EUR-Lex Πρόσβαση στο δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Επιστροφή στην αρχική σελίδα του EUR-Lex

Το έγγραφο αυτό έχει ληφθεί από τον ιστότοπο EUR-Lex

Έγγραφο 32007D0005(01)

2007/497/ΕΚ: Απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 3ης Ιουλίου 2007 , για τη θέσπιση των κανόνων περί ανάθεσης συμβάσεων (ΕΚΤ/2007/5)

ΕΕ L 184 της 14.7.2007, σ. 34 έως 48 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)
Ειδική έκδοση στην κροατική γλώσσα: Κεφάλαιο 10 τόμος 007 σ. 34 - 48

Νομικό καθεστώς του εγγράφου Δεν ισχύει πλέον, Ημερομηνία λήξης ισχύος: 14/04/2016; καταργήθηκε και αντικαταστάθηκε από 32016D0002

ELI: http://data.europa.eu/eli/dec/2007/497/oj

14.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 184/34


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΉΣ ΚΕΝΤΡΙΚΉΣ ΤΡΆΠΕΖΑΣ

της 3ης Ιουλίου 2007

για τη θέσπιση των κανόνων περί ανάθεσης συμβάσεων

(ΕΚΤ/2007/5)

(2007/497/ΕΚ)

Η ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ,

Έχοντας υπόψη:

το άρθρο 11.6 του καταστατικού του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας,

την απόφαση ΕΚΤ/2004/2 της 19ης Φεβρουαρίου 2004 για τη θέσπιση του εσωτερικού κανονισμού της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (1), και ιδίως το άρθρο 19,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) είναι προσηλωμένη στην αρχή της αποδοτικότητας με μειωμένο κόστος και επιδιώκει την καλύτερη δυνατή σχέση ποιότητας/τιμής στο πλαίσιο της προμήθειας προϊόντων, υπηρεσιών και έργων.

(2)

Η ΕΚΤ δεν υπάγεται στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2004/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών (2) («οδηγία περί σύναψης δημόσιων συμβάσεων») και του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 2002, για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (3) («δημοσιονομικός κανονισμός»).

(3)

Η ΕΚΤ σέβεται τις γενικές αρχές της νομοθεσίας περί σύναψης δημόσιων συμβάσεων, όπως αυτές διαμορφώνονται στην ως άνω σχετική οδηγία και στο δημοσιονομικό κανονισμό,

ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΓΕΝΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ

Άρθρο 1

Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας απόφασης ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

α)

ως «συμβάσεις» νοούνται οι συμβάσεις με οικονομικούς όρους οι οποίες συνάπτονται γραπτώς μεταξύ της ΕΚΤ και ενός ή περισσοτέρων προμηθευτών και έχουν ως αντικείμενο την εκτέλεση έργων, την προμήθεια προϊόντων ή την παροχή υπηρεσιών,

β)

ως «συμβάσεις έργων» νοούνται οι συμβάσεις που έχουν ως αντικείμενο είτε την εκτέλεση είτε, συγχρόνως, τη μελέτη και εκτέλεση έργων. Ως «έργο» νοείται το αποτέλεσμα ενός συνόλου οικοδομικών εργασιών ή εργασιών πολιτικού μηχανικού που προορίζεται να πληροί αυτό καθαυτό μια οικονομική ή τεχνική λειτουργία,

γ)

ως «συμβάσεις προμηθειών» νοούνται συμβάσεις άλλες από αυτές που αναφέρονται στο στοιχείο β), οι οποίες έχουν ως αντικείμενο την αγορά, τη χρηματοδοτική μίσθωση, τη μίσθωση ή τη μίσθωση κι εξαγορά, με ή χωρίς δικαίωμα αγοράς, προϊόντων. Σύμβαση, η οποία έχει ως αντικείμενο την προμήθεια προϊόντων και καλύπτει, παρεμπιπτόντως, εργασίες τοποθέτησης και εγκατάστασης, θεωρείται «σύμβαση προμηθειών»,

δ)

ως «συμβάσεις υπηρεσιών» νοούνται συμβάσεις, πλην των συμβάσεων έργων ή προμηθειών, που έχουν ως αντικείμενο την παροχή υπηρεσιών. Σύμβαση που έχει ως αντικείμενο ταυτοχρόνως προϊόντα και υπηρεσίες θεωρείται «σύμβαση υπηρεσιών», εφόσον η εκτιμώμενη αξία των συγκεκριμένων υπηρεσιών υπερβαίνει την αξία των προϊόντων. Σύμβαση, η οποία έχει ως αντικείμενο υπηρεσίες που περιλαμβάνουν δραστηριότητες οι οποίες αφορούν μόνο παρεμπιπτόντως το κύριο αντικείμενο της σύμβασης, θεωρείται «σύμβαση υπηρεσιών»,

ε)

ως «συμφωνία-πλαίσιο» νοείται η συμφωνία την οποία συνάπτει η ΕΚΤ με έναν ή περισσότερους προμηθευτές και η οποία αποσκοπεί στον καθορισμό των όρων που διέπουν τις συμβάσεις που πρόκειται να συναφθούν κατά τη διάρκεια συγκεκριμένης περιόδου, ιδίως όσον αφορά τις τιμές και, ενδεχομένως, τις προβλεπόμενες ποσότητες,

στ)

ως «προμηθευτής» νοείται κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, φορέας του δημοσίου ή κοινοπραξία αυτών των προσώπων ή/και οργανισμών, που αναλαμβάνει, ανάλογα με την περίπτωση, την εκτέλεση έργων, την προμήθεια προϊόντων ή την παροχή υπηρεσιών στην αγορά. Κάθε προμηθευτής ο οποίος έχει υποβάλει αίτηση συμμετοχής σε κλειστή διαδικασία ή διαδικασία με διαπραγμάτευση ή σε ανταγωνιστικό διάλογο αναφέρεται ως «υποψήφιος». Κάθε προμηθευτής ο οποίος έχει υποβάλει προσφορά αναφέρεται ως «προσφέρων»,

ζ)

ως «ανοικτή διαδικασία» νοείται η διαδικασία στο πλαίσιο της οποίας κάθε ενδιαφερόμενος προμηθευτής μπορεί να υποβάλλει προσφορά,

η)

ως «κλειστή διαδικασία» νοείται η διαδικασία στην οποία μπορεί να ζητήσει να συμμετάσχει κάθε ενδιαφερόμενος προμηθευτής αλλά στο πλαίσιο της οποίας προσφοράς μπορούν να υποβάλλουν μόνον οι υποψήφιοι που έχουν προσκληθεί από την ΕΚΤ,

θ)

ως «διαδικασία με διαπραγμάτευση» νοείται η διαδικασία στο πλαίσιο της οποίας η ΕΚΤ διαβουλεύεται με τους προμηθευτές της επιλογής της και διαπραγματεύεται τους όρους της σύμβασης με έναν ή περισσότερους από αυτούς,

ι)

ως «ανταγωνιστικός διάλογος» νοείται η διαδικασία στην οποία μπορεί να ζητήσει να συμμετάσχει κάθε προμηθευτής και στο πλαίσιο της οποίας η ΕΚΤ διεξάγει διάλογο με τους υποψηφίους που έχουν γίνει δεκτοί στη διαδικασία αυτή, με σκοπό την εξεύρεση μίας ή περισσότερων λύσεων που θα μπορούσαν να ικανοποιήσουν τις ανάγκες της,

ια)

ως «δυναμικό σύστημα αγορών» νοείται μια καθ’ ολοκληρίαν ηλεκτρονική διαδικασία για αγορές τρέχουσας χρήσης, της οποίας τα γενικά διαθέσιμα στην αγορά χαρακτηριστικά ικανοποιούν τις ανάγκες της ΕΚΤ. Το σύστημα είναι περιορισμένο χρονικά και ανοικτό καθ’ όλη τη διάρκειά του σε κάθε προμηθευτή ο οποίος πληροί τα κριτήρια επιλογής και έχει υποβάλει ενδεικτική προσφορά σύμφωνη προς τη συγγραφή υποχρεώσεων,

ιβ)

ως «ηλεκτρονικός πλειστηριασμός» νοείται η επαναληπτική διαδικασία η οποία βασίζεται σε έναν ηλεκτρονικό μηχανισμό παρουσίασης νέων, μειωμένων τιμών ή/και νέων αξιών όσον αφορά ορισμένα στοιχεία των προσφορών και η οποία διεξάγεται έπειτα από προκαταρκτική πλήρη αξιολόγηση των προσφορών, επιτρέποντας την κατάταξή τους με βάση αυτόματες μεθόδους αξιολόγησης,

ιγ)

ως «πρόσκληση υποβολής προσφοράς» νοείται η πρόσκληση που αποστέλλεται στους υποψηφίους ή προμηθευτές για υποβολή προσφοράς, στην οποία καθορίζεται η διαδικασία, οι ανάγκες της ΕΚΤ και οι συμβατικοί όροι και προϋποθέσεις,

ιδ)

ο όρος «γραπτώς» αναφέρεται σε κάθε σύνολο λέξεων ή αριθμών το οποίο μπορεί να αποτελεί αντικείμενο ανάγνωσης, αναπαραγωγής και, στη συνέχεια, γνωστοποίησης. Το σύνολο αυτό μπορεί να περιλαμβάνει πληροφορίες που διαβιβάζονται και αποθηκεύονται με ηλεκτρονικά μέσα,

ιε)

ως «ημέρες» νοούνται οι ημερολογιακές ημέρες.

Άρθρο 2

Πεδίο εφαρμογής

1.   Η ΕΚΤ προβαίνει στην ανάθεση συμβάσεων προμηθειών, υπηρεσιών και έργων για ίδιο λογαριασμό, σύμφωνα με τους κανόνες της παρούσας απόφασης.

2.   Βάσει της παρούσας απόφασης η ΕΚΤ μπορεί επίσης να διεξάγει κοινές διαδικασίες ανάθεσης συμβάσεων, για ίδιο λογαριασμό και για λογαριασμό μίας ή περισσότερων εθνικών κεντρικών τραπεζών (ΕθνΚΤ) ή/και κοινοτικών οργάνων και οργανισμών ή/και διεθνών οργανισμών. Στις περιπτώσεις αυτές η ΕΚΤ προσδιορίζει στα έγγραφα της διαδικασίας τις υπόλοιπες αναθέτουσες αρχές οι οποίες συμμετέχουν στη διαδικασία, καθώς και την προβλεπόμενη διάρθρωση των συμβατικών σχέσεων.

3.   Η παρούσα απόφαση δεν εφαρμόζεται σε συμβάσεις, οι οποίες αφορούν:

α)

την παροχή υπηρεσιών και την προμήθεια προϊόντων από τις ΕθνΚΤ προς την ΕΚΤ στο πλαίσιο της εκπλήρωσης των δημοσίου χαρακτήρα καθηκόντων τους που αφορούν το Ευρωσύστημα/ΕΣΚΤ,

β)

διαδικασίες ανάθεσης που οργανώνουν οι ΕθνΚΤ ή κοινοτικά όργανα και οργανισμοί ή διεθνείς οργανισμοί στους οποίους συμμετέχει η ΕΚΤ, εφόσον οι κανόνες που διέπουν τις εν λόγω διαδικασίες ανάθεσης συνάδουν προς τις γενικές αρχές της νομοθεσίας περί σύναψης δημόσιων συμβάσεων,

γ)

συμφωνίες με άλλα κοινοτικά όργανα και οργανισμούς ή διεθνείς οργανισμούς, τις οποίες συνάπτει η ΕΚΤ στο πλαίσιο της εκπλήρωσης των δημόσιου χαρακτήρα καθηκόντων της,

δ)

την προμήθεια τραπεζογραμματίων, η οποία διέπεται από την κατευθυντήρια γραμμή ΕΚΤ/2004/18 της 16ης Σεπτεμβρίου 2004 σχετικά με την προμήθεια τραπεζογραμματίων ευρώ (4),

ε)

την έκδοση, πώληση, αγορά ή μεταβίβαση τίτλων ή άλλων χρηματοπιστωτικών μέσων και υπηρεσιών σχετιζόμενων με τις εν λόγω συναλλαγές,

στ)

την αγορά ή μίσθωση, με οποιουσδήποτε χρηματοδοτικούς όρους, γης, υφισταμένων κτισμάτων ή άλλων ακινήτων, ή δικαιώματα επ’ αυτών,

ζ)

συμβάσεις εργασίας οι οποίες συνάπτονται μεταξύ της ΕΚΤ και του προσωπικού της βάσει των όρων απασχόλησης της ΕΚΤ,

η)

υπηρεσίες διαιτησίας και συμβιβασμού και

θ)

υπηρεσίες έρευνας και ανάπτυξης, εκτός εάν τα οφέλη από τις εν λόγω υπηρεσίες περιέρχονται αποκλειστικά στην ΕΚΤ για ίδια χρήση, η δε αμοιβή για την παροχή των υπηρεσιών καταβάλλεται εξ ολοκλήρου από την ΕΚΤ.

