EUR-Lex Πρόσβαση στο δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Επιστροφή στην αρχική σελίδα του EUR-Lex

Το έγγραφο αυτό έχει ληφθεί από τον ιστότοπο EUR-Lex

Έγγραφο 32016D0040

Απόφαση (ΕΕ) 2017/933 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 16ης Νοεμβρίου 2016, σχετικά με τον καθορισμό γενικού πλαισίου για την κατ' εξουσιοδότηση λήψη αποφάσεων όσον αφορά εποπτικές νομικές πράξεις (ΕΚΤ/2016/40)

ΕΕ L 141 της 1.6.2017, σ. 14 έως 17 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

Νομικό καθεστώς του εγγράφου Ισχύει

ELI: http://data.europa.eu/eli/dec/2017/933/oj

1.6.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 141/14


ΑΠΌΦΑΣΗ (ΕΕ) 2017/933 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΉΣ ΚΕΝΤΡΙΚΉΣ ΤΡΆΠΕΖΑΣ

της 16ης Νοεμβρίου 2016

σχετικά με τον καθορισμό γενικού πλαισίου για την κατ' εξουσιοδότηση λήψη αποφάσεων όσον αφορά εποπτικές νομικές πράξεις (ΕΚΤ/2016/40)

ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη το καταστατικό του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, και ιδίως το άρθρο 12.3,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η ανάθεση στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) καθηκόντων τραπεζικής εποπτείας με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 του Συμβουλίου (1) αποτελεί πρόκληση για την αποτελεσματικότητα και αποδοτικότητα της διαδικασίας λήψης αποφάσεών της, λόγω του μεγάλου αριθμού αποφάσεων που η ίδια απαιτείται να εκδίδει σε σχέση με τα καθήκοντα αυτά.

(2)

Σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 2 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, όλα τα θεσμικά όργανα οφείλουν να δρουν εντός των ορίων των αρμοδιοτήτων που τους ανατίθενται από τις Συνθήκες, σύμφωνα με τις διαδικασίες, τους όρους και τους σκοπούς τους οποίους προβλέπουν. Το άρθρο 9.3 του καταστατικού του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (εφεξής «το καταστατικό του ΕΣΚΤ») προβλέπει ότι η ΕΚΤ έχει δύο όργανα λήψης αποφάσεων, το διοικητικό συμβούλιο και την εκτελεστική επιτροπή.

(3)

Το άρθρο 11.6 του καταστατικού του ΕΣΚΤ ορίζει ότι η εκτελεστική επιτροπή είναι υπεύθυνη για τα τρέχοντα θέματα της ΕΚΤ. Συναφώς, τα άρθρα 10.1 και 10.2 του εσωτερικού κανονισμού της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (εφεξής «ο εσωτερικός κανονισμός»), ο οποίος θεσπίστηκε με την απόφαση ΕΚΤ/2004/2 (2), ορίζουν ότι όλες οι υπηρεσιακές μονάδες της ΕΚΤ υπάγονται διοικητικά στην εκτελεστική επιτροπή. Σύμφωνα με το άρθρο 13ιγ.1 του εσωτερικού κανονισμού, η αρμοδιότητα της εκτελεστικής επιτροπής σε σχέση με την εσωτερική δομή και το προσωπικό της ΕΚΤ περιλαμβάνει και τα εποπτικά καθήκοντα.

(4)

Σύμφωνα με το άρθρο 25 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013, τα καθήκοντα που ανατίθενται στην ΕΚΤ πρέπει να εκτελούνται με την επιφύλαξη των σχετικών με τη νομισματική πολιτική και λοιπών καθηκόντων της και διακριτά από αυτά. Το ίδιο άρθρο προβλέπει επίσης ότι το προσωπικό που συμμετέχει στην εκτέλεση των εν λόγω καθηκόντων πρέπει να διαχωρίζεται οργανωτικά και να υπόκειται σε διαφορετικές απαιτήσεις λογοδοσίας από το προσωπικό που συμμετέχει στην εκτέλεση άλλων καθηκόντων της EKT. Ο οργανωτικός αυτός διαχωρισμός εφαρμόζεται ήδη σύμφωνα με την απόφαση ΕΚΤ/2014/39 (3) και το προσωπικό που συμμετέχει στην εκτέλεση των καθηκόντων τα οποία αναθέτει στην ΕΚΤ ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 λογοδοτεί στον πρόεδρο του εποπτικού συμβουλίου.

