EUR-Lex Πρόσβαση στο δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Επιστροφή στην αρχική σελίδα του EUR-Lex

Το έγγραφο αυτό έχει ληφθεί από τον ιστότοπο EUR-Lex

Έγγραφο 32002X0125(01)

Συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Αστυνομικής Υπηρεσίας (Ευρωπόλ) και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ)

ΕΕ C 23 της 25.1.2002, σ. 9 έως 11 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)
Ειδική έκδοση στη τσεχική γλώσσα: Κεφάλαιο 01 τόμος 003 σ. 413 - 415
Ειδική έκδοση στην εσθονική γλώσσα: Κεφάλαιο 01 τόμος 003 σ. 413 - 415
Ειδική έκδοση στη λεττονική γλώσσα: Κεφάλαιο 01 τόμος 003 σ. 413 - 415
Ειδική έκδοση στη λιθουανική γλώσσα: Κεφάλαιο 01 τόμος 003 σ. 413 - 415
Ειδική έκδοση στην ουγγρική γλώσσα Κεφάλαιο 01 τόμος 003 σ. 413 - 415
Ειδική έκδοση στη μαλτέζικη γλώσσα: Κεφάλαιο 01 τόμος 003 σ. 413 - 415
Ειδική έκδοση στην πολωνική γλώσσα: Κεφάλαιο 01 τόμος 003 σ. 413 - 415
Ειδική έκδοση στη σλοβακική γλώσσα: Κεφάλαιο 01 τόμος 003 σ. 413 - 415
Ειδική έκδοση στη σλοβενική γλώσσα: Κεφάλαιο 01 τόμος 003 σ. 413 - 415
Ειδική έκδοση στη βουλγαρική γλώσσα: Κεφάλαιο 10 τόμος 005 σ. 91 - 93
Ειδική έκδοση στη ρουμανική γλώσσα: Κεφάλαιο 10 τόμος 005 σ. 91 - 93
Ειδική έκδοση στην κροατική γλώσσα: Κεφάλαιο 01 τόμος 014 σ. 9 - 11

Νομικό καθεστώς του εγγράφου Δεν ισχύει πλέον, Ημερομηνία λήξης ισχύος: 02/12/2014; καταργήθηκε από 32015Y0417(01)

32002X0125(01)

Συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Αστυνομικής Υπηρεσίας (Ευρωπόλ) και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ)

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. C 023 της 25/01/2002 σ. 0009 - 0011


Συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Αστυνομικής Υπηρεσίας (Ευρωπόλ) και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ)

(2002/C 23/07)

Η ΠΑΡΟΥΣΑ ΣΥΜΦΩΝΙΑ συνάπτεται

ΜΕΤΑΞΥ

της Ευρωπαϊκής Αστυνομικής Υπηρεσίας (Ευρωπόλ), με έδρα στη Χάγη, Raamweg 47, 2509 Den Haag, Κάτω Χώρες, εκπροσωπούμενης από το διευθυντή της, κ. Jürgen Storbeck,

ΚΑΙ

της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), με έδρα στη Φρανκφούρτη, Kaiserstraße 29, D-60311 Frankfurt am Main, Γερμανία, εκπροσωπούμενης από τον πρόεδρό της, κ. Willem Duisenberg

(εφεξής καλούνται, επίσης, από κοινού "συμβαλλόμενα μέρη" και καθένα χωριστά "συμβαλλόμενο μέρος").

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

Τα συμβαλλόμενα μέρη είναι αποφασισμένα να αγωνιστούν από κοινού για την καταπολέμηση των απειλών που προέρχονται από την παραχάραξη και την κιβδηλεία του ευρώ και να διαδραματίσουν κεντρικό ρόλο στον εν λόγω αγώνα· στο πλαίσιο αυτό συνεργάζονται, εντός των αρμοδιοτήτων τους, με τις εθνικές κεντρικές τράπεζες, τις εθνικές μονάδες της Ευρωπόλ, τα εθνικά κέντρα ανάλυσης, τα εθνικά κέντρα ανάλυσης κερμάτων, το Ευρωπαϊκό Τεχνικό και Επιστημονικό Κέντρο, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, και με άλλες εθνικές και ευρωπαϊκές αρχές και διεθνείς οργανισμούς.

Τα συμβαλλόμενα μέρη επιθυμούν να ενισχύσουν τη συνεργασία τους στον εν λόγω τομέα, καθώς αυτό βαίνει προς το κοινό τους συμφέρον και προς το συμφέρον όλων όσοι συμμετέχουν στον αγώνα για την καταπολέμηση της παραχάραξης και της κιβδηλείας.

