EUR-Lex Πρόσβαση στο δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Επιστροφή στην αρχική σελίδα του EUR-Lex

Το έγγραφο αυτό έχει ληφθεί από τον ιστότοπο EUR-Lex

Έγγραφο 32016D0041(01)

Απόφαση (ΕΕ) 2017/934 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 16ης Νοεμβρίου 2016, σχετικά με την κατ' εξουσιοδότηση έκδοση αποφάσεων όσον αφορά τη σημασία των εποπτευόμενων οντοτήτων (ΕΚΤ/2016/41)

ΕΕ L 141 της 1.6.2017, σ. 18 έως 20 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

Νομικό καθεστώς του εγγράφου Ισχύει: Η πράξη αυτή έχει τροποποιηθεί. Τρέχουσα ενοποιημένη έκδοση: 26/09/2021

ELI: http://data.europa.eu/eli/dec/2017/934/oj

1.6.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 141/18


ΑΠΌΦΑΣΗ (ΕΕ) 2017/934 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΉΣ ΚΕΝΤΡΙΚΉΣ ΤΡΆΠΕΖΑΣ

της 16ης Νοεμβρίου 2016

σχετικά με την κατ' εξουσιοδότηση έκδοση αποφάσεων όσον αφορά τη σημασία των εποπτευόμενων οντοτήτων (ΕΚΤ/2016/41)

ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 του Συμβουλίου, της 15ης Οκτωβρίου 2013, για την ανάθεση ειδικών καθηκόντων στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σχετικά με τις πολιτικές που αφορούν την προληπτική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων (1), και ιδίως το άρθρο 6,

Έχοντας υπόψη την απόφαση (ΕΕ) 2017/933 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 16ης Νοεμβρίου 2016, σχετικά με τον καθορισμό γενικού πλαισίου για την κατ' εξουσιοδότηση λήψη αποφάσεων όσον αφορά εποπτικές νομικές πράξεις (ΕΚΤ/2016/40) (2), και ιδίως το άρθρο 4,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Το άρθρο 6 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 καθορίζει τα κριτήρια χαρακτηρισμού των πιστωτικών ιδρυμάτων, χρηματοδοτικών εταιρειών συμμετοχών ή μεικτών χρηματοοικονομικών εταιρειών βάσει της σημασίας τους ως εποπτευόμενων οντοτήτων. Τα εν λόγω κριτήρια εξειδικεύονται περαιτέρω στο μέρος IV του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 468/2014 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ/2014/17) (3).

(2)

Σύμφωνα με το άρθρο 39 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 468/2014 (ΕΚΤ/2014/17), μια εποπτευόμενη οντότητα θεωρείται σημαντική εφόσον έτσι κρίνει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) σε απόφαση απευθυνόμενη προς εκείνη. Σύμφωνα με το άρθρο 40 του ίδιου κανονισμού, εάν μία ή περισσότερες εποπτευόμενες οντότητες ανήκουν σε εποπτευόμενο όμιλο, τα κριτήρια προσδιορισμού της σημασίας τους καθορίζονται στο υψηλότερο επίπεδο ενοποίησης στα συμμετέχοντα κράτη μέλη και κάθε εποπτευόμενη οντότητα χαρακτηρίζεται σημαντική με βάση τα συγκεκριμένα κριτήρια.

(3)

Σύμφωνα με το άρθρο 43 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 468/2014 (ΕΚΤ/2014/17), η ΕΚΤ, αφού λάβει σχετικές πληροφορίες, μπορεί οποτεδήποτε να επανεξετάζει εάν πληρούνται τα κριτήρια προσδιορισμού της σημασίας.

(4)

Η έκδοση νέων αποφάσεων χαρακτηρισμού εποπτευόμενων οντοτήτων βάσει της σημασίας τους θα πρέπει να εξαιρείται από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας απόφασης. Η έκδοση τροποποιήσεων υφιστάμενων αποφάσεων χαρακτηρισμού θα πρέπει να είναι δυνατή με την επιφύλαξη της εφαρμογής του άρθρου 22 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 και του μέρους III, τίτλος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 468/2014 (ΕΚΤ/2014/17).

(5)

Τροποποιήσεις αποφάσεων χαρακτηρισμού, συνεπεία των οποίων αίρεται ο χαρακτηρισμός εποπτευόμενων οντοτήτων ή εποπτευόμενων ομίλων ως σημαντικών, δεν θα πρέπει να εκδίδονται κατ' εξουσιοδότηση εφόσον βασίζονται στο άρθρο 70 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 468/2014 (ΕΚΤ/2014/17).