Άρθρο 3

Γενικές αρχές

Κάθε διαδικασία ανάθεσης διεξάγεται σύμφωνα με τις γενικές αρχές της διαφάνειας και δημοσιότητας, ίσης πρόσβασης και μεταχείρισης, καθώς και με τις αρχές της μη διάκρισης και του θεμιτού ανταγωνισμού.

Άρθρο 4

Κατώτατα όρια

1.   Η ανάθεση συμβάσεων με εκτιμώμενη αξία προ ΦΠΑ μεγαλύτερη ή ίση των κατώτατων ορίων της παραγράφου 3 πραγματοποιείται σύμφωνα με τις διαδικασίες του κεφαλαίου II.

2.   Η ανάθεση συμβάσεων με εκτιμώμενη αξία προ ΦΠΑ μικρότερη των κατώτατων ορίων πραγματοποιείται σύμφωνα με τις διαδικασίες του κεφαλαίου ΙΙΙ.

3.   Ισχύουν τα ακόλουθα κατώτατα όρια:

α)

211 000 ευρώ για συμβάσεις προμηθειών και υπηρεσιών,

β)

5 300 000 ευρώ για συμβάσεις έργων.

Άρθρο 5

Υπολογισμός της εκτιμώμενης αξίας μίας σύμβασης

1.   Ο υπολογισμός της αξίας μιας σύμβασης βασίζεται στο συνολικό πληρωτέο ποσό προ ΦΠΑ, όπως αυτό εκτιμάται από την ΕΚΤ. Στον υπολογισμό λαμβάνονται υπόψη όλα τα παρεπόμενα έξοδα, ιδίως όσον αφορά δικαιώματα προαιρέσεως, παρατάσεις της σύμβασης, ασφάλιστρα, τόκους, προμήθειες, έξοδα ταξιδιού και διαμονής, βραβεία ή ποσά που καταβάλλονται σε υποψηφίους ή προσφέροντες.

2.   Η εκτίμηση πρέπει να είναι έγκυρη κατά το χρόνο που η ΕΚΤ αποφασίζει ως προς την κατάλληλη διαδικασία ανάθεσης.

3.   Δεν επιτρέπεται η κατάτμηση του αντικειμένου υπό ανάθεσης σύμβασης με σκοπό την αποφυγή εφαρμογής των διαδικασιών της παρούσας απόφασης.

4.   Στον υπολογισμό της εκτιμώμενης αξίας των συμβάσεων έργων λαμβάνονται υπόψη τα συνολικά έξοδα που αφορούν την εκτέλεση του έργου, συμπεριλαμβανομένης της αξίας των απαραίτητων για την εκτέλεση των έργων προμηθειών που η ΕΚΤ θέτει στη διάθεση του εργολάβου. Συμπεριλαμβάνονται τα έξοδα που αφορούν τη μελέτη και το σχεδιασμό του έργου, εφόσον αποτελούν μέρος της σύμβασης έργου.

5.   Η αξία που λαμβάνεται ως βάση για τον υπολογισμό της εκτιμώμενης αξίας αναφορικά με τις συμβάσεις διαρκούς προμήθειας προϊόντων και παροχή υπηρεσιών είναι κατά περίπτωση:

α)

στην περίπτωση των συμβάσεων ορισμένου χρόνου: η συνολική αξία για τη συνολική διάρκεια,

β)

στην περίπτωση συμβάσεων αορίστου χρόνου: η μηνιαία αξία πολλαπλασιαζόμενη επί 48.

6.   Στην περίπτωση διαδοχικών συμβάσεων προμηθειών, υπηρεσιών ή έργων του ίδιου τύπου, ο υπολογισμός της εκτιμώμενης αξίας της σύμβασης βασίζεται στη συνολική πραγματική αξία των διαδοχικών συμβάσεων οι οποίες συνήφθησαν κατά το προηγούμενο δωδεκάμηνο, αναπροσαρμοσμένη, ει δυνατόν, προκειμένου να ληφθούν υπόψη μεταβολές ως προς την ποσότητα ή την αξία τους που αναμένεται να σημειωθούν εντός του δωδεκάμηνου που έπεται της αρχικής σύμβασης.

7.   Εάν ορισμένη σύμβαση υποδιαιρείται σε περισσότερα τμήματα ή εάν περισσότερες συμβάσεις πoυ πρόκειται να συναφθούν συνδέονται στενά μεταξύ τους και έχουν ως αντικείμενο τις ίδιες δραστηριότητες, λαμβάνεται υπόψη η συνολική αξία όλων των τμημάτων ή των επιμέρους συμβάσεων. Εάν η συνολική αξία είναι μεγαλύτερη ή ίση των κατώτατων ορίων του άρθρου 4 παράγραφος 3, οι διαδικασίες του κεφαλαίου ΙΙ της παρούσας απόφασης εφαρμόζονται σε όλα τα τμήματα και τις επιμέρους συμβάσεις. Πάντως, η ΕΚΤ δύναται να εφαρμόζει τη διαδικασία του άρθρου 29 ή, εφόσον συντρέχει περίπτωση, του άρθρου 31 όσον αφορά τα τμήματα/τις επιμέρους συμβάσεις με εκτιμώμενη αξία, αφενός, μικρότερη των 80 000 ευρώ, προ ΦΠΑ, προκειμένου για προμήθειες και υπηρεσίες, και, αφετέρου, μικρότερη του 1 000 000 ευρώ, προ ΦΠΑ, προκειμένου για έργα, εφόσον η συνολική εκτιμώμενη αξία όλων των εξαιρούμενων τμημάτων δεν υπερβαίνει το 20 % της συνολικής εκτιμώμενης αξίας όλων των τμημάτων.

8.   Η αξία των συμφωνιών-πλαίσιο υπολογίζεται με βάση τη μέγιστη εκτιμώμενη αξία προ ΦΠΑ του συνόλου των συμβάσεων που προβλέπονται για τη συνολική διάρκεια της συμφωνίας-πλαίσιο.

Άρθρο 6

Εξαιρέσεις

1.   H ΕΚΤ δύναται να προβαίνει στην απευθείας ανάθεση σύμβασης σε έναν προμηθευτή ή να παρεκκλίνει από συγκεκριμένες διαδικαστικές απαιτήσεις στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)

όταν, για υποχρεωτικούς λόγους, η σύμβαση μπορεί να ανατεθεί μόνο σε συγκεκριμένο προμηθευτή. Οι λόγοι μπορεί να είναι τεχνικής, καλλιτεχνικής ή νομικής, όχι όμως και οικονομικής φύσης,

β)

όταν, για λόγους κατεπείγοντος χαρακτήρα απορρέοντος από γεγονότα απρόβλεπτα για την ΕΚΤ, δεν είναι δυνατή η τήρηση των προθεσμιών των διαδικασιών ανάθεσης,

γ)

όταν η ΕΚΤ έχει χαρακτηρίσει τη σύμβαση απόρρητη ή όταν η εκτέλεσή της πρέπει να συνοδεύεται από ιδιαίτερα μέτρα ασφαλείας, σύμφωνα με τους κανόνες περί ασφάλειας της ΕΚΤ, ή όταν το απαιτεί η προστασία των ουσιωδών συμφερόντων της ΕΚΤ,

δ)

στην περίπτωση των προμηθειών, όταν τα σχετικά προϊόντα κατασκευάζονται αποκλειστικά για σκοπούς έρευνας, πειραματισμού, μελέτης ή ανάπτυξης· η διάταξη αυτή δεν καλύπτει την παραγωγή ποσοτήτων ικανών να εξασφαλίζουν την εμπορική βιωσιμότητα του προϊόντος ή την απόσβεση των δαπανών έρευνας και ανάπτυξης,

ε)

για την αγορά προμηθειών υπό ιδιαίτερα ευνοϊκούς όρους είτε από προμηθευτή που έπαυσε οριστικά τις εμπορικές του δραστηριότητες είτε από συνδίκους ή εκκαθαριστές στο πλαίσιο διαδικασίας πτώχευσης, πτωχευτικού συμβιβασμού ή ανάλογης διαδικασίας που προβλέπεται στις εθνικές νομοθετικές ή κανονιστικές διατάξεις.

2.   Ανεξαρτήτως της αξίας ορισμένης σύμβασης, η ΕΚΤ δύναται να κινεί τη διαδικασία ανάθεσης ορισμένης σύμβασης κατά το άρθρο 29, εάν βασικός σκοπός της σύμβασης είναι μία από τις ακόλουθες υπηρεσίες:

α)

υπηρεσίες ξενοδοχείων και εστίασης,

β)

νομικές υπηρεσίες,

γ)

υπηρεσίες τοποθέτησης και προμήθειας προσωπικού,

δ)

υπηρεσίες έρευνας και ασφάλειας,

ε)

υπηρεσίες εκπαίδευσης και επαγγελματικής κατάρτισης,

στ)

ψυχαγωγικές, πολιτιστικές και αθλητικές υπηρεσίες.

Άρθρο 7

Διάρκεια και παρατάσεις

1.   Κατά κανόνα η διάρκεια ορισμένης σύμβασης δεν υπερβαίνει τα τέσσερα έτη, εκτός εάν συντρέχει δεόντως αιτιολογημένη περίπτωση.

2.   Εάν μια σύμβαση συνάπτεται για ορισμένη διάρκεια, η διάρκειά της μπορεί να παρατείνεται πέραν της αρχικής, εφόσον:

α)

η δυνατότητα παράτασης έχει προβλεφθεί στην προκήρυξη διαγωνισμού ή, εφόσον εφαρμόζεται διαδικασία του κεφαλαίου III, στην αίτηση υποβολής πρότασης,

β)

οι πιθανές παρατάσεις αιτιολογούνται δεόντως και

γ)

οι πιθανές παρατάσεις είχαν ληφθεί υπόψη κατά τον υπολογισμό της αξίας της σύμβασης κατά το άρθρο 5 της παρούσας απόφασης.

Η συνολική διάρκεια όλων των ανανεώσεων δεν μπορεί να υπερβαίνει τη διάρκεια της αρχικής σύμβασης.

3.   Διαφορετικά, η διάρκεια σύμβασης ορισμένου χρόνου μπορεί να παρατείνεται μόνον υπό τους όρους του άρθρου 6.

Άρθρο 8

Συμπληρωματικές προμήθειες, υπηρεσίες και έργα

1.   Η ΕΚΤ δύναται να αναθέτει στον εργολάβο στον οποίο ανατέθηκε η αρχική σύμβαση συμπληρωματικές προμήθειες, υπηρεσίες ή έργα, εφόσον:

α)

τα έγγραφα της διαδικασίας έχουν συμπεριλάβει τη δυνατότητα ανάθεσης συμπληρωματικών προμηθειών, υπηρεσιών ή έργων και

β)

οι συμπληρωματικές προμήθειες, υπηρεσίες ή έργα είχαν ληφθεί υπόψη κατά τον υπολογισμό της αξίας της σύμβασης σύμφωνα με το άρθρο 5 της παρούσας απόφασης.

2.   Επιπλέον, η ΕΚΤ δύναται να αναθέτει στον αρχικό εργολάβο συμπληρωματικές προμήθειες, υπηρεσίες ή έργα που καθίστανται απαραίτητα για την εκπλήρωση του σκοπού της σύμβασης λόγω απρόβλεπτων περιστάσεων, εφόσον οι συμπληρωματικές προμήθειες, υπηρεσίες ή έργα:

α)

δεν μπορούν από τεχνική ή οικονομική άποψη να διαχωριστούν από την αρχική σύμβαση χωρίς μείζονα προβλήματα ή

β)

μολονότι μπορούν να διαχωριστούν από την εκτέλεση της αρχικής σύμβασης, είναι απόλυτα αναγκαία για την ολοκλήρωσή της.