Το άρθρο 3 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1338/2001 του Συμβουλίου που θεσπίζει τα απαραίτητα μέτρα για την προστασία του ευρώ από την παραχάραξη και την κιβδηλεία(1) προβλέπει ότι η Ευρωπόλ και η ΕΚΤ θα συνάψουν συμφωνία διά της οποίας η Ευρωπόλ αποκτά πρόσβαση στα τεχνικά και στατιστικά δεδομένα της ΕΚΤ σχετικά με τα πλαστά τραπεζογραμμάτια και τα κίβδηλα κέρματα που ανακαλύπτονται είτε σε κράτη μέλη είτε σε τρίτες χώρες. Επίσης, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1339/2001 του Συμβουλίου επεκτείνει την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1338/2001 σε εκείνα τα κράτη μέλη τα οποία δεν έχουν υιοθετήσει το ευρώ ως ενιαίο νόμισμα(2).

Στις 8 Νοεμβρίου 2001, η ΕΚΤ εξέδωσε την απόφαση ΕΚΤ/2001/11 σχετικά με ορισμένες προϋποθέσεις που αφορούν την πρόσβαση στο σύστημα παρακολούθησης πλαστών νομισμάτων (ΣΠΠΝ), σύστημα που τελεί υπό τη διαχείριση της ΕΚΤ και περιέχει τεχνικές και στατιστικές πληροφορίες για την παραχάραξη και την κιβδηλεία των τραπεζογραμματίων και κερμάτων ευρώ, είτε προέρχονται από κράτη μέλη είτε από τρίτες χώρες. Η εν λόγω απόφαση μνημονεύει τη σύναψη συμφωνίας μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών όσον αφορά την πρόσβαση της Ευρωπόλ στο ΣΠΠΝ.

Η Ευρωπόλ θα παρέχει στην ΕΚΤ πληροφορίες σχετικά με την παραχάραξη και την κιβδηλεία του ευρώ, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται πληροφορίες προερχόμενες από φορείς επιβολής του νόμου, διεθνείς οργανισμούς και άλλα τρίτα μέρη - εξαιρουμένων, πάντως, των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

Στις 5 Δεκεμβρίου 2000, το διοικητικό συμβούλιο της Ευρωπόλ εξουσιοδότησε την Ευρωπόλ να προβεί στην έναρξη διαπραγματεύσεων για τη σύναψη συμφωνίας με την ΕΚΤ και, στις 23 Οκτωβρίου 2001, παρέσχε εξουσιοδότηση για την υπογραφή της παρούσας συμφωνίας.

Στις 25 Οκτωβρίου 2001, το διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ συμφώνησε ως προς το περιεχόμενο της παρούσας συμφωνίας, την ίδια δε ημερομηνία εξουσιοδότησε τον πρόεδρο της ΕΚΤ να προβεί στην υπογραφή της συμφωνίας εξ ονόματος της ΕΚΤ,

Τα συμβαλλόμενα μέρη συμφώνησαν στα ακόλουθα:

Άρθρο 1

Σκοπός της συμφωνίας

Σκοπός της παρούσας συμφωνίας είναι η θέσπιση της αποτελεσματικής συνεργασίας μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών σε ό,τι αφορά τα μέτρα για την καταπολέμηση των απειλών που προέρχονται από την παραχάραξη και την κιβδηλεία του ευρώ, και η ενίσχυση και ο συντονισμός κάθε συνδρομής στον εν λόγω τομέα, την οποία αμφότερα τα συμβαλλόμενα μέρη παρέχουν στις εθνικές και ευρωπαϊκές αρχές και σε διεθνείς οργανισμούς.

Άρθρο 2

Διαβούλευση και συντονισμός

1. Για την επίτευξη των στόχων τους, το συντονισμό των δραστηριοτήτων τους και την αποφυγή επικάλυψης της προσπάθειάς τους, τα συμβαλλόμενα μέρη, ενεργώντας εντός των αρμοδιοτήτων τους, διενεργούν τακτικά μεταξύ τους διαβουλεύσεις ενόψει της υιοθέτησης και εφαρμογής πολιτικών επί θεμάτων κοινού ενδιαφέροντος, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 1. Ο πρόεδρος της ΕΚΤ και ο διευθυντής της Ευρωπόλ - ή τα πρόσωπα που αυτοί ορίζουν - συνέρχονται τουλάχιστον μία φορά ετησίως, με σκοπό την αναθεώρηση της εφαρμογής της παρούσας συμφωνίας.

