εξουσία να θεσπίζει τις αναγκαίες κατευθυντήριες γραμμές για την εφαρμογή της νομισματικής πολιτικής του Ευρωσυστήματος, οι δε ΕθνΚΤ έχουν την υποχρέωση να ενεργούν σύμφωνα με τις εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές.

(3)

Η κατευθυντήρια γραμμή ΕΚΤ/2000/7 της 31ης Αυγούστου 2000 σχετικά με τα μέσα και τις διαδικασίες νομισματικής πολιτικής του Ευρωσυστήματος (1) θα πρέπει να τροποποιηθεί, προκειμένου να ληφθούν υπόψη αλλαγές στο πλαίσιο νομισματικής πολιτικής του Ευρωσυστήματος και ιδίως: α) να θεσπιστούν κριτήρια καταλληλότητας για την ίδια χρήση καλυμμένων τραπεζικών ομολογιών οι οποίες δεν πληρούν τα κριτήρια της οδηγίας ΟΣΕΚΑ και για τις οποίες παρέχονται ως ασφάλεια ενυπόθηκα εμπορικά δάνεια, β) να περιληφθούν οι καταθέσεις καθορισμένης διάρκειας στις αποδεκτές ασφάλειες για τις πράξεις νομισματικής πολιτικής του Ευρωσυστήματος και για τη χορήγηση ενδοημερήσιας πίστωσης, και γ) να τροποποιηθεί το προσάρτημα 5 του παραρτήματος I, ώστε να ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι η Εσθονία θα υιοθετήσει το ευρώ την 1η Ιανουαρίου 2011, καθώς και η αλλαγή επωνυμίας της Central Bank and Financial Services Authority of Ireland,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΑ ΓΡΑΜΜΗ:

Άρθρο 1

Τροποποιήσεις του παραρτήματος I

Το παράρτημα I της κατευθυντήριας γραμμής ΕΚΤ/2000/7 τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα της παρούσας κατευθυντήριας γραμμής.

Άρθρο 2

Επαλήθευση

1.   Το αργότερο στις 31 Δεκεμβρίου 2010 οι ΕθνΚΤ διαβιβάζουν στην ΕΚΤ λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με τα κείμενα και τα μέσα βάσει των οποίων προτίθενται να συμμορφωθούν με τις παραγράφους 1, 3 και 4 του παραρτήματος της παρούσας κατευθυντήριας γραμμής.

2.   Το αργότερο στις 8 Ιανουαρίου 2011 οι ΕθνΚΤ διαβιβάζουν στην ΕΚΤ λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με τα κείμενα και τα μέσα βάσει των οποίων προτίθενται να συμμορφωθούν με την παράγραφο 2 του παραρτήματος της παρούσας κατευθυντήριας γραμμής.

Άρθρο 3

Έναρξη ισχύος

1.   Η παρούσα κατευθυντήρια γραμμή αρχίζει να ισχύει δύο ημέρες μετά τη έκδοσή της.

2.   Οι παράγραφοι 1, 3 και 4 του παραρτήματος της παρούσας κατευθυντήριας γραμμής αρχίζουν να ισχύουν την 1η Ιανουαρίου 2011.

3.   Η παράγραφος 2 του παραρτήματος της παρούσας κατευθυντήριας γραμμής αρχίζει να ισχύει την 1η Φεβρουαρίου 2011.

Άρθρο 4

Αποδέκτες

Η παρούσα κατευθυντήρια γραμμή απευθύνεται στις ΕθνΚΤ των συμμετεχόντων κρατών μελών.

Φρανκφούρτη, 13 Δεκεμβρίου 2010.

Για το διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ

Ο Πρόεδρος της ΕΚΤ

Jean-Claude TRICHET


(1)  ΕΕ L 310 της 11.12.2000, σ. 1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Το παράρτημα I της κατευθυντήριας γραμμής ΕΚΤ/2000/7 τροποποιείται ως ακολούθως:

1.

Στην ενότητα 6.2.2, η πρώτη παράγραφος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Με βάση το ενιαίο πλαίσιο αποδεκτών περιουσιακών στοιχείων, είναι αποδεκτά ως ασφάλεια τρία είδη μη εμπορεύσιμων περιουσιακών στοιχείων: οι καταθέσεις καθορισμένης διάρκειας από αποδεκτούς αντισυμβαλλόμενους, οι δανειακές απαιτήσεις και τα μη εμπορεύσιμα χρεόγραφα που εξασφαλίζονται με στεγαστικά δάνεια (RMBD) (1)

2.