Ωστόσο, κατά κανόνα, η συνολική αξία των συμβάσεων συμπληρωματικών προμηθειών, υπηρεσιών ή έργων δεν πρέπει να υπερβαίνει το 50 % του ποσού της αρχικής σύμβασης.

3.   Εάν δεν πληρούνται οι όροι των παραγράφων 1 και 2, η ανάθεση συμβάσεων για συμπληρωματικές προμήθειες, υπηρεσίες ή έργα είναι δυνατή μόνο σύμφωνα με τα άρθρα 4 και 6 της παρούσας απόφασης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΑΝΑΘΕΣΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ

ΕΝΟΤΗΤΑ 1

Είδη διαδικασιών

Άρθρο 9

Επισκόπηση

1.   Η ΕΚΤ αναθέτει μέσω ανοικτής διαδικασίας συμβάσεις, η εκτιμώμενη αξία των οποίων υπερβαίνει τα κατώτατα όρια που προβλέπονται παραπάνω. Σε δικαιολογημένες περιπτώσεις η ΕΚΤ μπορεί να εφαρμόζει κλειστή διαδικασία, διαδικασία με διαπραγμάτευση ή ανταγωνιστικό διάλογο, σύμφωνα με τους κατωτέρω προβλεπόμενους όρους.

2.   Η ΕΚΤ μπορεί επίσης να προβαίνει στην ανάθεση συμβάσεων βάσει συμφωνιών-πλαίσιο ή δυναμικών συστημάτων αγορών, σύμφωνα με τους όρους που προβλέπονται στα άρθρα 15 και 16 αντίστοιχα.

3.   Οι διαδικασίες που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 είναι δυνατό να συμπληρώνονται με διεξαγωγή ηλεκτρονικού πλειστηριασμού, σύμφωνα με το άρθρο 17.

4.   Η ΕΚΤ έχει ακόμη τη δυνατότητα να διεξάγει διαγωνισμούς μελετών. Η διαδικασία του διαγωνισμού μελετών καθορίζεται στην προκήρυξη διαγωνισμού μελετών και ακολουθεί τις γενικές αρχές που ισχύουν για τους διαγωνισμούς σχεδιασμού.

Άρθρο 10

Δημοσιότητα των διαδικασιών ανάθεσης

1.   Όταν η ΕΚΤ προτίθεται να διεξαγάγει διαδικασία ανάθεσης συμβάσεων σύμφωνα με τους κανόνες που ορίζονται στο παρόν κεφάλαιο II, δημοσιεύει σχετική προκήρυξη στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στην ιστοσελίδα της ΕΚΤ. Εφόσον το κρίνει σκόπιμο, η ΕΚΤ μπορεί να προσφεύγει και σε άλλα συναφή μέσα δημοσιότητας. Οι ανακοινώσεις στην ιστοσελίδα ή/και σε άλλα μέσα δεν πρέπει να προηγούνται της δημοσίευσης της προκήρυξης στην Επίσημη Εφημερίδα. Εάν τα διάφορα κείμενα της προκήρυξης παρουσιάζουν αποκλίσεις, αυθεντικό θεωρείται το κείμενο που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα, το οποίο και κατισχύει των άλλων.

2.   Επιπλέον, η ΕΚΤ μπορεί να δημοσιεύει προκαταρκτική προκήρυξη αναφέροντας την εκτιμώμενη συνολική αξία των συμβάσεων, ανά κατηγορία υπηρεσιών ή ομάδα προϊόντων, και τα βασικά χαρακτηριστικά των συμβάσεων έργων που προτίθεται να συνάψει στη διάρκεια ορισμένου οικονομικού έτους. Εν προκειμένω είναι δυνατή η σύντμηση των προθεσμιών υποβολής των αιτήσεων συμμετοχής και των προσφορών, σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 4, για όλες τις υπό ανάθεση συμβάσεις που αναφέρονται στην προκήρυξη.

Άρθρο 11

Ανοικτή διαδικασία

1.   Μετά τη δημοσίευση της σχετικής προκήρυξης όλοι οι ενδιαφερόμενοι προμηθευτές μπορούν να ζητήσουν να τους αποσταλεί η πρόσκληση υποβολής προσφοράς, εφόσον αυτή δεν είναι διαθέσιμη σε ηλεκτρονικά μέσα. Η ΕΚΤ αποστέλλει την πρόσκληση υποβολής προσφοράς εντός έξι ημερών από την παραλαβή της σχετικής αίτησης, εφόσον αυτή υποβλήθηκε εμπρόθεσμα, δηλαδή πριν από την εκπνοή της προθεσμίας υποβολής των προσφορών.

2.   Οι ενδιαφερόμενοι προσφέροντες υποβάλλουν την προσφορά τους εντός των προθεσμιών που τάσσει η ΕΚΤ, επισυνάπτοντας όλα τα έγγραφα που ζητά η τελευταία.

3.   Η ΕΚΤ αναθέτει τη σύμβαση στον προσφέροντα που ανταποκρίνεται πληρέστερα στα κριτήρια ανάθεσης, όπως ορίζονται στην προκήρυξη ή στην πρόσκληση υποβολής προσφοράς.

Άρθρο 12

Κλειστή διαδικασία

1.   Η ΕΚΤ μπορεί να εφαρμόζει κλειστή διαδικασία όταν:

α)

οι απαιτήσεις της ΕΚΤ μπορούν να οριστούν με τόση λεπτομέρεια, ώστε να είναι δυνατή η σύγκριση μεταξύ των προσφορών και η ανάθεση της σύμβασης χωρίς περαιτέρω διαπραγματεύσεις με τους προσφέροντες, και

β)

για λόγους διοικητικής φύσεως ή λόγω του είδους της υπό ανάθεση σύμβασης είναι απαραίτητος ο περιορισμός του αριθμού των προσφορών.

2.   Μετά τη δημοσίευση της σχετικής προκήρυξης οι ενδιαφερόμενοι προμηθευτές μπορούν να αιτηθούν να συμμετάσχουν στην κλειστή διαδικασία. Οφείλουν να υποβάλλουν την αίτησή τους εντός της προθεσμίας που ορίζεται στην ως άνω προκήρυξη, επισυνάπτοντας τα έγγραφα που ζητά η ΕΚΤ.

3.   Η ΕΚΤ ελέγχει την επιλεξιμότητα των υποψηφίων και αξιολογεί τις αιτήσεις συμμετοχής βάσει των κριτηρίων επιλογής που καθορίζονται στην προκήρυξη. Η ΕΚΤ καλεί πέντε τουλάχιστον επιλέξιμους υποψηφίους που πληρούν τα κριτήρια επιλογής να υποβάλουν προσφορά, εφόσον υπάρχει ικανός αριθμός τέτοιων υποψηφίων. Η πρόσκληση υποβολής προσφοράς αποστέλλεται γραπτώς και ταυτοχρόνως σε όλους τους υποψηφίους που καλούνται να υποβάλουν προσφορά.

4.   Οι προσφέροντες που καλούνται υποβάλλουν την προσφορά τους εντός της προθεσμίας που τάσσει η ΕΚΤ, επισυνάπτοντας όλα τα έγγραφα που ζητά η τελευταία.

5.   Η ΕΚΤ αναθέτει τη σύμβαση στον προσφέροντα που ανταποκρίνεται πληρέστερα στα κριτήρια ανάθεσης, όπως αυτά ορίζονται στην πρόσκληση υποβολής προσφοράς.

Άρθρο 13

Διαδικασία με διαπραγμάτευση

1.   Η ΕΚΤ μπορεί να εφαρμόζει διαδικασία με διαπραγμάτευση στις ακόλουθες εξαιρετικές περιπτώσεις:

α)

όταν πρόκειται για έργα, προμήθειες ή υπηρεσίες των οποίων η φύση ή διάφοροι αστάθμητοι παράγοντες δεν επιτρέπουν το συνολικό προκαθορισμό των τιμών ή

β)

όταν, λόγω της φύσης των υπηρεσιών, οι όροι της σύμβασης δεν μπορούν να καθοριστούν με επαρκή ακρίβεια, ώστε να καθίσταται δυνατή η ανάθεσή της με επιλογή της καλύτερης προσφοράς σύμφωνα με τους κανόνες της ανοικτής ή της κλειστής διαδικασίας.

2.   Διαδικασία με διαπραγμάτευση μπορεί επίσης να εφαρμόζει η ΕΚΤ και στην περίπτωση που δεν έχουν κατατεθεί παραδεκτές προσφορές έπειτα από ανοικτή ή κλειστή διαδικασία ή ανταγωνιστικό διάλογο, εφόσον οι αρχικοί όροι της σύμβασης δεν τροποποιούνται ουσιωδώς. Η ΕΚΤ έχει τη δυνατότητα να μην δημοσιεύει νέα προκήρυξη, εφόσον στη διαδικασία με διαπραγμάτευση περιλαμβάνει, αποκλειστικά, όλους τους προσφέροντες που συμμετείχαν στην προηγούμενη διαδικασία, πληρούσαν τα κριτήρια επιλογής και υπέβαλαν προσφορές σύμφωνες προς τις τυπικές προϋποθέσεις της διαδικασίας ανάθεσης. Εάν δεν έχει ληφθεί καμία προσφορά ή καμία προσφορά δεν πληροί τις τυπικές αυτές προϋποθέσεις, η ΕΚΤ μπορεί να εφαρμόζει διαδικασία με διαπραγμάτευση χωρίς δημοσίευση προκήρυξης, σύμφωνα με το άρθρο 29.

3.   Μετά τη δημοσίευση της σχετικής προκήρυξης οι ενδιαφερόμενοι προμηθευτές μπορούν να υποβάλουν αίτηση συμμετοχής στη διαδικασία με διαπραγμάτευση. Οφείλουν να υποβάλουν την αίτησή τους εντός της προθεσμίας που ορίζεται στην ως άνω προκήρυξη, προσκομίζοντας τα έγγραφα που ζητά η ΕΚΤ.

4.   Η ΕΚΤ ελέγχει την επιλεξιμότητα των υποψηφίων και αξιολογεί τις αιτήσεις συμμετοχής βάσει των κριτηρίων επιλογής που καθορίζονται στην ως άνω προκήρυξη. Η ΕΚΤ καλεί τρεις τουλάχιστον επιλέξιμους υποψηφίους που πληρούν τα κριτήρια επιλογής να υποβάλουν προσφορά, εφόσον υπάρχει ικανός αριθμός τέτοιων υποψηφίων. Η πρόσκληση υποβολής προσφοράς αποστέλλεται γραπτώς και ταυτοχρόνως σε όλους τους υποψηφίους που καλούνται να υποβάλουν προσφορά.

5.   Μετά την αξιολόγηση των προσφορών η ΕΚΤ μπορεί να προβαίνει σε διαπραγματεύσεις με τους προσφέροντες, προκειμένου να ευθυγραμμίσει την προσφορά τους με τις απαιτήσεις της. Η ΕΚΤ μπορεί να προβαίνει σε διαπραγματεύσεις:

α)

είτε με τον προσφέροντα με την καλύτερη σειρά κατάταξης. Εάν οι διαπραγματεύσεις με τον εν λόγω προσφέροντα δεν ευοδωθούν, τότε η ΕΚΤ δύναται να αρχίσει διαπραγματεύσεις με τον αμέσως επόμενο στην κατάταξη προσφέροντα,

β)

είτε ταυτοχρόνως με όλους τους προσφέροντες που έχουν υποβάλει προσφορά η οποία πληροί ουσιαστικά τις τεχνικές και εμπορικές απαιτήσεις της ΕΚΤ. Στην περίπτωση αυτή ο αριθμός των προσφερόντων που γίνονται δεκτοί στις διαπραγματεύσεις είναι δυνατό να μειώνεται σε διαδοχικές φάσεις με την εφαρμογή των κριτηρίων ανάθεσης που καθορίζονται στην προκήρυξη ή στην πρόσκληση υποβολής προσφοράς.

Πριν από την έναρξη των διαπραγματεύσεων η ΕΚΤ ενημερώνει όλους τους προσφέροντες σχετικά με τον τρόπο διεξαγωγής τους.