2. Ιδιαίτερα, τα συμβαλλόμενα μέρη αναλαμβάνουν να συντονίζουν τις πολιτικές τους, τις σχετικές με την κατάρτιση δραστηριότητές τους, τις εκστρατείες ενημέρωσης του κοινού και τις δημοσιεύσεις, που αφορούν την παραχάραξη και την κιβδηλεία του ευρώ. Επίσης, διενεργούν μεταξύ τους διαβουλεύσεις - όπου αυτό είναι δυνατό - σχετικά με τις δημόσιες δηλώσεις τους και την πολιτική εξωτερικής επικοινωνίας αναφορικά με τα παραπάνω.

Άρθρο 3

Ανταλλαγή πληροφοριών

1. Η ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών πραγματοποιείται για τους σκοπούς και σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας και δεν περιλαμβάνει δεδομένα αναφερόμενα σε προσδιορισμένο άτομο ή σε δυνάμενα να προσδιοριστούν άτομα.

2. Τα συμβαλλόμενα μέρη ανταλλάσσουν μεταξύ τους, έγκαιρα και τακτικά, πληροφορίες σχετικά με την παραχάραξη των τραπεζογραμματίων ευρώ και άλλων νομισμάτων. Οι πληροφορίες τις οποίες παρέχει η Ευρωπόλ στην ΕΚΤ περιλαμβάνουν πληροφορίες προερχόμενες από εθνικές, ευρωπαϊκές και διεθνείς αρχές επιβολής του νόμου, ενώ οι πληροφορίες τις οποίες παρέχει η ΕΚΤ στην Ευρωπόλ περιλαμβάνουν πληροφορίες προερχόμενες από εθνικές, ευρωπαϊκές και διεθνείς αρχές.

3. Η Ευρωπόλ επικουρεί την ΕΚΤ στο πλαίσιο οποιασδήποτε σχέσης με εθνικούς, ευρωπαϊκούς και διεθνείς οργανισμούς επιβολής του νόμου, σε θέματα που αφορούν την παραχάραξη τραπεζογραμματίων ευρώ.

4. Τα συμβαλλόμενα μέρη διασφαλίζουν το συντονισμό των μηνυμάτων τους στο πλαίσιο του συστήματος έγκαιρης προειδοποίησης.

Άρθρο 4

Πρόσβαση στη βάση δεδομένων του ΣΠΠΝ και συναφείς διατάξεις

1. Η ΕΚΤ παρέχει ηλεκτρονική απευθείας πρόσβαση απλής αναγνώσεως στη βάση δεδομένων του ΣΠΠΝ στους υπαλλήλους της Ευρωπόλ που ορίζονται, δυνάμει του άρθρου 7, ως υπεύθυνοι επικοινωνίας για το σκοπό αυτό· στο πλαίσιο της εν λόγω πρόσβασης, δεν επιτρέπεται στην Ευρωπόλ η απευθείας εισαγωγή δεδομένων στο ΣΠΠΝ. Οι λεπτομέρειες της πρόσβασης, συμπεριλαμβανομένων των απαραίτητων ρυθμίσεων που σχετίζονται με τα συστήματα, εξειδικεύονται περαιτέρω διά της ανταλλαγής επιστολών μεταξύ του προέδρου της ΕΚΤ και του διευθυντή της Ευρωπόλ.

2. Η ΕΚΤ παράγει τακτικά και αποστέλλει στην Ευρωπόλ ειδικό αρχείο με πληροφορίες περί ανακαλυπτόμενων πλαστών νομισμάτων ευρώ και τεχνικές περιγραφές των κατατάξεων που εισάγονται και αποθηκεύονται στη βάση δεδομένων του ΣΠΠΝ.

3. Επιπλέον, η ΕΚΤ ενημερώνει έγκαιρα την Ευρωπόλ για τη δημιουργία κάθε νέας κατηγορίας παραχάραξης εντός του ΣΠΠΝ και για κάθε περίπτωση ανακάλυψης μεγάλων ποσοτήτων πλαστών τραπεζογραμματίων ευρώ.