Η ενότητα 6.2.3 τροποποιείται ως ακολούθως:

α)

Η έβδομη παράγραφος (πέμπτη παράγραφος υπό τον τίτλο «Κανόνες για τη χρήση των αποδεκτών περιουσιακών στοιχείων») αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Οι παραπάνω διατάξεις σχετικά με τους στενούς δεσμούς δεν ισχύουν για: α) στενούς δεσμούς μεταξύ του αντισυμβαλλομένου και δημόσιου φορέα του ΕΟΧ ο οποίος δικαιούται να επιβάλλει φόρους ή σε περίπτωση που ο εγγυητής των χρεογράφων είναι δημόσιος φορέας του ΕΟΧ ο οποίος δικαιούται να επιβάλλει φόρους, β) καλυμμένες τραπεζικές ομολογίες που εκδίδονται σύμφωνα με τα κριτήρια του άρθρου 22 παράγραφος 4 της οδηγίας για τους ΟΣΕΚΑ ή γ) περιπτώσεις όπου τα χρεόγραφα καλύπτονται από συγκεκριμένες νομικές διασφαλίσεις συγκρίσιμες με εκείνες της περίπτωσης β), όπως στην περίπτωση i) μη εμπορεύσιμων RMBD που δεν είναι τίτλοι ή ii) δομημένων καλυμμένων τραπεζικών ομολογιών που εξασφαλίζονται με στεγαστικά δάνεια ή δομημένων καλυμμένων τραπεζικών ομολογιών που εξασφαλίζονται με εμπορικά ενυπόθηκα δάνεια, ήτοι καλυμμένων τραπεζικών ομολογιών ως προς τις οποίες δεν έχει ανακοινωθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ότι πληρούν τα κριτήρια της οδηγίας ΟΣΕΚΑ, οι οποίες πληρούν το σύνολο των κριτηρίων που ισχύουν για τίτλους προερχόμενους από τιτλοποίηση, όπως ορίζονται στις ενότητες 6.2 και 6.3, και τα ακόλουθα πρόσθετα κριτήρια (2):

Στην περίπτωση δομημένων καλυμμένων τραπεζικών ομολογιών που εξασφαλίζονται με στεγαστικά δάνεια:

Τα στεγαστικά δάνεια που παρέχονται ως ασφάλεια για τις δομημένες καλυμμένες τραπεζικές ομολογίες πρέπει να έχουν συνομολογηθεί σε ευρώ· ο εκδότης (και ο οφειλέτης και ο εγγυητής, εφόσον είναι νομικά πρόσωπα) πρέπει να έχει συσταθεί σε κράτος μέλος, τα υποκείμενα περιουσιακά στοιχεία πρέπει να ευρίσκονται σε κράτος μέλος και το δάνειο πρέπει να διέπεται από το δίκαιο του εν λόγω κράτους μέλους.

Στεγαστικά δάνεια για τα οποία παρέχεται αποδεκτή εγγύηση ή τα οποία εξασφαλίζονται με υποθήκη είναι αποδεκτά ως μέρος του χαρτοφυλακίου που εξασφαλίζει τις εν λόγω δομημένες καλυμμένες τραπεζικές ομολογίες. Για να είναι αποδεκτή η εγγύηση, πρέπει να καταπίπτει εντός 24 μηνών από τη λήξη της δανειακής απαίτησης. Οι αποδεκτές για σκοπούς κάλυψης τέτοιων δανείων εγγυήσεις είναι δυνατόν να συνομολογούνται με διάφορες συμβατικές μορφές, περιλαμβανομένων των συμβάσεων ασφάλισης, υπό την προϋπόθεση ότι χορηγούνται από νομικά πρόσωπα του δημόσιου τομέα ή από χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς που υπόκεινται σε δημόσιο έλεγχο. Ο εγγυητής των εν λόγω δανείων που καλύπτονται με εγγύηση δεν πρέπει να έχει στενούς δεσμούς με τον εκδότη των καλυμμένων τραπεζικών ομολογιών, απαιτείται δε κατά τη διάρκεια ζωής της συναλλαγής να του αποδίδεται διαβάθμιση τουλάχιστον [A+/A1/AH] από αποδεκτό ECAI.

Υποκατάστατες ασφάλειες υψηλής ποιότητας μπορούν να καλύπτουν έως το 10 % του εν λόγω χαρτοφυλακίου. Υπέρβαση του ορίου αυτού επιτρέπεται μόνον εφόσον προηγηθεί ενδελεχής εξέταση από την οικεία ΕθνΚΤ.