(6)

Ως αρμόδια αρχή για το σύνολο των σημαντικών εποπτευόμενων οντοτήτων στο πλαίσιο του ενιαίου εποπτικού μηχανισμού η ΕΚΤ καλείται κάθε χρόνο να εκδίδει σημαντικό αριθμό αποφάσεων που τροποποιούν υφιστάμενες αποφάσεις χαρακτηρισμού των εν λόγω οντοτήτων. Για να διασφαλιστεί η ικανότητα λειτουργίας των οργάνων λήψης αποφάσεων της ΕΚΤ απαιτείται απόφαση με την οποία θα παρέχεται εξουσιοδότηση για την έκδοση τροποποιήσεων αποφάσεων χαρακτηρισμού. Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) έχει αναγνωρίσει την αναγκαιότητα της εξουσιοδότησης ως μέσου που επιτρέπει σε όργανα τα οποία καλούνται να εκδίδουν σημαντικό αριθμό αποφάσεων να εκπληρώνουν τα καθήκοντά τους. Ομοίως, το ΔΕΕ έχει αναγνωρίσει την ανάγκη να εξασφαλίζεται η ικανότητα λειτουργίας των αποφασιστικών οργάνων, η οποία αντιστοιχεί σε αρχή συμφυή σε κάθε θεσμικό σύστημα (4). Προκειμένου να διευκολυνθεί η διαδικασία λήψης αποφάσεων όσον αφορά τροποποιήσεις υφιστάμενων αποφάσεων χαρακτηρισμού απαιτείται εξουσιοδοτική απόφαση.

(7)

Η εξουσιοδότηση για τη λήψη αποφάσεων θα πρέπει να είναι περιορισμένη, να διέπεται από την αρχή της αναλογικότητας και να βασίζεται σε συγκεκριμένα κριτήρια. Ενώ οι αποφάσεις χαρακτηρισμού ενός εποπτευόμενου ομίλου περιέχουν κατάλογο των επιμέρους οντοτήτων του, τα συγκεκριμένα αυτά κριτήρια θα πρέπει να αφορούν περιπτώσεις τροποποίησης της σύνθεσης σημαντικού εποπτευόμενου ομίλου ή αλλαγής της επωνυμίας σημαντικής εποπτευόμενης οντότητας που θα πρέπει να δικαιολογούνται και να διέπονται απόι την αρχή της αναλογικότητας.

(8)

Η απόφαση (ΕΕ) 2017/933 (ΕΚΤ/2016/40) αποσαφηνίζει την τηρητέα διαδικασία ενόψει της έκδοσης συγκεκριμένων εποπτικών αποφάσεων και τα πρόσωπα στα οποία μπορεί να παρέχεται η σχετική εξουσιοδότηση. Η εν λόγω απόφαση δεν επηρεάζει την άσκηση των εποπτικών καθηκόντων της ΕΚΤ ούτε θίγει την αρμοδιότητα του εποπτικού συμβουλίου να προτείνει ολοκληρωμένα σχέδια αποφάσεων προς το διοικητικό συμβούλιο.

(9)

Εφόσον δεν πληρούνται τα κριτήρια έκδοσης κατ' εξουσιοδότηση αποφάσεων που καθορίζονται στην παρούσα απόφαση, οι τροποποιήσεις αποφάσεων χαρακτηρισμού θα πρέπει να εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία μη διατύπωσης αντιρρήσεων του άρθρου 26 παράγραφος 8 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 και τις διατάξεις του άρθρου 13ζ της απόφασης ΕΚΤ/2004/2 (5). Η παρούσα απόφαση δεν θα πρέπει να επηρεάζει την άσκηση των εποπτικών καθηκόντων της ΕΚΤ ούτε να θίγει την αρμοδιότητα του εποπτικού συμβουλίου να προτείνει ολοκληρωμένα σχέδια αποφάσεων προς το διοικητικό συμβούλιο.