(5)

Η εκτελεστική επιτροπή δεν διαθέτει αποφασιστική αρμοδιότητα σε σχέση με τις εποπτικές αποφάσεις. Με το άρθρο 26 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 συστήθηκε το εποπτικό συμβούλιο ως εσωτερικό όργανο της ΕΚΤ το οποίο αναλαμβάνει τον σχεδιασμό και την εκτέλεση των καθηκόντων που ο ως άνω κανονισμός της αναθέτει. Σύμφωνα με το άρθρο 26 παράγραφος 8 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013, το εποπτικό συμβούλιο αναλαμβάνει πλήρως τις προπαρασκευαστικές εργασίες σχετικά με τα εποπτικά καθήκοντα που ανατίθενται στην ΕΚΤ και προτείνει στο διοικητικό συμβούλιο ολοκληρωμένα σχέδια αποφάσεων, οι οποίες εκδίδονται εφόσον το τελευταίο δεν διατυπώσει αντιρρήσεις. Το εποπτικό συμβούλιο δεν αποτελεί όργανο λήψης αποφάσεων της ΕΚΤ κατά το άρθρο 129 παράγραφος 1 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) και το άρθρο 9.3 του καταστατικού του ΕΣΚΤ.

(6)

Σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ), η πρόβλεψη διαδικασίας για την κατ' εξουσιοδότηση έκδοση αποφάσεων ενίοτε καθίσταται απαραίτητη για ορισμένο όργανο προκειμένου αυτό να είναι σε θέση να εκπληρώσει τα καθήκοντά του λόγω του σημαντικού αριθμού αποφάσεων που ενδεχομένως καλείται να εκδίδει. Tο ΔΕΕ έχει αναγνωρίσει ότι η εξασφάλιση της ικανότητας λειτουργίας ενός αποφασιστικού οργάνου αντιστοιχεί σε αρχή συμφυή σε κάθε θεσμικό σύστημα (4). Ως εκ τούτου, οι αρμοδιότητες που ανατίθενται σε ορισμένο όργανο περιλαμβάνουν το δικαίωμά του να εκχωρεί ορισμένες εξ αυτών, σύμφωνα με τις διατάξεις της ΣΛΕΕ και με την επιφύλαξη τυχόν όρων που το ίδιο καθορίζει. Οποιοδήποτε θεσμικό όργανο της Ένωσης μπορεί επομένως να θεσπίζει μέτρα οργανωτικής φύσης εκχωρώντας αρμοδιότητες σε όργανα λήψης αποφάσεών του, στον βαθμό που τα συγκεκριμένα μέτρα κρίνονται δικαιολογημένα και διέπονται από την αρχή της αναλογικότητας.

(7)

Για σκοπούς εσωτερικής οργάνωσης της ίδιας της ΕΚΤ και των οργάνων λήψης αποφάσεών της, απαιτείται η έκδοση απόφασης για τον καθορισμό γενικού εξουσιοδοτικού πλαισίου. Στις νομικές πράξεις που μπορούν να εκδίδονται κατ' εξουσιοδότηση περιλαμβάνονται οι εποπτικές αποφάσεις του άρθρου 2 σημείο 26) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 468/2014 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ/2014/17) (5) ή οι οδηγίες εποπτικής φύσης κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 17α.3 του εσωτερικού κανονισμού. Σκοπός της παρούσας απόφασης σχετικά με τον καθορισμό γενικού εξουσιοδοτικού πλαισίου θα πρέπει να είναι η αποσαφήνιση της τηρητέας διαδικασίας ενόψει της έκδοσης συγκεκριμένων εποπτικών αποφάσεων και ο καθορισμός του πεδίου αρμοδιοτήτων της εκτελεστικής επιτροπής και του εκάστοτε εξουσιοδοτούμενου προϊσταμένου υπηρεσιακής μονάδας της ΕΚΤ. Η παρούσα απόφαση δεν θα πρέπει να επηρεάζει την άσκηση των εποπτικών καθηκόντων της ΕΚΤ ούτε να θίγει την αρμοδιότητα του εποπτικού συμβουλίου να προτείνει ολοκληρωμένα σχέδια αποφάσεων προς το διοικητικό συμβούλιο.

(8)

Στο πλαίσιο αυτό το διοικητικό συμβούλιο θα πρέπει να εκδίδει εξουσιοδοτικές αποφάσεις σύμφωνα με την παρούσα απόφαση σχετικά με τον καθορισμό γενικού εξουσιοδοτικού πλαισίου και τη διαδικασία μη διατύπωσης αντιρρήσεων του άρθρου 26 παράγραφος 8 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013. Τούτο συνάδει με τη νομολογία του ΔΕΕ, κατά την οποία η εξουσιοδοτική απόφαση πρέπει να λαμβάνεται σύμφωνα με τη διαδικασία που θα εφαρμοζόταν αν επρόκειτο να εκδοθεί οριστική απόφαση από την εξουσιοδοτούσα αρχή. Το εποπτικό συμβούλιο μπορεί οποτεδήποτε να υποβάλει στο διοικητικό συμβούλιο πρόταση ολοκληρωμένου σχεδίου απόφασης σύμφωνα με το άρθρο 26 παράγραφος 8 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013, προτείνοντας την κατάργηση ή την τροποποίηση συγκεκριμένης εξουσιοδοτικής απόφασης. Η εν λόγω κατάργηση ή τροποποίηση δεν θα πρέπει να θίγει οποιαδήποτε απόφαση έχει ήδη εκδοθεί κατ' εξουσιοδότηση. Αποφάσεις επί θεμάτων που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της εξουσιοδοτικής απόφασης πρέπει να εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία μη διατύπωσης αντιρρήσεων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Συμπληρωματικός χαρακτήρας