6.   Το αντικείμενο των διαπραγματεύσεων είναι δυνατό να περιλαμβάνει τις τεχνικές και εμπορικές προσφορές των προσφερόντων, καθώς και τους συμβατικούς όρους και προϋποθέσεις, εφόσον δεν τροποποιείται ουσιωδώς το πεδίο εφαρμογής της διαδικασίας ανάθεσης. Η ΕΚΤ δύναται επίσης να καλεί τους προσφέροντες να υποβάλλουν αναθεωρημένη προσφορά. Στη διάρκεια των διαπραγματεύσεων η ΕΚΤ διασφαλίζει την ίση μεταχείριση όλων των προσφερόντων που καλούνται να συμμετάσχουν σε αυτές.

7.   Μετά τη λήξη των διαπραγματεύσεων η ΕΚΤ αναθέτει τη σύμβαση στον προσφέροντα που ανταποκρίνεται πληρέστερα στα κριτήρια ανάθεσης, όπως αυτά καθορίζονται στην προκήρυξη ή στην πρόσκληση υποβολής προσφοράς.

Άρθρο 14

Ανταγωνιστικός διάλογος

1.   Στην περίπτωση ιδιαίτερα πολύπλοκων συμβάσεων, όπου δεν είναι δυνατός ο καθορισμός των απαιτήσεων της ΕΚΤ κατά τρόπο που να επιτρέπει την ανάθεση της σύμβασης με ανοικτή ή κλειστή διαδικασία, η ΕΚΤ δύναται να διεξάγει ανταγωνιστικό διάλογο.

2.   Μετά τη δημοσίευση της σχετικής προκήρυξης οι ενδιαφερόμενοι προμηθευτές δύνανται να υποβάλουν αίτηση συμμετοχής στο διάλογο. Οφείλουν να υποβάλουν την αίτησή τους εντός της προθεσμίας που ορίζεται στην ως άνω προκήρυξη, προσκομίζοντας τα έγγραφα που ζητά η ΕΚΤ.

3.   Η ΕΚΤ ελέγχει την επιλεξιμότητα των υποψηφίων και αξιολογεί τις αιτήσεις συμμετοχής βάσει των κριτηρίων επιλογής που καθορίζονται στην ως άνω προκήρυξη. Η ΕΚΤ καλεί τρεις τουλάχιστον επιλέξιμους υποψηφίους να συμμετάσχουν στο διάλογο και τους παρέχει αίτηση υποβολής πρότασης στην οποία επισημαίνονται οι ανάγκες της ΕΚΤ. Σκοπός του διαλόγου είναι η διερεύνηση και ο προσδιορισμός της λύσης που μπορεί να εξυπηρετήσει με τον καλύτερο τρόπο τις ανάγκες της ΕΚΤ. Η ΕΚΤ μπορεί να συζητά με τους επιλεγέντες υποψηφίους όλες τις πτυχές της σύμβασης.

4.   Στη διάρκεια του διαλόγου η ΕΚΤ διασφαλίζει την ίση μεταχείριση όλων των υποψηφίων. Επιπλέον, η ΕΚΤ δεν αποκαλύπτει στους λοιπούς υποψηφίους τις προτεινόμενες λύσεις ή άλλες εμπιστευτικές πληροφορίες που έχουν διαβιβασθεί από υποψήφιο που συμμετέχει στο διάλογο, χωρίς τη γραπτή συγκατάθεσή του.

5.   Η ΕΚΤ συνεχίζει το διάλογο, έως ότου μπορέσει να προσδιορίσει τη λύση ή τις λύσεις που ενδεχομένως ανταποκρίνονται στις ανάγκες της, εν ανάγκη αφού τις συγκρίνει. Η ΕΚΤ μπορεί να διεξάγει το διάλογο σε διαδοχικές φάσεις ούτως ώστε να μειώνεται ο αριθμός των υπό εξέταση λύσεων κατά τη φάση του διαλόγου, εφόσον υπάρχει σχετική πρόβλεψη στην προκήρυξη ή στην αίτηση υποβολής πρότασης. Η ΕΚΤ επιλέγει τις προς εξέταση λύσεις εφαρμόζοντας τα κριτήρια ανάθεσης που ορίζονται στην ως άνω προκήρυξη ή στην αίτηση υποβολής πρότασης.

6.   Αφού κηρύξει τη λήξη του διαλόγου, η ΕΚΤ καλεί τους υποψηφίους που συμμετέχουν στο διάλογο να υποβάλουν την τελική προσφορά τους βάσει των λύσεων που υποβλήθηκαν και προσδιορίστηκαν στη διάρκεια του διαλόγου.

7.   Η ΕΚΤ αξιολογεί τις ληφθείσες προσφορές βάσει των κριτηρίων ανάθεσης που καθορίζονται στην προκήρυξη ή στην αίτηση υποβολής πρότασης. Η ΕΚΤ μπορεί να ζητά από τους προσφέροντες να διασαφηνίσουν ή να διευκρινίσουν πτυχές της προσφοράς τους ή να επιβεβαιώσουν τις δεσμεύσεις που αυτή περιέχει, εφόσον αυτό δεν έχει ως αποτέλεσμα να τροποποιούνται ουσιώδη στοιχεία της προσφοράς, να στρεβλώνεται ο ανταγωνισμός ή να προκαλούνται διακρίσεις. Αφού ολοκληρωθεί η αξιολόγηση, η ΕΚΤ αναθέτει τη σύμβαση βάσει της πλέον συμφέρουσας από οικονομική άποψη προσφοράς.

Άρθρο 15

Συμφωνίες-πλαίσιο

1.   Η ΕΚΤ μπορεί να χρησιμοποιεί συμφωνίες-πλαίσιο στις περιπτώσεις που συνάπτει τακτικά συμβάσεις προμηθειών, υπηρεσιών ή έργων παρόμοιας φύσης, χωρίς να είναι δυνατό να καθορίζεται ο ακριβής χρόνος παράδοσης ή/και οι λεπτομερείς απαιτήσεις.

2.   Για τους σκοπούς της σύναψης μιας σύμβασης που αποτελεί συμφωνία-πλαίσιο η ΕΚΤ ακολουθεί τις διαδικασίες που ορίζονται ανωτέρω σε όλα τα στάδια έως την ανάθεση της συμφωνίας-πλαίσιο. Εάν η ΕΚΤ προτίθεται να συνάψει συμφωνία-πλαίσιο με περισσότερους προμηθευτές, συνάπτει τρεις τουλάχιστον συμφωνίες, εφόσον υπάρχει ικανός αριθμός προμηθευτών που πληρούν τα κριτήρια επιλογής και ανάθεσης. Στην προκήρυξη προσδιορίζονται το πεδίο εφαρμογής και ο αριθμός των συμφωνιών-πλαίσιο που πρόκειται να συναφθούν.

Η ανάθεση συμβάσεων βάσει συμφωνίας-πλαίσιο πραγματοποιείται σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται στο παρόν άρθρο.

3.   Όταν συνάπτεται μια συμφωνία-πλαίσιο με έναν μόνο προμηθευτή, η ανάθεση των συμβάσεων που βασίζονται σε αυτή πραγματοποιείται σύμφωνα με τους όρους που ορίζονται στη συμφωνία-πλαίσιο. Εφόσον κρίνεται αναγκαίο, η ΕΚΤ μπορεί να ζητά γραπτώς από τον προμηθευτή να συμπληρώσει την αρχική προσφορά του. Οι εν λόγω συμπληρωματικές προσφορές δεν πρέπει να συνεπάγονται ουσιώδεις τροποποιήσεις των όρων και προϋποθέσεων που ορίζονται στη συμφωνία-πλαίσιο.

4.   Όταν συνάπτονται συμφωνίες-πλαίσιο με περισσότερους προμηθευτές, η ανάθεση των συμβάσεων μπορεί να πραγματοποιείται:

α)

είτε με εφαρμογή των κριτηρίων που καθορίζονται στις συμφωνίες-πλαίσιο χωρίς νέο διαγωνισμό

β)

είτε με νέο διαγωνισμό που δύναται να διεξάγει η ΕΚΤ μεταξύ των προμηθευτών με τους οποίους έχει ήδη συναφθεί συμφωνία-πλαίσιο, στην περίπτωση που δεν καθορίζονται τέτοια κριτήρια.

Στην τελευταία περίπτωση η ΕΚΤ αναθέτει τη σύμβαση σύμφωνα με την ακόλουθη διαδικασία:

η ΕΚΤ καλεί γραπτώς τους προμηθευτές να υποβάλουν προσφορά εντός της προθεσμίας που ορίζεται στην αίτηση υποβολής πρότασης, στην οποία καθορίζονται επίσης τα κριτήρια βάσει των οποίων θα ανατεθεί η σύμβαση,

οι προμηθευτές πρέπει να υποβάλουν γραπτώς τις προσφορές τους εντός της προθεσμίας που τάσσει η ΕΚΤ και

η ΕΚΤ αναθέτει τη σύμβαση στον προσφέροντα που υπέβαλε την καλύτερη προσφορά βάσει των κριτηρίων ανάθεσης που ορίζονται στην αίτηση υποβολής πρότασης.

Άρθρο 16

Δυναμικά συστήματα αγορών

1.   Η ΕΚΤ δύναται να αναθέτει συμβάσεις για την προμήθεια προϊόντων, υπηρεσιών και έργων τρέχουσας χρήσης μέσω δυναμικών συστημάτων αγορών. Εκτός εάν άλλως ορίζεται στο παρόν άρθρο, η διαδικασία αυτή ακολουθεί τους κανόνες της ανοικτής διαδικασίας.

2.   Για τους σκοπούς της εφαρμογής του δυναμικού συστήματος αγορών, η ΕΚΤ:

α)

δημοσιεύει προκήρυξη στην οποία επισημαίνεται η εφαρμογή δυναμικού συστήματος αγορών και περιέχεται παραπομπή στη διεύθυνση Διαδικτύου όπου δημοσιεύονται οι όροι της διαδικασίας ανάθεσης,

β)

παρέχει ελεύθερη, άμεση και πλήρη πρόσβαση με ηλεκτρονικά μέσα στους όρους της διαδικασίας ανάθεσης και σε κάθε συμπληρωματικό έγγραφο, ήδη από τη δημοσίευση της προκήρυξης και έως τη λήξη εφαρμογής του συστήματος και

γ)

μεταξύ άλλων, διευκρινίζει στους όρους της διαδικασίας ανάθεσης, τα κριτήρια επιλογής και ανάθεσης, τη φύση των προβλεπόμενων αγορών που αποτελούν αντικείμενο αυτού του συστήματος, καθώς και όλες τις απαραίτητες πληροφορίες που αφορούν το σύστημα αγορών, το χρησιμοποιούμενο ηλεκτρονικό εξοπλισμό και τις τεχνικές συνθήκες και προδιαγραφές της σύνδεσης.

3.   Καθ’ όλη τη διάρκεια εφαρμογής του το σύστημα είναι ανοικτό σε κάθε προμηθευτή ο οποίος πληροί τα κριτήρια επιλογής και έχει υποβάλει ενδεικτική προσφορά σύμφωνη προς τους όρους της διαδικασίας ανάθεσης. Οι προσφέροντες δύνανται να βελτιώνουν τις ενδεικτικές προσφορές τους ανά πάσα στιγμή, εφόσον αυτές εξακολουθούν να συνάδουν προς τους όρους της διαδικασίας ανάθεσης. Δεν εισπράττονται έξοδα διεκπεραίωσης από τους προσφέροντες.

4.   Μετά την παραλαβή των ενδεικτικών προσφορών και εντός εύλογου χρονικού διαστήματος η ΕΚΤ ελέγχει την επιλεξιμότητα των προσφερόντων και την εκ μέρους τους πλήρωση των κριτηρίων επιλογής. Ελέγχει επίσης κατά πόσο οι ενδεικτικές προσφορές πληρούν τους όρους της διαδικασίας ανάθεσης. Η ΕΚΤ ενημερώνει το ταχύτερο δυνατόν τους προσφέροντες σχετικά με την αποδοχή τους στο δυναμικό σύστημα αγορών ή την απόρριψή τους.