(10)

Οι εποπτικές αποφάσεις της ΕΚΤ υπόκεινται σε διοικητική επανεξέταση σύμφωνα με το άρθρο 24 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 και τα ειδικότερα οριζόμενα στην απόφαση ΕΚΤ/2014/16 (6). Στις περιπτώσεις διοικητικής επανεξέτασης το εποπτικό συμβούλιο θα πρέπει, αφού λάβει υπόψη τη γνώμη του διοικητικού συμβουλίου επανεξέτασης, να υποβάλει προς έγκριση στο διοικητικό συμβούλιο νέο σχέδιο απόφασης με βάση τη διαδικασία μη διατύπωσης αντιρρήσεων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας απόφασης ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

1)   «τροποποίηση απόφασης χαρακτηρισμού»: απόφαση η οποία εκδίδεται κατόπιν επανεξέτασης της σημασίας κατά τα άρθρα 43 παράγραφος 3 ή 52 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 468/2014 (ΕΚΤ/2014/17) και τροποποιεί ή καταργεί υφιστάμενη απόφαση της ΕΚΤ που χαρακτηρίζει εποπτευόμενη οντότητα ή εποπτευόμενο όμιλο ως σημαντική/σημαντικό για τους σκοπούς του άρθρου 6 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013·

2)   «συμμετέχον κράτος μέλος»: συμμετέχον κράτος μέλος κατά τους ορισμούς του άρθρου 2 σημείο 1) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013·

3)   «σημαντική εποπτευόμενη οντότητα»: σημαντική εποπτευόμενη οντότητα κατά τους ορισμούς του άρθρου 2 σημείο 16) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 468/2014 (ΕΚΤ/2014/17)·

4)   «εποπτευόμενη οντότητα»: εποπτευόμενη οντότητα κατά τους ορισμούς του άρθρου 2 σημείο 20) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 468/2014 (ΕΚΤ/2014/17)·

5)   «εποπτευόμενος όμιλος»: εποπτευόμενος όμιλος κατά τους ορισμούς του άρθρου 2 σημείο 21) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 468/2014 (ΕΚΤ/2014/17)·

6)   «σημαντικός εποπτευόμενος όμιλος»: σημαντικός εποπτευόμενος όμιλος κατά τους ορισμούς του άρθρου 2 σημείο 22) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 468/2014 (ΕΚΤ/2014/17)·

7)   «κατ' εξουσιοδότηση απόφαση»: απόφαση εκδιδόμενη βάσει εξουσιοδότησης την οποία παρέχει το διοικητικό συμβούλιο σύμφωνα με την απόφαση (ΕΕ) 2017/933 (ΕΚΤ/2016/40)·

8)   «προϊστάμενοι υπηρεσιακών μονάδων»: προϊστάμενοι υπηρεσιακών μονάδων της ΕΚΤ οι οποίοι εξουσιοδοτούνται να εκδίδουν τροποποιήσεις αποφάσεων χαρακτηρισμού.

Άρθρο 2

Εξουσιοδότηση όσον αφορά τροποποιήσεις αποφάσεων χαρακτηρισμού

1.   Σύμφωνα με το άρθρο 4 της απόφασης (ΕΕ) 2017/933 (ΕΚΤ/2016/40), με την παρούσα απόφαση το διοικητικό συμβούλιο εξουσιοδοτεί τους προϊστάμενους υπηρεσιακών μονάδων που ορίζονται από την εκτελεστική επιτροπή κατά το άρθρο 5 της ως άνω απόφασης να εκδίδουν τροποποιήσεις αποφάσεων χαρακτηρισμού.

2.   Η κατ' εξουσιοδότηση έκδοση τροποποιήσεων αποφάσεων χαρακτηρισμού είναι δυνατή μόνο εφόσον πληρούνται τα κριτήρια έκδοσης κατ' εξουσιοδότηση αποφάσεων του άρθρου 3.

Άρθρο 3

Κριτήρια έκδοσης κατ' εξουσιοδότηση αποφάσεων

1.   Τροποποίηση απόφασης χαρακτηρισμού, συνεπεία της οποίας εποπτευόμενη οντότητα σημαντικού εποπτευόμενου ομίλου χαρακτηρίζεται σημαντική, μπορεί να εκδίδεται κατ' εξουσιοδότηση εφόσον ως προς τον όμιλο εξακολουθούν να πληρούνται τα κριτήρια προσδιορισμού της σημασίας στο υψηλότερο επίπεδο ενοποίησης στα συμμετέχοντα κράτη μέλη, σύμφωνα με τις διατάξεις του μέρους IV του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 468/2014 (ΕΚΤ/2014/17).