Η παρούσα απόφαση συμπληρώνει τον εσωτερικό κανονισμό.

Άρθρο 2

Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

Η παρούσα απόφαση θεσπίζει κανόνες για την εκχώρηση σαφώς καθορισμένων αρμοδιοτήτων λήψης αποφάσεων του διοικητικού συμβουλίου όσον αφορά εποπτικές νομικές πράξεις.

Άρθρο 3

Ορισμοί

Οι όροι που χρησιμοποιούνται στην παρούσα απόφαση έχουν την ίδια έννοια με τους αντίστοιχους όρους του εσωτερικού κανονισμού, ισχύουν δε και οι ακόλουθοι ορισμοί:

1)   «εποπτική νομική πράξη»: νομική πράξη σχετική με τα εποπτικά καθήκοντα της ΕΚΤ·

2)   «εξουσιοδοτική απόφαση»: απόφαση του διοικητικού συμβουλίου με την οποία προϊστάμενοι υπηρεσιακών μονάδων της ΕΚΤ εξουσιοδοτούνται να εκδίδουν εποπτικές νομικές πράξεις·

3)   «απόφαση ανάθεσης»: απόφαση της εκτελεστικής επιτροπής με την οποία ανατίθεται σε έναν ή περισσότερους προϊσταμένους υπηρεσιακών μονάδων της ΕΚΤ η λήψη αποφάσεων βάσει εξουσιοδοτικής απόφασης·

4)   «κατ' εξουσιοδότηση απόφαση»: απόφαση που αφορά εποπτικές νομικές πράξεις και λαμβάνεται βάσει σχετικής εξουσιοδότησης.

Άρθρο 4

Εξουσιοδοτικές αποφάσεις

Με εξουσιοδοτική απόφαση που εκδίδεται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 26 παράγραφος 8 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 το διοικητικό συμβούλιο μπορεί να εκχωρεί σε προϊσταμένους υπηρεσιακών μονάδων της ΕΚΤ εξουσίες λήψης αποφάσεων όσον αφορά εποπτικές νομικές πράξεις. Η εξουσιοδοτική απόφαση πρέπει να καθορίζει λεπτομερώς το καθ' ύλην αντικείμενο της εξουσιοδότησης και τους όρους υπό τους οποίους αυτή μπορεί να ασκείται, και ενεργοποιείται με την έκδοση σχετικής απόφασης ανάθεσης από την εκτελεστική επιτροπή κατά το άρθρο 5.

Άρθρο 5

Αποφάσεις ανάθεσης

1.   Με σχετική απόφαση ανάθεσης που εκδίδεται κατόπιν διαβούλευσης με τον πρόεδρο του εποπτικού συμβουλίου η εκτελεστική επιτροπή μπορεί να αναθέτει σε έναν ή περισσότερους προϊσταμένους υπηρεσιακών μονάδων της ΕΚΤ τη λήψη αποφάσεων βάσει εξουσιοδοτικής απόφασης.

2.   Οι προϊστάμενοι υπηρεσιακών μονάδων της ΕΚΤ κατά την παράγραφο 1 επιλέγονται μεταξύ των προϊσταμένων υπηρεσιακών μονάδων της ΕΚΤ που συμμετέχουν στην εκτέλεση εποπτικών καθηκόντων τα οποία διαχωρίζονται οργανωτικά από τα καθήκοντα του προσωπικού που συμμετέχει στην εκτέλεση άλλων καθηκόντων που ανατίθενται στην ΕΚΤ σύμφωνα με το άρθρο 25 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013. Στην επιλογή των προϊσταμένων των υπηρεσιακών μονάδων της ΕΚΤ πρέπει να λαμβάνονται επίσης υπόψη η σημασία της εξουσιοδοτικής απόφασης και ο αριθμός των αποδεκτών των κατ' εξουσιοδότηση αποφάσεων.

Άρθρο 6

Κατ' εξουσιοδότηση αποφάσεις

1.   Οι κατ' εξουσιοδότηση αποφάσεις λαμβάνονται για λογαριασμό και με ευθύνη του διοικητικού συμβουλίου.