5.   Κάθε συγκεκριμένη σύμβαση, η αξία της οποίας υπερβαίνει τα κατώτατα όρια που προβλέπονται στο άρθρο 4 παράγραφος 3, αποτελεί αντικείμενο ξεχωριστής πρόσκλησης υποβολής προσφοράς. Προτού να απευθύνει πρόσκληση υποβολής προσφοράς, η ΕΚΤ δημοσιεύει απλουστευμένη προκήρυξη στην Επίσημη Εφημερίδα, καλώντας όλους τους ενδιαφερόμενους προμηθευτές να υποβάλουν ενδεικτική προσφορά εντός προθεσμίας δεκαπέντε τουλάχιστον ημερών από την ημερομηνία αποστολής της ως άνω απλουστευμένης προκήρυξης. Η ΕΚΤ προχωρεί στην ανάθεση μόνο αφότου ολοκληρωθεί η αξιολόγηση όλων των ενδεικτικών προσφορών που έχουν υποβληθεί εμπρόθεσμα.

6.   Μετά την ολοκλήρωση της αξιολόγησης η ΕΚΤ καλεί όλους τους προσφέροντες που έχουν γίνει δεκτοί στο σύστημα να υποβάλουν προσφορά εντός εύλογου χρονικού διαστήματος. Η ΕΚΤ αναθέτει τη σύμβαση στον προσφέροντα ο οποίος υπέβαλε την καλύτερη προσφορά βάσει των κριτηρίων ανάθεσης τα οποία καθορίζονται στην προκήρυξη για την έναρξη εφαρμογής του δυναμικού συστήματος αγορών. Τα κριτήρια αυτά μπορούν, ενδεχομένως, να διατυπώνονται ακριβέστερα στην πρόσκληση υποβολής προσφοράς.

7.   Εάν η αξία συγκεκριμένης σύμβασης είναι μικρότερη από τα κατώτατα όρια που προβλέπονται στο άρθρο 4 παράγραφος 3, η ΕΚΤ δύναται να καλεί πέντε ή τρεις προσφέροντες που έχουν γίνει δεκτοί στο σύστημα, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 29.

8.   Η διάρκεια εφαρμογής ενός δυναμικού συστήματος αγορών δεν μπορεί να υπερβαίνει την τετραετία, εκτός εάν συντρέχουν δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις.

Άρθρο 17

Ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί

1.   Εξαιρουμένων των ανταγωνιστικών διαλόγων, η ΕΚΤ μπορεί να συμπληρώνει τις παραπάνω διαδικασίες ανάθεσης συμβάσεων με διεξαγωγή ηλεκτρονικού πλειστηριασμού, εφόσον οι όροι μπορούν να καθορίζονται με ακρίβεια.

Ο ηλεκτρονικός πλειστηριασμός αφορά:

α)

είτε μόνο τις τιμές, εφόσον η ανάθεση της σύμβασης πραγματοποιείται βάσει της χαμηλότερης τιμής,

β)

είτε τις τιμές ή/και τις νέες αξίες των στοιχείων των προσφορών που επισημαίνονται στους όρους, εφόσον η ανάθεση της σύμβασης πραγματοποιείται βάσει της πλέον συμφέρουσας από οικονομική άποψη προσφοράς.

2.   Εάν η ΕΚΤ προτίθεται να διεξαγάγει ηλεκτρονικό πλειστηριασμό, το αναφέρει στη σχετική προκήρυξη. Επιπλέον, η πρόσκληση υποβολής προσφοράς περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, τις εξής πληροφορίες:

α)

τα στοιχεία, οι αξίες των οποίων αποτελούν αντικείμενο του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού, εφόσον τα εν λόγω στοιχεία είναι προσδιορίσιμα ποσοτικώς και μπορούν να εκφράζονται σε αριθμούς ή ποσοστά,

β)

τυχόν όρια στις αξίες που μπορούν να υποβάλλονται, όπως αυτά προκύπτουν από τους όρους που σχετίζονται με το αντικείμενο της σύμβασης,

γ)

τις πληροφορίες που τίθενται στη διάθεση των προσφερόντων στη διάρκεια του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού και τη χρονική στιγμή που, ενδεχομένως, τίθενται στη διάθεσή τους,

δ)

τις κατάλληλες πληροφορίες σχετικά με τη διεξαγωγή του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού,

ε)

τους όρους υπό τους οποίους οι προσφέροντες μπορούν να υποβάλλουν τις προσφορές τους, ιδίως τις ελάχιστες διαφοροποιήσεις που, ενδεχομένως, απαιτούνται για την υποβολή προσφορών,

στ)

τις κατάλληλες πληροφορίες για το χρησιμοποιούμενο ηλεκτρονικό σύστημα και για τις ρυθμίσεις και τις τεχνικές προδιαγραφές της σύνδεσης.

3.   Η έναρξη του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού είναι δυνατή μόνο κατόπιν της υποβολής και πρώτης αξιολόγησης των προσφορών. Όλοι οι προσφέροντες που έχουν υποβάλει παραδεκτές προσφορές καλούνται ταυτόχρονα, με τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων, να υποβάλουν νέες τιμές ή/και νέες αξίες. Η πρόσκληση περιέχει όλες τις κατάλληλες πληροφορίες για τη σύνδεσή τους με το χρησιμοποιούμενο ηλεκτρονικό σύστημα σε ατομική βάση και προσδιορίζει την ημερομηνία και ώρα έναρξης του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού. Ο ηλεκτρονικός πλειστηριασμός μπορεί να διεξάγεται σε διαδοχικές φάσεις, η δε έναρξή του δεν είναι δυνατή πριν από την παρέλευση δύο εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία αποστολής των προσκλήσεων.

4.   Όταν η ανάθεση πρόκειται να γίνει βάσει της πλέον συμφέρουσας από οικονομική άποψη προσφοράς, η πρόσκληση συνοδεύεται από το αποτέλεσμα της πλήρους αξιολόγησης της προσφοράς του συγκεκριμένου προσφέροντος. Η πρόσκληση αναφέρει επίσης το μαθηματικό τύπο βάσει του οποίου διαμορφώνεται κάθε φορά η αυτόματη κατάταξη σε συνάρτηση με τις νέες υποβαλλόμενες τιμές ή/και τις νέες αξίες κατά τον ηλεκτρονικό πλειστηριασμό. Ο μαθηματικός αυτός τύπος εκφράζει τη στάθμιση του κάθε κριτηρίου που έχει επιλεγεί για τον καθορισμό της πλέον συμφέρουσας από οικονομική άποψη προσφοράς, όπως αυτή η στάθμιση αναφέρεται στην προκήρυξη ή στα έγγραφα της διαδικασίας ανάθεσης· για το λόγο αυτό, τυχόν κλίμακες τιμών πρέπει εκ των προτέρων να ανάγονται σε συγκεκριμένες τιμές. Σε περίπτωση που επιτρέπονται εναλλακτικές προσφορές, πρέπει να προβλέπεται χωριστός μαθηματικός τύπος για κάθε τέτοια προσφορά.

5.   Σε κάθε φάση του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού η ΕΚΤ γνωστοποιεί αμέσως σε όλους τους προσφέροντες τουλάχιστον όσες πληροφορίες τους δίνουν τη δυνατότητα να γνωρίζουν ανά πάσα στιγμή την κατάταξή τους. Μπορεί επίσης να γνωστοποιεί και άλλες πληροφορίες σχετικά με άλλες τιμές ή αξίες που υποβάλλονται, εφόσον αυτό επισημαίνεται στα έγγραφα της διαδικασίας ανάθεσης, καθώς και να ανακοινώνει ανά πάσα στιγμή τον αριθμό των συμμετεχόντων σε κάθε φάση του πλειστηριασμού. Ωστόσο, η ΕΚΤ δεν μπορεί να αποκαλύπτει την ταυτότητα των προσφερόντων κατά τη διεξαγωγή των διαφόρων φάσεων του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού.

6.   Η ΕΚΤ περατώνει τον ηλεκτρονικό πλειστηριασμό μετά την εκπνοή της προθεσμίας που επισημαίνεται στην πρόσκληση συμμετοχής στον πλειστηριασμό. Η προθεσμία μπορεί να εκφράζεται ως συγκεκριμένη ημερομηνία και ώρα ή ως η χρονική περίοδος που πρέπει να παρέλθει μετά την υποβολή της τελευταίας προσφοράς με νέες τιμές ή αξίες. Η ΕΚΤ καθορίζει στην πρόσκληση το χρονοδιάγραμμα για τους πλειστηριασμούς που διεξάγονται σε φάσεις.

7.   Μετά την περάτωση του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού η ΕΚΤ αναθέτει τη σύμβαση βάσει των αποτελεσμάτων του.

Άρθρο 18

Προθεσμίες για την παραλαβή των αιτήσεων συμμετοχής και των προσφορών

1.   Κατά τον καθορισμό των προθεσμιών παραλαβής των προσφορών και των αιτήσεων συμμετοχής η ΕΚΤ λαμβάνει υπόψη, ιδίως, το βαθμό πολυπλοκότητας της σύμβασης και το χρόνο που απαιτείται για την κατάρτιση των προσφορών, χωρίς πάντως να θίγονται οι προθεσμίες ελάχιστης διάρκειας που καθορίζονται στο παρόν άρθρο.

2.   Στις ανοικτές διαδικασίες η ελάχιστη προθεσμία παραλαβής των προσφορών είναι 52 ημέρες από την ημερομηνία αποστολής της προκήρυξης.

3.   Στις κλειστές διαδικασίες, στις διαδικασίες με διαπραγμάτευση και στον ανταγωνιστικό διάλογο:

α)

η ελάχιστη προθεσμία παραλαβής των αιτήσεων συμμετοχής είναι 37 ημέρες από την ημερομηνία αποστολής της προκήρυξης και

β)

η ελάχιστη προθεσμία παραλαβής των προσφορών είναι 40 ημέρες από την ημερομηνία αποστολής της πρόσκλησης υποβολής προσφοράς.

4.   Στις περιπτώσεις που η ΕΚΤ έχει δημοσιεύσει προκαταρκτική προκήρυξη σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 2, η οποία έχει σταλεί τουλάχιστον 52 ημέρες πριν από τη δημοσίευση της προκήρυξης, η ελάχιστη προθεσμία για την παραλαβή των προσφορών μπορεί, κατά γενικό κανόνα, να συντέμνεται σε 36 ημέρες, σε καμία όμως περίπτωση σε λιγότερες από 22 ημέρες.

5.   Όταν οι προκηρύξεις καταρτίζονται και αποστέλλονται με ηλεκτρονικά μέσα σύμφωνα με τη μορφή και τις διαδικασίες διαβίβασης που ορίζει η Υπηρεσία Επισήμων Εκδόσεων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, οι προθεσμίες παραλαβής των προσφορών και των αιτήσεων συμμετοχής μπορούν να συντέμνονται κατά επτά ημέρες.

6.   Μείωση κατά πέντε ημέρες των προθεσμιών παραλαβής των προσφορών είναι δυνατή εάν η ΕΚΤ παρέχει με ηλεκτρονικά μέσα ελεύθερη και άμεση πρόσβαση στην πρόσκληση υποβολής προσφοράς από την ημερομηνία δημοσίευσης της προκήρυξης και εάν στο κείμενο της προκήρυξης προσδιορίζεται η διεύθυνση Διαδικτύου στην οποία δημοσιεύεται το κείμενο της εν λόγω προκήρυξης. Ο χρόνος της σύντμησης αυτής μπορεί να προστεθεί στον αντίστοιχο προβλεπόμενο στην παράγραφο 5.

7.   Όταν στην ανοικτή διαδικασία η πρόσκληση υποβολής προσφοράς δεν παρέχεται εντός έξι ημερών, μολονότι ζητήθηκε εμπρόθεσμα, ή όταν η κατάρτιση των προσφορών είναι δυνατή μόνο κατόπιν επιτόπιας επίσκεψης ή επιτόπιας εξέτασης εγγράφων συμπληρωματικών της πρόσκλησης υποβολής προσφοράς, οι προθεσμίες παραλαβής των εν λόγω προσφορών παρατείνονται ούτως ώστε όλοι οι προμηθευτές να έχουν στη διάθεσή τους αρκετό χρόνο για την προετοιμασία τους.