4. Η ΕΚΤ παρέχει στην Ευρωπόλ ένα δείγμα από κάθε πλαστό τραπεζογραμμάτιο ευρώ στο οποίο έχει αποδοθεί νέος δείκτης κατάταξης εντός του ΣΠΠΝ. Η παρούσα διάταξη εφαρμόζεται κατά τρόπο που να μην παρεμβάλλει πρόσκομμα στη χρήση ή φύλαξη τραπεζογραμματίων, για τα οποία υπάρχουν υπόνοιες ότι είναι πλαστά, ως αποδεικτικών στοιχείων στο πλαίσιο ποινικών διαδικασιών.

Άρθρο 5

Αιτήματα για παροχή συνδρομής

1. Κάθε συμβαλλόμενο μέρος γνωστοποιεί στο άλλο οποιοδήποτε αίτημα για διενέργεια πραγματογνωμοσύνης επί τεχνικών θεμάτων ή για παροχή αποδεικτικών στοιχείων στο πλαίσιο ένδικων διαδικασιών που αφορούν την παραχάραξη και την κιβδηλεία του ευρώ· τα συμβαλλόμενα μέρη θεσπίζουν κατάλληλες διαδικασίες για το συντονισμό των απαντήσεών τους σε κάθε τέτοιο αίτημα.

2. Τα συμβαλλόμενα μέρη συνεργάζονται για τη δημιουργία ενός ευκρινούς διαύλου επικοινωνίας όσον αφορά τα αιτήματα για παροχή συνδρομής στην επιβολή του νόμου μέσω της Ευρωπόλ.

Άρθρο 6

Αιτήματα για τεχνική ανάλυση

1. Η Ευρωπόλ μπορεί να απευθύνει στην ΕΚΤ κάθε συναφές αίτημα για τεχνική ανάλυση η οποία κρίνεται απαραίτητη στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων της Ευρωπόλ όσον αφορά τα πλαστά τραπεζογραμμάτια ευρώ. Η Ευρωπόλ συγκεντρώνει και διοχετεύει κάθε τέτοιο αίτημα προερχόμενο από φορείς εκτός της ιδίας.

2. Η ΕΚΤ αποφασίζει ως προς την έκταση της ανάλυσης και, μεταξύ άλλων, ως προς την αναγκαιότητα της διενέργειας τεχνικής εξέτασης των δειγμάτων πλαστών νομισμάτων και ως προς τη φύση της εν λόγω εξέτασης. Προκειμένου να διευκολύνει την ΕΚΤ στη λήψη της παραπάνω απόφασης, η Ευρωπόλ παρέχει σε αυτή, κατά την υποβολή του σχετικού αιτήματος, κάθε πρόσφορη πληροφορία που αφορά το ιστορικό της υπόθεσης, και την ενημερώνει για τους λόγους που δικαιολογούν το αίτημα για εξέταση. Τυχόν εξέταση που βρίσκεται εν εξελίξει αντικατοπτρίζεται στο ΣΠΠΝ.

3. Η ΕΚΤ θέτει τα αποτελέσματα κάθε τεχνικής ανάλυσης απευθείας στη διάθεση της Ευρωπόλ.

Άρθρο 7

Υπεύθυνοι επικοινωνίας

1. Τα συμβαλλόμενα μέρη ορίζουν, διά της ανταλλαγής επιστολών μεταξύ του διευθυντή της Ευρωπόλ και του προέδρου της ΕΚΤ, τους υπεύθυνους επικοινωνίας. Μεταβολές στον κατάλογο των εν λόγω προσώπων είναι δυνατό να συμφωνούνται εγγράφως, διά περαιτέρω αλληλογραφίας.

2. Κάθε συμβαλλόμενο μέρος μπορεί, σύμφωνα με το οικείο νομικό πλαίσιο, να διορίζει και να τοποθετεί αντιπροσώπους (αξιωματικούς συνδέσμους) στις εγκαταστάσεις του άλλου συμβαλλόμενου μέρους, για τους σκοπούς της εφαρμογής της παρούσας συμφωνίας.

Άρθρο 8

Εμπιστευτικότητα

1. Κάθε συμβαλλόμενο μέρος διασφαλίζει ότι οι πληροφορίες που λαμβάνει από το άλλο συμβαλλόμενο μέρος βάσει της παρούσας συμφωνίας υπόκεινται στα πρότυπα εμπιστευτικότητας και ασφάλειας που εφαρμόζει όσον αφορά την επεξεργασία πληροφοριών, και ότι το επίπεδο προστασίας των εν λόγω πληροφοριών είναι τουλάχιστον ισοδύναμο με εκείνο που διασφαλίζουν τα μέτρα που το άλλο συμβαλλόμενο μέρος εφαρμόζει στις εν λόγω πληροφορίες.