2.   Ο προϊστάμενος υπηρεσιακής μονάδας της ΕΚΤ στον οποίο ανατίθεται η λήψη αποφάσεων βάσει εξουσιοδοτικής απόφασης κατά το άρθρο 5 παράγραφος 1 υπογράφει τις σχετικές κατ' εξουσιοδότηση αποφάσεις. Εφόσον η λήψη αποφάσεων βάσει εξουσιοδοτικής απόφασης κατά το άρθρο 5 παράγραφος 1 ανατίθεται σε περισσότερους προϊσταμένους υπηρεσιακών μονάδων της ΕΚΤ, οι σχετικές κατ' εξουσιοδότηση αποφάσεις υπογράφονται από εκείνους που τις έχουν εγκρίνει.

Άρθρο 7

Καταχώριση των κατ' εξουσιοδότηση αποφάσεων και υποβολή εκθέσεων

1.   Η γραμματεία του εποπτικού συμβουλίου τηρεί μητρώο των κατ' εξουσιοδότηση αποφάσεων που λαμβάνονται σύμφωνα με την παρούσα απόφαση, για τις οποίες και ενημερώνει τη γραμματεία του διοικητικού συμβουλίου σε μηνιαία βάση.

2.   Η γραμματεία του διοικητικού συμβουλίου υποβάλλει στο διοικητικό συμβούλιο και στο εποπτικό συμβούλιο τριμηνιαία έκθεση σχετικά με την κατ' εξουσιοδότηση άσκηση των εξουσιών λήψης αποφάσεων όσον αφορά τις εποπτικές νομικές πράξεις.

Άρθρο 8

Έλεγχος των κατ' εξουσιοδότηση αποφάσεων

1.   Οι κατ' εξουσιοδότηση αποφάσεις της ΕΚΤ υπόκεινται σε εσωτερική διοικητική επανεξέταση σύμφωνα με το άρθρο 24 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 και τις διατάξεις της απόφασης ΕΚΤ/2014/16 (6).

2.   Στις περιπτώσεις διοικητικής επανεξέτασης το εποπτικό συμβούλιο θα πρέπει, αφού λάβει υπόψη τη γνώμη του διοικητικού συμβουλίου επανεξέτασης, να υποβάλει προς έγκριση στο διοικητικό συμβούλιο νέο σχέδιο απόφασης με βάση τη διαδικασία μη διατύπωσης αντιρρήσεων του άρθρου 26 παράγραφος 8 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013.

Άρθρο 9

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Φρανκφούρτη, 16 Νοεμβρίου 2016.

Ο Πρόεδρος της ΕΚΤ

Mario DRAGHI


(1)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ.1024/2013 του Συμβουλίου, της 15ης Οκτωβρίου 2013, για την ανάθεση ειδικών καθηκόντων στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σχετικά με τις πολιτικές που αφορούν την προληπτική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων (ΕΕ L 287 της 29.10.2013, σ. 63).

(2)  Απόφαση ΕΚΤ/2004/2, της 19ης Φεβρουαρίου 2004, για τη θέσπιση του εσωτερικού κανονισμού της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΕ L 80 της 18.3.2004, σ. 33).

(3)  Απόφαση EKT/2014/39, της 17ης Σεπτεμβρίου 2014, σχετικά με την εφαρμογή του διαχωρισμού μεταξύ της λειτουργίας νομισματικής πολιτικής και της εποπτικής λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΕ L 300 της 18.10.2014, σ. 57).

(4)  Απόφαση του Δικαστηρίου της 23ης Σεπτεμβρίου 1986 στην υπόθεση 5/85, AKZO Chemie BV και AKZO Chemie UK Ltd κατά Επιτροπής, ECLI:EU:C:1986:328, σκέψη 37, και απόφαση του Δικαστηρίου της 26ης Μαΐου 2005 στην υπόθεση C-301/02 P, Carmine Salvatore Tralli κατά ΕΚΤ, ECLI:EU:C:2005:306, σκέψη 59.

(5)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 468/2014 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 16ης Απριλίου 2014, που θεσπίζει το πλαίσιο συνεργασίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, των εθνικών αρμόδιων αρχών και των εθνικών εντεταλμένων αρχών εντός του ενιαίου εποπτικού μηχανισμού (κανονισμός για το πλαίσιο ΕΕΜ) (ΕΚΤ/2014/17) (ΕΕ L 141 της 14.5.2014, σ. 1).

(6)  Απόφαση ΕΚΤ/2014/16, της 14ης Απριλίου 2014, σχετικά με την ίδρυση διοικητικού συμβουλίου επανεξέτασης και τον κανονισμό λειτουργίας του (ΕΕ L 175 της 14.6.2014, σ. 47).


Επάνω