8.   Στις κλειστές διαδικασίες και στις διαδικασίες με διαπραγμάτευση η ΕΚΤ μπορεί να εφαρμόζει ταχεία διαδικασία, όταν λόγοι επείγοντος καθιστούν αδύνατη την τήρηση των ελάχιστων προθεσμιών του παρόντος άρθρου. Στην περίπτωση αυτή ισχύουν οι ακόλουθες ελάχιστες προθεσμίες:

α)

προθεσμία παραλαβής των αιτήσεων συμμετοχής, η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη των 15 ημερών από την ημερομηνία αποστολής της προκήρυξης ή των 10 ημερών εάν η προκήρυξη απεστάλη με ηλεκτρονικά μέσα, σύμφωνα με τη μορφή και τη διαδικασία διαβίβασης, και

β)

προθεσμία παραλαβής των προσφορών, η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη των 10 ημερών από την ημερομηνία παραλαβής της πρόσκλησης υποβολής προσφοράς.

9.   Πριν από την καταληκτική ημερομηνία η ΕΚΤ μπορεί να παρατείνει τις προθεσμίες που ορίζονται στην προκήρυξη ή στα έγγραφα της διαδικασίας ανάθεσης, εφόσον τροποποιεί τα εν λόγω έγγραφα ή συντρέχουν άλλες δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις.

ΕΝΟΤΗΤΑ 2

Διεξαγωγή της διαδικασίας

Άρθρο 19

Επικοινωνία με υποψηφίους και προσφέροντες

1.   Στη διάρκεια της διαδικασίας ανάθεσης οι υποψήφιοι και οι προσφέροντες επικοινωνούν μόνο με τον/τους υπεύθυνο/υπεύθυνους επικοινωνίας που υποδεικνύει η ΕΚΤ. Η ΕΚΤ προσδιορίζει στην προκήρυξη ή/και στην πρόσκληση υποβολής προσφοράς τα μέσα επικοινωνίας που πρόκειται να χρησιμοποιηθούν. Τα εν λόγω μέσα επικοινωνίας θα είναι εν γένει διαθέσιμα, η δε χρήση τους δεν θα πρέπει να υπόκειται σε διακρίσεις.

2.   Οι υποψήφιοι/προσφέροντες υποβάλλουν τις αιτήσεις συμμετοχής/προσφορές τους γραπτώς, σύμφωνα με τους όρους που καθορίζονται στην προκήρυξη/πρόσκληση υποβολής προσφοράς.

3.   Η ΕΚΤ δύναται να διεξάγει ηλεκτρονικές διαδικασίες ανάθεσης σύμφωνα με τους γενικούς όρους που προβλέπονται στο άρθρο 42 της οδηγίας περί σύναψης δημόσιων συμβάσεων, σε συνδυασμό με το παράρτημα Χ αυτής, όσον αφορά τις ηλεκτρονικές διαδικασίες ανάθεσης. Εν προκειμένω η προκήρυξη προσδιορίζει ιδίως τις τυπικές προϋποθέσεις τις οποίες πρέπει να πληρούν οι υποψήφιοι/προσφέροντες και τον τρόπο πρόσβασης στην ηλεκτρονική πλατφόρμα. Η ΕΚΤ δύναται να αποφασίζει ότι μόνον ηλεκτρονικές αιτήσεις συμμετοχής/προσφορές θα γίνονται δεκτές.

4.   Οι υποψήφιοι ή προσφέροντες μπορούν να υποβάλλουν γραπτώς προς την ΕΚΤ ερωτήσεις όσον αφορά την προκήρυξη, την πρόσκληση υποβολής προσφοράς ή τα συμπληρωματικά έγγραφα, σύμφωνα με τους όρους της προκήρυξης ή της πρόσκλησης υποβολής προσφοράς. Η ΕΚΤ απαντά στις εν λόγω ερωτήσεις εντός εύλογης προθεσμίας και γνωστοποιεί τις απαντήσεις σε όλους τους υποψηφίους/προσφέροντες, ανώνυμα, εφόσον οι εν λόγω απαντήσεις τούς αφορούν όλους.

5.   Η ΕΚΤ μεριμνά ώστε οι πληροφορίες που παρέχουν οι υποψήφιοι και προσφέροντες να τυγχάνουν μεταχείρισης και φύλαξης σύμφωνα με την αρχή της εμπιστευτικότητας και, στο βαθμό που παρέχονται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (5).

Άρθρο 20

Υποβολή συμπληρωματικών εγγράφων και διευκρινίσεων

Μετά την αποσφράγιση των αιτήσεων συμμετοχής ή των προσφορών, η ΕΚΤ μπορεί να ζητήσει από τους υποψηφίους και τους προσφέροντες τη συμπλήρωση των κατατεθέντων εγγράφων ή τη διευκρίνιση συγκεκριμένων σημείων αυτών. Μια τέτοια διαδικασία δεν πρέπει να στρεβλώνει το θεμιτό ανταγωνισμό ανάμεσα στους υποψήφιους/προσφέροντες ή να προκαλεί την άνιση μεταχείρισή τους, ούτε και να οδηγεί σε τροποποίηση των όρων των αιτήσεων συμμετοχής ή των προσφορών.

Άρθρο 21

Διόρθωση εγγράφων της διαδικασίας

1.   Εάν, πριν από την εκπνοή της προθεσμίας υποβολής αιτήσεων συμμετοχής ή προσφορών, η ΕΚΤ διαπιστώσει την ύπαρξη οποιασδήποτε φύσης λαθών, ανακριβειών ή παραλείψεων στο κείμενο της προκήρυξης, της πρόσκλησης υποβολής προσφοράς ή των συμπληρωματικών εγγράφων, προβαίνει στη διόρθωσή τους και ενημερώνει δεόντως όλους τους υποψηφίους ή προσφέροντες.

2.   Εάν οι υποψήφιοι ή προσφέροντες θεωρούν ότι οι απαιτήσεις της ΕΚΤ, όπως αυτές αποτυπώνονται στην προκήρυξη, στην πρόσκληση υποβολής προσφοράς ή στα συμπληρωματικά έγγραφα, είναι ελλιπείς, ανακόλουθες ή παράνομες, της γνωστοποιούν γραπτώς τις επιφυλάξεις τους. Ο υποψήφιος/προσφέρων οφείλει να γνωστοποιεί τις ενστάσεις του χωρίς περιττή καθυστέρηση, αφότου αντιληφθεί ή θα μπορούσε να έχει αντιληφθεί την παρατυπία. Εν συνεχεία, η ΕΚΤ δύναται να προχωρήσει είτε στην αιτούμενη διόρθωση ή συμπλήρωση των απαιτήσεων είτε στην απόρριψη του σχετικού αιτήματος, αναφέροντας τους λόγους απόρριψής του. Αντιρρήσεις ως προς τις απαιτήσεις της ΕΚΤ, οι οποίες δεν γνωστοποιούνται στην τελευταία αμελλητί, δεν είναι δυνατό να προβληθούν σε μεταγενέστερο χρόνο.

Άρθρο 22

Πρόσκληση υποβολής προσφοράς

1.   Το ελάχιστο περιεχόμενο της πρόσκλησης υποβολής προσφοράς περιλαμβάνει κατά κανόνα:

α)

παραπομπή στη δημοσιευθείσα προκήρυξη,

β)

τις τυπικές προϋποθέσεις της διαδικασίας, ιδίως την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας παραλαβής των προσφορών, τη διεύθυνση στην οποία πρέπει να διαβιβάζονται και τη γλώσσα ή τις γλώσσες στις οποίες πρέπει να συντάσσονται, τη μορφή υποβολής της προσφοράς και την περίοδο κατά την οποία ορισμένη προσφορά πρέπει να παραμείνει έγκυρη,

γ)

τυχόν δικαιώματα προαιρέσεως για την ανάθεση συμπληρωματικών έργων, υπηρεσιών και προμηθειών και τον αριθμό τυχόν παρατάσεων και ανανεώσεων,

δ)

τον κατάλογο των εγγράφων που πρόκειται να υποβάλουν οι προσφέροντες και

ε)

τη σχετική στάθμιση των κριτηρίων ανάθεσης της σύμβασης ή, εφόσον συντρέχει λόγος, τη φθίνουσα σειρά σπουδαιότητας αυτών των κριτηρίων, εάν δεν περιλαμβάνονται στην προκήρυξη.

2.   Η πρόσκληση υποβολής προσφοράς πρέπει να περιλαμβάνει:

α)

αντίγραφο των όρων στους οποίους καθορίζονται οι απαιτήσεις της ΕΚΤ ή, στην περίπτωση ανταγωνιστικού διαλόγου, αντίγραφο της αίτησης υποβολής πρότασης όπου καθορίζονται οι ανάγκες της ΕΚΤ,

β)

αντίγραφο του σχεδίου σύμβασης, των γενικών όρων και προϋποθέσεων της ΕΚΤ ή του εγγράφου που προσδιορίζει τα βασικά χαρακτηριστικά της σύμβασης και

γ)

κάθε άλλο έγγραφο που η ΕΚΤ κρίνει σημαντικό.

Εάν τα εν λόγω έγγραφα είναι διαθέσιμα σε ηλεκτρονική μορφή, η πρόσκληση υποβολής προσφοράς καθορίζει τον τρόπο πρόσβασης των προσφερόντων σε αυτά.

ΕΝΟΤΗΤΑ 3

Αξιολόγηση

Άρθρο 23

Γενικά

1.   Η ΕΚΤ προβαίνει στην αξιολόγηση όλων των προσφορών βάσει των κριτηρίων ανάθεσης, όπως αναφέρονται στο άρθρο 26 αφού προηγουμένως έχει:

ελέγξει τις τυπικές προϋποθέσεις της διαδικασίας ανάθεσης,

ελέγξει την επιλεξιμότητα των προσφερόντων κατά το άρθρο 24 και

αξιολογήσει την τήρηση των κριτηρίων επιλογής κατά το άρθρο 25.

2.   Η ΕΚΤ αναθέτει τη σύμβαση στον προσφέροντα που ανταποκρίνεται πληρέστερα στα κριτήρια ανάθεσης.

3.   Δεν είναι δυνατή η αποσφράγιση των αιτήσεων συμμετοχής και των προσφορών πριν από την παρέλευση της ημερομηνίας υποβολής. Η αποσφράγιση των αιτήσεων συμμετοχής και των προσφορών πραγματοποιείται παρουσία δύο τουλάχιστον μελών του προσωπικού και καταγράφεται σε πρακτικά. Εκτός εάν άλλως ορίζεται, οι υποψήφιοι ή οι προσφέροντες δεν δύνανται να παρίστανται στην αποσφράγιση.

4.   Η διαδικασία αξιολόγησης και το αποτέλεσμά της τεκμηριώνονται σε έκθεση αξιολόγησης.

Άρθρο 24

Επιλεξιμότητα υποψηφίων/προσφερόντων

1.   Με την επιφύλαξη των ακόλουθων παραγράφων, επιλέξιμα προς συμμετοχή στις διαδικασίες ανάθεσης είναι όλα τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα που έχουν κατοικία ή είναι εγκατεστημένα στην ΕΕ. Δικαίωμα ισότιμης συμμετοχής στις διαδικασίες ανάθεσης έχουν επίσης όλα τα φυσικά και νομικά πρόσωπα που έχουν κατοικία ή είναι εγκατεστημένα σε τρίτη χώρα, η οποία έχει επικυρώσει τη συμφωνία περί δημόσιων συμβάσεων που συνήφθη στο πλαίσιο του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου ή έχει συνάψει με την ΕΕ διμερή συμφωνία σχετικά με τις δημόσιες συμβάσεις, υπό τους όρους που προβλέπονται στις εν λόγω συμφωνίες. Η έγκριση της συμμετοχής προμηθευτών από άλλες τρίτες χώρες εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια της ΕΚΤ.

2.   Στις διαδικασίες ανάθεσης δύνανται να συμμετέχουν προσωρινές συνενώσεις προμηθευτών, σύμφωνα με τους όρους που προβλέπονται στην προκήρυξη ή στην πρόσκληση υποβολής προσφοράς. Εφόσον η σύμβαση ανατεθεί σε αυτές, οι εν λόγω κοινοπραξίες είναι δυνατό να υποχρεωθούν από την ΕΚΤ να περιβληθούν συγκεκριμένη νομική μορφή, εάν αυτό είναι αναγκαίο για τους σκοπούς της ορθής εκτέλεσης της σύμβασης.