Κάθε επιμέρους δάνειο το οποίο είναι αποδεκτό ως ασφάλεια μπορεί να χρηματοδοτείται με την έκδοση δομημένων καλυμμένων ομολογιών με ανώτατο δείκτη δανείου-αξίας (ΔΔΑ) 80 %. Ο υπολογισμός του ΔΔΑ πρέπει να στηρίζεται σε συντηρητική οικονομική εκτίμηση.

Το ελάχιστο υποχρεωτικό όριο υπερκάλυψης κινδύνων ανέρχεται στο 8 %.

Το ανώτατο αποδεκτό ποσό δανείου στην περίπτωση στεγαστικών δανείων ανέρχεται σε 1 εκατ. ευρώ.

Κατά την πιστοληπτική αξιολόγηση των επιμέρους περιουσιακών στοιχείων του εν λόγω χαρτοφυλακίου απαιτείται να εκτιμάται ετησίως κατ’ ανώτατο όριο πιθανότητα αθέτησης υποχρεώσεων 10 μονάδων βάσης σύμφωνα με τη διαβάθμιση “single A” (βλέπε ενότητα 6.3.1).

Στον εκδότη και στους συνδεόμενους με αυτόν φορείς οι οποίοι συμμετέχουν στη συναλλαγή που αφορά τη δομημένη καλυμμένη τραπεζική ομολογία ή σχετίζονται με τη συναλλαγή αυτή απαιτείται να αποδίδεται ελάχιστη μακροπρόθεσμη πιστοληπτική διαβάθμιση “single A” (“A-” διενεργούμενη από τους οίκους Fitch ή Standard & Poor’s, ή “A3” διενεργούμενη από τον οίκο Moody’s, ή “AL” διενεργούμενη από τον οίκο DBRS).

Στην περίπτωση δομημένων καλυμμένων τραπεζικών ομολογιών που εξασφαλίζονται με εμπορικά ενυπόθηκα δάνεια:

Τα εμπορικά ενυπόθηκα δάνεια που παρέχονται ως ασφάλεια για τις δομημένες καλυμμένες τραπεζικές ομολογίες πρέπει να έχουν συνομολογηθεί σε ευρώ· ο εκδότης (και ο οφειλέτης και ο εγγυητής, εφόσον είναι νομικά πρόσωπα) πρέπει να έχει συσταθεί σε κράτος μέλος, τα υποκείμενα περιουσιακά στοιχεία πρέπει να ευρίσκονται σε κράτος μέλος και το δάνειο πρέπει να διέπεται από το δίκαιο του εν λόγω κράτους μέλους.

Υποκατάστατες ασφάλειες υψηλής ποιότητας μπορούν να καλύπτουν έως το 10 % του εν λόγω χαρτοφυλακίου. Υπέρβαση του ορίου αυτού επιτρέπεται μόνον εφόσον προηγηθεί ενδελεχής εξέταση από την οικεία ΕθνΚΤ.

Κάθε επιμέρους δάνειο το οποίο είναι αποδεκτό ως ασφάλεια μπορεί να χρηματοδοτείται με την έκδοση δομημένων καλυμμένων ομολογιών με ανώτατο ΔΔΑ 60 %. Ο υπολογισμός του ΔΔΑ πρέπει να στηρίζεται σε συντηρητική οικονομική εκτίμηση.

Το ελάχιστο υποχρεωτικό όριο υπερκάλυψης κινδύνων ανέρχεται στο 10 %.

Το μερίδιο κάθε δανειολήπτη στο χαρτοφυλάκιο, το οποίο προκύπτει μετά τη συγκέντρωση όλων των επιμέρους υπολοίπων των οφειλόμενων δανείων του, δεν πρέπει να υπερβαίνει το 5 % της συνολικής αξίας του χαρτοφυλακίου.

Η πιστοληπτική αξιολόγηση των επιμέρους περιουσιακών στοιχείων του εν λόγω χαρτοφυλακίου πρέπει να αντιστοιχεί σε πιστοληπτική διαβάθμιση πρώτης βαθμίδας, σύμφωνα με την κλίμακα πιστοληπτικής διαβάθμισης του Ευρωσυστήματος (βλέπε ενότητα 6.3.1).

Στον εκδότη και στους συνδεόμενους με αυτόν φορείς οι οποίοι συμμετέχουν στη συναλλαγή που αφορά τη δομημένη καλυμμένη τραπεζική ομολογία ή σχετίζονται με τη συναλλαγή αυτή πρέπει να αποδίδεται πιστοληπτική διαβάθμιση δεύτερης βαθμίδας.