2.   Τροποποίηση απόφασης χαρακτηρισμού, συνεπεία της οποίας αίρεται ο χαρακτηρισμός εποπτευόμενης οντότητας σημαντικού εποπτευόμενου ομίλου ως σημαντικής, μπορεί να εκδίδεται κατ' εξουσιοδότηση εφόσον ως προς τον όμιλο εξακολουθούν να πληρούνται τα κριτήρια προσδιορισμού της σημασίας στο υψηλότερο επίπεδο ενοποίησης στα συμμετέχοντα κράτη μέλη, σύμφωνα με τις διατάξεις του μέρους IV του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 468/2014 (ΕΚΤ/2014/17), παρόλο που η εποπτευόμενη οντότητα παύει να ανήκει στον όμιλο.

3.   Τροποποίηση απόφασης χαρακτηρισμού, συνεπεία της οποίας αίρεται ο χαρακτηρισμός εποπτευόμενης οντότητας / εποπτευόμενου ομίλου ως σημαντικής/σημαντικού, μπορεί να εκδίδεται κατ' εξουσιοδότηση εφόσον παύουν να πληρούνται τα κριτήρια προσδιορισμού της σημασίας στο υψηλότερο επίπεδο ενοποίησης στα συμμετέχοντα κράτη μέλη, σύμφωνα με τις διατάξεις του μέρους IV του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 468/2014 (ΕΚΤ/2014/17).

4.   Τροποποίηση απόφασης χαρακτηρισμού, συνεπεία της οποίας αλλάζει η επωνυμία σημαντικής εποπτευόμενης οντότητας, μπορεί να εκδίδεται κατ' εξουσιοδότηση εφόσον δεν έχουν γνωστοποιηθεί στην ΕΚΤ νέες πληροφορίες σχετικά με τη σημασία της εν λόγω οντότητας.

5.   Τροποποίηση απόφασης χαρακτηρισμού δεν μπορεί να εκδίδεται κατ' εξουσιοδότηση όταν η οικεία εποπτευόμενη οντότητα ή ο οικείος εποπτευόμενος όμιλος έχει χαρακτηριστεί σημαντική/σημαντικός σύμφωνα με το άρθρο 59 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 468/2014 (ΕΚΤ/2014/17).

6.   Τροποποίηση απόφασης χαρακτηρισμού δεν μπορεί να εκδίδεται κατ' εξουσιοδότηση εφόσον έχει υποβληθεί εγγράφως στην ΕΚΤ ένσταση με την οποία αμφισβητείται ο χαρακτηρισμός εποπτευόμενης οντότητας ως σημαντικής ή λιγότερο σημαντικής.

Άρθρο 4

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Φρανκφούρτη, 16 Νοεμβρίου 2016.

Ο Πρόεδρος της ΕΚΤ

Mario DRAGHI


(1)  ΕΕ L 287 της 29.10.2013, σ. 63.

(2)  Βλέπε σ. 14 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας.

(3)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 468/2014 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 16ης Απριλίου 2014, που θεσπίζει το πλαίσιο συνεργασίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, των εθνικών αρμόδιων αρχών και των εθνικών εντεταλμένων αρχών εντός του ενιαίου εποπτικού μηχανισμού (κανονισμός για το πλαίσιο ΕΕΜ) (ΕΚΤ/2014/17)ΕΕ L 141 της 14.5.2014, σ. 1).

(4)  Απόφαση του Δικαστηρίου, της 23ης Σεπτεμβρίου 1986, στην υπόθεση 5/85, AKZO Chemie BV και AKZO Chemie UK Ltd κατά Επιτροπής, ECLI:EU:C:1986:328, σκέψη 37, και απόφαση του Δικαστηρίου, της 26ης Μαΐου 2005, στην υπόθεση C-301/02 P, Carmine Salvatore Tralli κατά ΕΚΤ, ECLI:EU:C:2005:306, σκέψη 59.

(5)  Απόφαση ΕΚΤ/2004/2 της 19ης Φεβρουαρίου 2004 για τη θέσπιση του εσωτερικού κανονισμού της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΕ L 80 της 18.3.2004, σ. 33).

(6)  Απόφαση ΕΚΤ/2014/16 της 14ης Απριλίου 2014 σχετικά με την ίδρυση διοικητικού συμβουλίου επανεξέτασης και τον κανονισμό λειτουργίας του (ΕΕ L 175 της 14.6.2014, σ. 47).


Επάνω