3.   Η ΕΚΤ αποκλείει από τη συμμετοχή σε διαδικασία ανάθεσης υποψηφίους ή προσφέροντες κατά των οποίων έχει εκδοθεί απόφαση με ισχύ δεδικασμένου για απάτη, δωροδοκία, νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση ή οποιαδήποτε άλλη παράνομη δραστηριότητα θίγει τα οικονομικά συμφέροντα των Κοινοτήτων, της ΕΚΤ ή των ΕθνΚΤ.

4.   Η ΕΚΤ δύναται ανά πάσα στιγμή να αποκλείει από τη συμμετοχή σε διαδικασία ανάθεσης υποψηφίους ή προσφέροντες:

α)

οι οποίοι τελούν υπό καθεστώς πτώχευσης, εκκαθάρισης, αναγκαστικής διαχείρισης ή πτωχευτικού συμβιβασμού, παύσης της δραστηριότητας ή κατά των οποίων έχει κινηθεί σχετική διαδικασία ή σε κάθε ανάλογη περίπτωση που απορρέει από διαδικασία της αυτής φύσεως προβλεπόμενη από τις εθνικές νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις,

β)

οι οποίοι έχουν καταδικαστεί με απόφαση που έχει ισχύ δεδικασμένου για οποιοδήποτε αδίκημα σχετικό με την επαγγελματική τους διαγωγή,

γ)

οι οποίοι έχουν υποπέσει σε σοβαρό επαγγελματικό παράπτωμα,

δ)

οι οποίοι δεν έχουν εκπληρώσει τις υποχρεώσεις τους σχετικά με την καταβολή εισφορών κοινωνικής ασφάλισης ή φόρων, σύμφωνα με τις νομικές διατάξεις της χώρας στην οποία είναι εγκατεστημένοι ή της χώρας της αναθέτουσας αρχής ή ακόμα και της χώρας στην οποία πρόκειται να εκτελεστεί η σύμβαση,

ε)

οι οποίοι, σύμφωνα με απόφαση διαιτητικού ή άλλου δικαστηρίου, αποδεδειγμένα υπέπεσαν σε σοβαρή παραβίαση σύμβασης λόγω μη τήρησης των συμβατικών τους υποχρεώσεων στο πλαίσιο άλλης διαδικασίας ανάθεσης,

στ)

των οποίων τα διευθυντικά στελέχη, το προσωπικό ή οι εκπρόσωποι τελούν σε κατάσταση σύγκρουσης συμφερόντων,

ζ)

οι οποίοι έχουν καταστεί ένοχοι ψευδών δηλώσεων κατά την παροχή των πληροφοριών που ζητήθηκαν από την ΕΚΤ,

η)

οι οποίοι έρχονται σε επαφή με άλλους υποψηφίους ή προσφέροντες με σκοπό την παρακώλυση του ανταγωνισμού.

5.   Οι υποψήφιοι ή οι προσφέροντες πρέπει να πιστοποιήσουν ότι δεν εμπίπτουν σε κάποια από τις ανωτέρω προβλεπόμενες περιπτώσεις ή/και να προσκομίσουν τα αποδεικτικά στοιχεία που επισημαίνονται στην προκήρυξη ή στην πρόσκληση υποβολής προσφοράς. Εάν προκύψουν τέτοιες περιστάσεις στη διάρκεια της διαδικασίας, ο υποψήφιος/προσφέρων ενημερώνει σχετικά την ΕΚΤ χωρίς περιττή καθυστέρηση.

Άρθρο 25

Κριτήρια επιλογής

1.   Η ΕΚΤ καθορίζει στην προκήρυξη τα κριτήρια επιλογής που εφαρμόζει για την αξιολόγηση της ικανότητας του υποψηφίου ή του προσφέροντος όσον αφορά την εκτέλεση της σύμβασης. Τα κριτήρια επιλογής σχετίζονται με την οικονομική, χρηματοδοτική, τεχνική ή επαγγελματική ικανότητα του υποψηφίου ή του προσφέροντος.

2.   Η ΕΚΤ δύναται να καθορίζει κατώτατα επίπεδα ικανοτήτων ενόψει της επιλογής των υποψηφίων ή προσφερόντων. Τα κατώτατα αυτά επίπεδα καθορίζονται στην προκήρυξη.

3.   Επιπλέον, η ΕΚΤ μπορεί να ζητά από τους υποψηφίους ή τους προσφέροντες να αποδεικνύουν ότι διαθέτουν άδεια εκτέλεσης της σύμβασης σύμφωνα με τις εθνικές νομοθετικές διατάξεις, γεγονός το οποίο μπορεί να τεκμηριώνεται βάσει βεβαίωσης εγγραφής σε εμπορικό ή επαγγελματικό μητρώο, ένορκης βεβαίωσης ή πιστοποιητικού, εγγραφής σε συγκεκριμένο οργανισμό, ρητής άδειας ή εγγραφής στο μητρώο του ΦΠΑ.

4.   Η ΕΚΤ καθορίζει στην προκήρυξη τα έγγραφα που οι υποψήφιοι ή προσφέροντες υποχρεούνται να υποβάλλουν προς απόδειξη της χρηματοδοτικής, οικονομικής, τεχνικής και επαγγελματικής τους ικανότητας. Η υποβολή των εν λόγω εγγράφων δεν πρέπει να υπερβαίνει το σκοπό της σύμβασης, ενώ πρέπει να λαμβάνει υπόψη τα νόμιμα συμφέροντα των προμηθευτών, ιδίως όσον αφορά την προστασία των τεχνικών και επαγγελματικών τους απορρήτων.

5.   Εάν για κάποιον εξαιρετικό λόγο, δικαιολογημένο κατά την κρίση της ΕΚΤ, ο προσφέρων ή ο υποψήφιος δεν είναι σε θέση να προσκομίσει τα απαιτούμενα έγγραφα, τότε δύναται να αποδείξει την ικανότητά του με οποιοδήποτε άλλο μέσο η ΕΚΤ θεωρεί ενδεδειγμένο.

6.   Εφόσον κρίνεται σκόπιμο και προκειμένου για συγκεκριμένη σύμβαση, ένας προμηθευτής δύναται να βασιστεί στις δυνατότητες άλλων φορέων, ασχέτως της νομικής φύσης των δεσμών του με αυτούς. Στην περίπτωση αυτή πρέπει να αποδεικνύει στην ΕΚΤ ότι θα έχει στη διάθεσή του τους αναγκαίους πόρους για την εκτέλεση της σύμβασης. Υπό τις ίδιες συνθήκες, μια προσωρινή συνένωση προμηθευτών μπορεί να βασιστεί στις δυνατότητες των μετεχόντων στην κοινοπραξία.

Άρθρο 26

Κριτήρια ανάθεσης

1.   Η ΕΚΤ καθορίζει στην προκήρυξη ή στην πρόσκληση υποβολής προσφοράς εάν προτίθεται να αναθέσει τη σύμβαση στον προσφέροντα ο οποίος υποβάλλει την πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά ή σε αυτόν που προσφέρει τη χαμηλότερη τιμή.

2.   Όταν η σύμβαση ανατίθεται βάσει της πλέον συμφέρουσας από οικονομική άποψη προσφοράς, η ΕΚΤ καθορίζει στην προκήρυξη ή στην πρόσκληση υποβολής προσφοράς ή, στην περίπτωση ανταγωνιστικού διαλόγου, στην αίτηση υποβολής πρότασης:

α)

τα ποιοτικά κριτήρια αξιολόγησης των προσφορών. Τα εν λόγω κριτήρια πρέπει να συνδέονται με το αντικείμενο της συγκεκριμένης σύμβασης και μπορούν να αφορούν, παραδείγματος χάριν, την ποιότητα, την τεχνική αξία, τα αισθητικά και λειτουργικά χαρακτηριστικά, τα περιβαλλοντικά χαρακτηριστικά, το κόστος λειτουργίας, την αποδοτικότητα με μειωμένο κόστος, την εξυπηρέτηση μετά την πώληση και την τεχνική συνδρομή, την ημερομηνία παράδοσης και την προθεσμία παράδοσης ή εκτέλεσης και

β)

τη σχετική στάθμιση καθενός από τα επιλεγέντα κριτήρια προσδιορισμού της πλέον συμφέρουσας από οικονομική άποψη προσφοράς. Η στάθμιση αυτή μπορεί να εκφράζεται με τον καθορισμό μιας κλίμακας ενδεδειγμένων μέγιστων τιμών.

Όταν η ΕΚΤ κρίνει ότι η στάθμιση δεν είναι δυνατή, για λόγους που μπορούν να αποδειχθούν, αυτή επισημαίνει τα κριτήρια με βάση τη φθίνουσα σειρά σπουδαιότητάς τους.

Άρθρο 27

Ασυνήθιστα χαμηλές προσφορές

1.   Η ΕΚΤ δύναται να απορρίπτει προσφορές οι οποίες φαίνονται ασυνήθιστα χαμηλές σε σχέση με τα προσφερόμενα προϊόντα, τα προσφερόμενα έργα ή τις προσφερόμενες υπηρεσίες.

2.   Πριν να απορρίψει τις προσφορές αυτές, η ΕΚΤ ζητά γραπτώς τις διευκρινίσεις για τη σύνθεση της προσφοράς τις οποίες τυχόν κρίνει σκόπιμες. Οι διευκρινίσεις αυτές μπορούν να αφορούν ιδίως:

α)

τον οικονομικό χαρακτήρα της μεθόδου κατασκευής των προϊόντων, της παροχής των υπηρεσιών ή της μεθόδου δομικής κατασκευής,

β)

τις επιλεγείσες τεχνικές λύσεις ή τις εξαιρετικά ευνοϊκές συνθήκες που διαθέτει ο προσφέρων,

γ)

την πρωτοτυπία της προσφοράς ή

δ)

την τήρηση των διατάξεων περί προστασίας της εργασίας και των συνθηκών εργασίας που ισχύουν στον τόπο εκτέλεσης της παροχής.

Η ΕΚΤ ελέγχει τη σύνθεση της προσφοράς βάσει των προσκομιζόμενων σε αυτή διευκρινίσεων και λοιπών στοιχείων.

3.   Εάν έχει χορηγηθεί κρατική ενίσχυση στον προσφέροντα, η ΕΚΤ μπορεί να απορρίψει την προσφορά αποκλειστικά για αυτόν το λόγο, εκτός εάν ο προσφέρων είναι σε θέση να αποδείξει, εντός επαρκούς προθεσμίας την οποία τάσσει η ΕΚΤ, ότι η εν λόγω ενίσχυση χορηγήθηκε σε νόμιμα πλαίσια, σύμφωνα με τις διαδικασίες και τις αποφάσεις που ορίζει η κοινοτική νομοθεσία περί κρατικών ενισχύσεων.

Άρθρο 28

Γνωστοποίηση των αποφάσεων περί επιλογής και ανάθεση της σύμβασης

1.   Το συντομότερο δυνατόν η ΕΚΤ γνωστοποιεί γραπτώς την απόφασή της σε κάθε υποψήφιο ή προσφέροντα του οποίου απέρριψε την αίτηση συμμετοχής ή την προσφορά.

2   Η γνωστοποίηση της απόφασης λαμβάνει χώρα τουλάχιστον 15 ημέρες πριν από την υπογραφή της σύμβασης από την ΕΚΤ.

3.   Εντός 15 ημερών από την παραλαβή της γνωστοποίησης της ως άνω απόφασης οι υποψήφιοι και οι προσφέροντες δύνανται να ζητήσουν από την ΕΚΤ να τους ανακοινώσει τους λόγους απόρριψης της αίτησης συμμετοχής ή της προσφοράς τους. Οι απορριφθέντες προσφέροντες που έχουν υποβάλει παραδεκτή προσφορά δύνανται επίσης να ζητήσουν να τους γνωστοποιηθεί το όνομα του επιλεγέντα προσφέροντα, καθώς και τα βασικά χαρακτηριστικά και τα σχετικά πλεονεκτήματα της προσφοράς του.