Η αξία όλων των υποκείμενων εμπορικών ενυπόθηκων δανείων πρέπει να αναπροσαρμόζεται τουλάχιστον σε ετήσια βάση. Η αναπροσαρμογή της αξίας πρέπει να αντανακλά πλήρως τυχόν μείωση των τιμών των περιουσιακών στοιχείων. Σε περίπτωση αύξησης των τιμών εφαρμόζεται περικοπή αποτίμησης 15 %. Δάνεια για τα οποία δεν ισχύει ο απαιτούμενος ΔΔΑ πρέπει να αντικαθίστανται από νέα δάνεια, ή να υπερκαλύπτονται από ασφάλειες, εφόσον το εγκρίνει η οικεία ΕθνΚΤ. Ως μεθοδολογία αποτίμησης πρέπει να εφαρμόζεται κατά πρώτον η βασιζόμενη στην αγοραία αξία, ήτοι στην τιμή στην οποία εκτιμάται ότι θα μπορούσαν να πωληθούν τα περιουσιακά στοιχεία στην αγορά, εάν καταβάλλονταν εύλογες προσπάθειες. Η εν λόγω εκτίμηση πρέπει να βασίζεται στην πλέον συντηρητική παραδοχή. Στατιστικές μέθοδοι μπορούν επίσης να εφαρμόζονται, μόνο όμως ως δευτερεύουσα μεθοδολογία αποτίμησης.

Θα πρέπει να διατηρείται συνεχώς προστατευτικό αποθεματικό ρευστότητας σε μετρητά, εκφρασμένο σε ευρώ και κατατεθειμένο σε αποδεκτό αντισυμβαλλόμενο, για την κάλυψη όλων των καταβαλλόμενων τόκων που συνδέονται με καλυμμένες τραπεζικές ομολογίες κατά τη χρονική περίοδο των επόμενων έξι μηνών.

Οσάκις, κατά τη διάρκεια των εννέα μηνών που προηγούνται της λήξης καλυμμένης τραπεζικής ομολογίας που εξοφλείται πλήρως κατά την ημερομηνία λήξης της (hard bullet covered bank bond), η βραχυπρόθεσμη πιστοληπτική διαβάθμιση του δανειολήπτη υποκείμενου εμπορικού ενυπόθηκου δανείου υποβαθμίζεται με αποτέλεσμα να αντιστοιχεί σε βαθμίδα κατώτερη της δεύτερης, ο εν λόγω δανειολήπτης καταθέτει στο προστατευτικό αποθεματικό ρευστότητας ποσό μετρητών σε ευρώ το οποίο επαρκεί για την κάλυψη του αντίστοιχου τμήματος του κεφαλαίου της καλυμμένης τραπεζικής ομολογίας, καθώς και των σχετικών εξόδων που είχε προβλεφθεί ότι θα καταβάλει στο προστατευτικό αποθεματικό ρευστότητας ο εκδότης βάσει της καλυμμένης τραπεζικής ομολογίας.

Σε περίπτωση κρίσης ρευστότητας, η αρχική ημερομηνία λήξης μπορεί να παραταθεί έως και δώδεκα μήνες, προκειμένου να αποκατασταθούν τυχόν αναντιστοιχίες μεταξύ του χρόνου λήξης των τοκοχρεολυτικών δανείων του χαρτοφυλακίου και πλήρους εξόφλησης της καλυμμένης τραπεζικής ομολογίας κατά την ημερομηνία λήξης της (bullet redemption). Πάντως, μετά την αρχική ημερομηνία λήξης η καλυμμένη τραπεζική ομολογία καθίσταται ακατάλληλη για ίδια χρήση.

β)

Η όγδοη παράγραφος (έκτη παράγραφος υπό τον τίτλο «Κανόνες για τη χρήση των αποδεκτών περιουσιακών στοιχείων») αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Περαιτέρω, για δομημένες καλυμμένες τραπεζικές ομολογίες που εξασφαλίζονται με στεγαστικά δάνεια ή δομημένες καλυμμένες τραπεζικές ομολογίες που εξασφαλίζονται με εμπορικά ενυπόθηκα δάνεια, οι αντισυμβαλλόμενοι πρέπει να προσκομίζουν νομική βεβαίωση αξιόπιστης δικηγορικής εταιρείας ότι πληρούν τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

Ο εκδότης των καλυμμένων τραπεζικών ομολογιών είναι πιστωτικό ίδρυμα που έχει συσταθεί σε κράτος μέλος της ΕΕ και δεν αποτελεί εταιρεία ειδικού σκοπού, έστω και αν οι εν λόγω ομολογίες είναι εγγυημένες από πιστωτικό ίδρυμα που έχει συσταθεί σε κράτος μέλος.