2. Διά της ανταλλαγής επιστολών, τα συμβαλλόμενα μέρη καθιερώνουν ισοδυναμία των εφαρμοζόμενων μεταξύ τους προτύπων εμπιστευτικότητας και ασφάλειας.

3. Το συμβαλλόμενο μέρος που παρέχει τις πληροφορίες είναι επιφορτισμένο με την επιλογή του κατάλληλου επιπέδου εμπιστευτικότητας των παρεχόμενων πληροφοριών και μεριμνά ώστε το επίπεδο αυτό να δηλώνεται με σαφήνεια. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, τα επίπεδα εμπιστευτικότητας καθορίζονται από κάθε συμβαλλόμενο μέρος στο χαμηλότερο δυνατό επίπεδο και τροποποιούνται, όπου αυτό είναι δυνατό.

4. Τα συμβαλλόμενα μέρη μπορούν οποτεδήποτε να ζητήσουν τροποποίηση του επιλεχθέντος επιπέδου εμπιστευτικότητας των παρεχόμενων πληροφοριών - ακόμη και άρση της εμπιστευτικότητας. Το συμβαλλόμενο μέρος που λαμβάνει τις πληροφορίες υποχρεούται να τροποποιήσει αναλόγως το επίπεδο εμπιστευτικότητας.

5. Κάθε συμβαλλόμενο μέρος μπορεί, για λόγους εμπιστευτικότητας, να καθορίζει περιορισμούς στη χρήση των πληροφοριών που παρέχει στο άλλο συμβαλλόμενο μέρος. Το συμβαλλόμενο μέρος που λαμβάνει τις πληροφορίες συμμορφώνεται προς κάθε τέτοιο περιορισμό.

Άρθρο 9

Ευθύνη

Εάν κάποιο συμβαλλόμενο μέρος προκαλέσει ζημία στο άλλο συμβαλλόμενο μέρος ή σε φυσικό πρόσωπο, συνεπεία μη επιτρεπόμενης ή λανθασμένης επεξεργασίας πληροφοριών δυνάμει της παρούσας συμφωνίας, ευθύνεται για τη ζημία αυτή. Ο προσδιορισμός της προβλεπόμενης στο παρόν άρθρο ζημίας μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών, καθώς και η αποζημίωση, ρυθμίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 10.

Άρθρο 10

Επίλυση διαφορών

Κάθε διαφορά, η οποία προκύπτει μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών από την παρούσα συμφωνία ή σε σχέση με αυτή και η οποία δεν επιλύεται με φιλικό διακανονισμό, παραπέμπεται σε έναν ή περισσότερους διαιτητές για τη λήψη οριστικής απόφασης, με συμφωνία των συμβαλλόμενων μερών. Ελλείψει συμφωνίας των τελευταίων, διορίζονται τρεις διαιτητές: ένας από την Ευρωπόλ, ένας άλλος από την ΕΚΤ και ένας τρίτος - εκτός αν άλλως συμφωνήσουν τα συμβαλλόμενα μέρη - από τον πρόεδρο του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Για τη λήψη δεσμευτικής απόφασης αρκεί η πλειοψηφία των διαιτητών. Ο τρίτος διαιτητής έχει πλήρη αρμοδιότητα να ρυθμίζει όλα τα διαδικαστικά ζητήματα, σε κάθε περίπτωση διαφωνίας των συμβαλλόμενων μερών ως προς αυτά.

Άρθρο 11

Τελικές διατάξεις

1. Η τροποποίηση της παρούσας συμφωνίας είναι δυνατή με κοινή συναίνεση των συμβαλλόμενων μερών.

2. Καθένα από τα συμβαλλόμενα μέρη μπορεί να καταγγείλει την παρούσα συμφωνία με προηγούμενη γνωστοποίηση δώδεκα μηνών.

3. Η παρούσα συμφωνία αρχίζει να ισχύει την επομένη της υπογραφής της.

4. Η παρούσα συμφωνία δημοσιεύεται στη σειρά C της Επίσημης Εφημερίδας των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Έγινε στη Φρανκφούρτη, στις 13 Δεκεμβρίου 2001, σε δύο αντίτυπα στην αγγλική γλώσσα.

Για την ΕΚΤ

Willem F. Duisenberg

Για την Ευρωπόλ

Jürgen Storbeck

(1) ΕΕ L 181 της 4.7.2001, σ. 6.

(2) ΕΕ L 181 της 4.7.2001, σ. 11.

Επάνω