4.   Ωστόσο, η ΕΚΤ δύναται να αποφασίζει να μην γνωστοποιεί ορισμένες πληροφορίες, εάν η γνωστοποίηση των εν λόγω πληροφοριών αναμένεται ότι θα βλάψει τα νόμιμα εμπορικά συμφέροντα άλλων προμηθευτών, ότι θα εμποδίσει την εφαρμογή των νόμων ή ότι θα βρίσκεται με άλλο τρόπο σε αντίθεση προς το δημόσιο συμφέρον.

5.   Επιπλέον, η ΕΚΤ δημοσιεύει στην Επίσημη Εφημερίδα ανακοίνωση του αποτελέσματος της διαδικασίας ανάθεσης. Η ανακοίνωση αποστέλλεται εντός 48 ημερών από την υπογραφή της σύμβασης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΑΝΑΘΕΣΗ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΑΞΙΑΣ ΜΙΚΡΟΤΕΡΗΣ ΤΩΝ ΚΑΤΩΤΑΤΩΝ ΟΡΙΩΝ

Άρθρο 29

Διαδικασία χωρίς δημοσίευση προκήρυξης

1.   Η ανάθεση των συμβάσεων συνολικής εκτιμώμενης αξίας μικρότερης των κατώτατων ορίων που προβλέπονται στο άρθρο 4 παράγραφος 3, καθώς και των συμβάσεων υπηρεσιών που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 2, πραγματοποιείται σύμφωνα με την ακόλουθη διαδικασία.

2.   Εάν η αξία της σύμβασης είναι ίση ή μεγαλύτερη των 50 000 ευρώ, προκειμένου για προϊόντα και υπηρεσίες, ή των 500 000 ευρώ, προκειμένου για έργα, η ΕΚΤ καλεί τουλάχιστον πέντε κατάλληλους προμηθευτές, εφόσον υπάρχουν, για να υποβάλουν προσφορά εντός της προθεσμίας που η ίδια τάσσει.

Εάν η αξία της σύμβασης είναι μεν μικρότερη αυτών των κατώτατων ορίων, αλλά ίση ή μεγαλύτερη των 10 000 ευρώ, η ΕΚΤ καλεί τουλάχιστον τρεις κατάλληλους προμηθευτές, εφόσον υπάρχουν, για να υποβάλουν προσφορά.

Και στις δύο περιπτώσεις η ΕΚΤ παρέχει στους προμηθευτές αίτηση υποβολής πρότασης στην οποία καθορίζονται οι απαιτήσεις της ΕΚΤ και τα κριτήρια ανάθεσης της σύμβασης. Κατά τον καθορισμό της προθεσμίας υποβολής των προσφορών η ΕΚΤ λαμβάνει υπόψη το βαθμό πολυπλοκότητας της σύμβασης και το χρόνο που απαιτείται για την κατάρτιση της προσφοράς.

3.   Οι προμηθευτές οι οποίοι καλούνται από την ΕΚΤ να συμμετάσχουν στη διαδικασία επιλέγονται μεταξύ των προσφερόντων που έχουν γίνει δεκτοί σε δυναμικό σύστημα αγορών· εάν δεν χρησιμοποιείται τέτοιο σύστημα, αυτοί επιλέγονται από κατάλογο εγκεκριμένων προμηθευτών, ενώ στην περίπτωση που δεν έχει καταρτιστεί τέτοιος κατάλογος, βάσει της δέουσας ανάλυσης της αγοράς. Η προεπιλογή των κατάλληλων προμηθευτών εναπόκειται αποκλειστικά στη διακριτική ευχέρεια της ΕΚΤ. Δυνατότητα εγγραφής στους καταλόγους των εγκεκριμένων προμηθευτών έχει κάθε ενδιαφερόμενος προμηθευτής που παρέχει προμήθειες, υπηρεσίες και έργα του τύπου για τον οποίο έχει καταρτιστεί ο κατάλογος. Η ΕΚΤ χρησιμοποιεί σε τακτά διαστήματα τα ενδεδειγμένα μέσα, προκειμένου να διασφαλίζει τη δημοσιότητα της δυνατότητας εγγραφής στους εν λόγω καταλόγους.

4.   Διαζευκτικά, η ΕΚΤ μπορεί επίσης να δημοσιεύει προκήρυξη στην ιστοσελίδα της ή να κάνει χρήση άλλων ενδεδειγμένων προς τούτο μέσων. Στην περίπτωση αυτή η αίτηση υποβολής πρότασης αποστέλλεται σε όλους τους προμηθευτές που έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον συμμετοχής εντός της προθεσμίας που τάσσει η ΕΚΤ.

5.   Οι ληφθείσες προσφορές αξιολογούνται βάσει των κριτηρίων που ορίζονται στην αίτηση υποβολής πρότασης. Μετά την αξιολόγηση των γραπτών προσφορών η ΕΚΤ μπορεί να προβαίνει σε διαπραγματεύσεις με τους προσφέροντες, εάν η δυνατότητα αυτή έχει αναγγελθεί στην αίτηση υποβολής πρότασης. Οι διαπραγματεύσεις είναι δυνατό να διεξάγονται διαδοχικά, βάσει της σειράς κατάταξης του κάθε προσφέροντα, είτε παράλληλα, με όλες τους προσφέροντες.

6.   Η ΕΚΤ αναθέτει τη σύμβαση στον προσφέροντα που ανταποκρίνεται πληρέστερα στα κριτήρια που καθορίζονται στην αίτηση υποβολής πρότασης.

7.   Η διαδικασία διεξάγεται σύμφωνα με τις γενικές αρχές που προβλέπονται στο άρθρο 3. Εφαρμόζονται αναλόγως τα άρθρα 19, 20, 21, 24 και 27.

Άρθρο 30

Γνωστοποιήσεις προς τους προσφέροντες και κατάλογος εργολάβων

1.   Μετά τη λήψη της απόφασης περί ανάθεσης της σύμβασης η ΕΚΤ ενημερώνει γραπτώς τους λοιπούς προσφέροντες σχετικά με το αποτέλεσμα της διαδικασίας ανάθεσης, εντός εύλογου χρονικού διαστήματος.

2.   Εντός 15 ημερών από την περιέλευση της γνωστοποίησης σε αυτούς, οι προσφέροντες μπορούν να ζητήσουν από την ΕΚΤ να τους γνωστοποιήσει τους κύριους λόγους απόρριψης της προσφοράς τους. Εφαρμόζεται αναλόγως το άρθρο 28 παράγραφος 4.

3.   Η ΕΚΤ δημοσιεύει ετησίως κατάλογο συμβάσεων αξίας άνω των 50 000 ευρώ, οι οποίες συνήφθησαν σύμφωνα με το άρθρο 29 ή για τις οποίες χορηγήθηκε εξαίρεση σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 1. Στον κατάλογο αναφέρεται το όνομα των εργολάβων στους οποίους ανατέθηκαν οι συμβάσεις, το αντικείμενο και η αξία των συμβάσεων.

Άρθρο 31

Απευθείας ανάθεση

Η ΕΚΤ δύναται να αναθέτει συμβάσεις βάσει μίας μόνο προσφοράς, εάν η εκτιμώμενη αξία της σύμβασης προ ΦΠΑ είναι μικρότερη των 10 000 ευρώ ή εάν έχει χορηγηθεί εξαίρεση σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 1.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 32

Ακύρωση της διαδικασίας ανάθεσης

1.   Πριν από την υπογραφή της σύμβασης η ΕΚΤ δύναται ανά πάσα στιγμή να ακυρώνει τη διαδικασία ανάθεσης, χωρίς οι υποψήφιοι ή οι προσφέροντες να μπορούν να προβάλουν οποιαδήποτε αξίωση αποζημίωσης.

2.   Η απόφαση της ΕΚΤ περί ακύρωσης πρέπει να συνάδει προς τις γενικές αρχές που ορίζονται στο άρθρο 3.

3.   Η ΕΚΤ τεκμηριώνει την εν λόγω απόφαση και ενημερώνει σχετικά τους υποψηφίους ή τους προσφέροντες.

Άρθρο 33

Διαδικασία προσφυγής

1.   Στο πλαίσιο των διαδικασιών ανάθεσης δημόσιων συμβάσεων που περιγράφονται στο κεφάλαιο II οι υποψήφιοι/προσφέροντες μπορούν να προσβάλουν γραπτώς την απόφαση της ΕΚΤ με την οποία απορρίπτεται η αίτηση συμμετοχής ή η προσφορά τους, εντός 15 ημερών από την περιέλευση σε αυτούς των πληροφοριών που καθορίζονται στο άρθρο 28 παράγραφος 3 ή εντός 15 ημερών από την περιέλευση σε αυτούς της γνωστοποίησης, όταν δεν έχουν ζητηθεί οι ως άνω πληροφορίες. Η προσφυγή περιλαμβάνει όλες τις συμπληρωματικές πληροφορίες και αιτιολογημένες αντιρρήσεις.

2.   Την προσφυγή εξετάζει η αρμόδια για τον έλεγχο της ανάθεσης συμβάσεων επιτροπή της ΕΚΤ (Procurement Review Body, εφεξής «PRB»). Εάν η PRB κρίνει ότι η απόφαση περί απόρριψης της αίτησης συμμετοχής ή της προσφοράς του προσφεύγοντος παραβιάζει την παρούσα απόφαση ή τις γενικές αρχές της νομοθεσίας περί σύναψης δημόσιων συμβάσεων, είτε διατάσσει την επανάληψη όλης ή μέρους της διαδικασίας ανάθεσης είτε λαμβάνει οριστική απόφαση. Σε διαφορετική περίπτωση η προσφυγή απορρίπτεται. Εντός μηνός από την παραλαβή της προσφυγής η PRB γνωστοποιεί γραπτώς την απόφασή της στον προσφεύγοντα, αναφέροντας τους λόγους στους οποίους βασίστηκε η λήψη της.

3.   Η προσφυγή δεν έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα. Εάν κριθεί απαραίτητο, η PRB δύναται να αναστείλει τη διαδικασία ή την ανάθεση της σύμβασης.

Άρθρο 34

Αρμοδιότητα

Το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων είναι αποκλειστικά αρμόδιο για την επίλυση κάθε διαφοράς μεταξύ της ΕΚΤ και οποιουδήποτε προμηθευτή σε σχέση με την παρούσα απόφαση ή με συγκεκριμένη διαδικασία ανάθεσης. Εάν προβλέπεται διαδικασία προσφυγής δυνάμει του άρθρου 33, ο προσφεύγων οφείλει να αναμείνει την απόφαση της ΕΚΤ επί της προσφυγής προτού προσφύγει στο Δικαστήριο. Οι προθεσμίες που ορίζονται στην συνθήκη αρχίζουν από την παραλαβή της απόφασης επί της προσφυγής.

Άρθρο 35

Έναρξη ισχύος

1.   Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την 1η Αυγούστου 2007 και καταργεί και αντικαθιστά τη διοικητική εγκύκλιο 05/2006 της 27ης Ιουνίου 2006 σχετικά με την ανάθεση συμβάσεων από την ΕΚΤ.

2.   Οι διαδικασίες ανάθεσης με ημερομηνία έναρξης η οποία προηγείται της έναρξης ισχύος της παρούσας απόφασης ολοκληρώνονται βάσει της διοικητικής εγκυκλίου 05/2006. Για τους σκοπούς της παρούσας διάταξης, ως ημέρα έναρξης ορισμένης διαδικασίας ανάθεσης θεωρείται η ημέρα αποστολής της σχετικής προκήρυξης στην Επίσημη Εφημερίδα ή η ημέρα κατά την οποία η ΕΚΤ κάλεσε έναν ή περισσότερους προμηθευτές να υποβάλουν προσφορά, όταν δεν απαιτείται η ως άνω δημοσίευση προκήρυξης.

Φρανκφούρτη, 3 Ιουλίου 2007.

Ο Πρόεδρος της ΕΚΤ

Jean-Claude TRICHET


(1)  ΕΕ L 80 της 18.3.2004, σ. 33.

(2)  ΕΕ L 134 της 30.4.2004, σ. 114. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2006/97/ΕΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 363 της 20.12.2006, σ. 107).

(3)  ΕΕ L 248 της 16.9.2002, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1995/2006 (ΕΕ L 390 της 30.12.2005, σ. 1).

(4)  ΕΕ L 320 της 21.10.2004, σ. 21.

(5)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1).


Επάνω