Ο εκδότης/η έκδοση των καλυμμένων τραπεζικών ομολογιών υπόκειται, σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους μέλους όπου έχει συσταθεί ο εκδότης ή όπου εκδόθηκαν οι καλυμμένες τραπεζικές ομολογίες, σε ειδικό δημόσιο έλεγχο ο οποίος αποβλέπει στην προστασία των κατόχων των εν λόγω ομολογιών.

Σε περίπτωση αφερεγγυότητας του εκδότη, οι κάτοχοι των καλυμμένων τραπεζικών ομολογιών ικανοποιούνται κατά προτεραιότητα όσον αφορά την επιστροφή του αρχικού κεφαλαίου και την καταβολή των τόκων που απορρέουν από τα (υποκείμενα) αποδεκτά περιουσιακά στοιχεία.

Τα ποσά που προκύπτουν από την έκδοση των καλυμμένων τραπεζικών ομολογιών πρέπει να επενδύονται (ακολούθως προς τους κανόνες επενδύσεων που ορίζουν οι κανονισμοί για τις καλυμμένες τραπεζικές ομολογίες) σύμφωνα με τη συναφή εθνική νομοθεσία για τις καλυμμένες τραπεζικές ομολογίες ή σύμφωνα με άλλη νομοθεσία η οποία έχει εφαρμογή στα κρίσιμα περιουσιακά στοιχεία.».

3.

Στην ενότητα 6.4.3 προστίθεται η ακόλουθη υποενότητα:

Οι καταθέσεις καθορισμένης διάρκειας δεν υπόκεινται σε περικοπή αποτίμησης.».

4.

Ο πίνακας του προσαρτήματος 5 αντικαθίσταται από τον ακόλουθο πίνακα:

«Δικτυακοί τόποι του Ευρωσυστήματος

Κεντρική τράπεζα

Δικτυακός τόπος

Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα

www.ecb.europa.eu

Nationale Bank van België/Banque Nationale de Belgique

www.nbb.be or www.bnb.be

Deutsche Bundesbank

www.bundesbank.de

Eesti Pank

www.eestipank.ee

Banc Ceannais na hÉireann/Central Bank of Ireland

www.centralbank.ie

Τράπεζα της Ελλάδος

www.bankofgreece.gr

Banco de España

www.bde.es

Banque de France

www.banque-france.fr

Banca d’Italia

www.bancaditalia.it

Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου

www.centralbank.gov.cy

Banque centrale du Luxembourg

www.bcl.lu

Central Bank of Malta

www.centralbankmalta.org

De Nederlandsche Bank

www.dnb.nl

Oesterreichische Nationalbank

www.oenb.at

Banco de Portugal

www.bportugal.pt

Národná banka Slovenska

www.nbs.sk

Banka Slovenije

www.bsi.si

Suomen Pankki

www.bof.fi»


(1)  Από την 1η Ιανουαρίου 2007 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2011 ισχύει μεταβατικό καθεστώς για τις δανειακές απαιτήσεις: κάθε ΕθνΚΤ ορίζει κατ’ επιλογήν της το ελάχιστο ύψος των δανειακών απαιτήσεων που θα είναι αποδεκτές για σκοπούς παροχής ασφάλειας, πέραν της διασυνοριακής χρήσης, και την τυχόν εφαρμοζόμενη προμήθεια. Από την 1η Ιανουαρίου 2012 θα ισχύει πλήρως ενοποιημένο καθεστώς.».

(2)  Δομημένες καλυμμένες τραπεζικές ομολογίες που εξασφαλίζονται με στεγαστικά δάνεια οι οποίες παρασχέθηκαν ως ασφάλεια πριν από τις 10 Οκτωβρίου 2010 και δεν πληρούν τα εν λόγω κριτήρια, μπορούν να συνεχίσουν να χρησιμοποιούνται έως τις 31 Μαρτίου 2011. Δομημένες καλυμμένες τραπεζικές ομολογίες που εξασφαλίζονται με εμπορικά ενυπόθηκα δάνεια, οι οποίες παρασχέθηκαν ως ασφάλεια πριν από την 1η Φεβρουαρίου 2011 και δεν πληρούν τα εν λόγω κριτήρια, μπορούν να συνεχίσουν να χρησιμοποιούνται έως τις 31 Μαρτίου 2011.».


Επάνω